Κυριακή 16 Οκτωβρίου 2011

ζηλεύαμε τα ταξίδια του

Η αδερφή του Ζουβ ήταν υπερβολικά όμορφη. Μας ήταν αδύνατον να το ανεχτούμε.
Όταν πήγαινε για μπάνιο στο ποτάμι, άφηνε το ποδήλατό της κλειδωμένο με το λουκέτο του μπροστά στην είσοδο των λουτρών. Καθώς κυκλοφορούσε πάντα με τη φούστα της να ανεμίζει, και βεβαίως χωρίς μεσοφόρι, καμιά φορά τις ζεστές μέρες η σέλα του ποδηλάτου της ήταν κάθυγρη. Όσο περνούσαν οι βδομάδες όλο και πιο εμφανείς ασπριδεροί κυκλικοί λεκέδες σχηματίζονταν πάνω στη σέλα. Στριφογυρίζαμε μαγεμένοι γύρω από κείνο το καυτό δερμάτινο λουλούδι – ένας άσσος κούπα αποτυπωμένος εκεί ψηλά και που ζηλεύαμε τα ταξίδια του. Συχνά κάποιος από μας, φτάνοντας τα όριά του, απομακρυνόταν από την παρέα και χωρίς καυχησιολογίες και ψευτοντροπές, πήγαινε κι ακουμπούσε φευγαλέα το πρόσωπό του πάνω σ’ εκείνη τη σέλα, θεματοφύλακα ενός άγνωστου μυστηρίου.

Maurice Pons, «Παρθενικές», Άγρα 2008 (μετάφραση Βάνα Χατζάκη)

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου