Τετάρτη 16 Φεβρουαρίου 2022

ξερόκλαδα

Με εξέπληττε το ότι κάποιος ενήλικας γνώριζε, ή εξακολουθούσε να θυμάται, αυτές τις λέξεις. Οι στίχοι αναπτύσσονταν λαίμαργα, οι μικρές τσουπωτές λέξεις στοιχειοθετημένες με αδιά ντροπα τυπογραφικά στοιχεία φούντωναν τον πόθο σαν ψεκάδες κηροζίνης σε ξερόκλαδα. Ήταν όμως όλο ταυτολογίες, επιτηδευμένοι· έπειτα από λίγο άρχιζε να γίνεται αισθητό ότι προέρχονταν από μηχανική προσπάθεια, δεν έρεαν αβίαστα· γίνονταν όλο και πιο ανιαροί. Αυτές καθαυτές οι λέξεις εξέπεμπαν αναλαμπές δύναμης, ιδιαίτερα η λέξη γαμήσι, που δεν είχα καταφέρει ποτέ μου να την κοιτάξω πραγματικά πάνω σε φράχτες ή πεζοδρόμια. Δεν είχα καταφέρει ποτέ μέχρι τότε να αναλογιστώ την κτηνώδη ορμή της, το υπνωτικό κόρδωμά της. 
Απάντησα όχι στον κύριο Τσάμπερλεν, όταν με ρώτησε αν είχα διαβάσει τα μαθήματά μου. Δεν με άγγιξε όλο το βράδυ. Όταν όμως βγήκα από το σχολείο τη Δευτέρα, ήταν εκεί.
«Ακόμη άρρωστη η φιλενάδα σου; Πολύ κρίμα. Ωραίο πάντως. Δεν είναι ωραίο;»
«Ποιο;»
«Τα πουλιά είναι ωραία. Τα δέντρα είναι ωραία. Ωραίο που μπορείς να έρθεις μαζί μου για μια βόλτα με το αυτοκίνητο, να μου κάνεις τις ερευνούλες μου». Τα έλεγε όλα αυτά με φωνή παιδιάστικη. Το κακό δεν θα ήταν ποτέ μεγάλο μ’ αυτόν. Η φωνή του υπαινισσόταν ότι θα μπορούσε να κάνει οτιδήποτε, μα οτιδήποτε, και να το πλασάρει για αστείο, αστείο εις βάρος όλων των σοβαρών και ένοχων, όλων των ηθικών και συναισθηματικών ανθρώπων στον κόσμο, των ανθρώπων που «έπαιρναν τον εαυτό τους στα σοβαρά».

Alice Munro, «Η Αγάπη μιας Καλής Γυναίκας», Μεταίχμιο 2015 (μετάφραση Τρισεύγενη Παπαϊωάννου)

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου