Παρασκευή 27 Δεκεμβρίου 2024

σοφοί του κόσμου

Μα ποια είναι η αλήθεια και ποιο το ψέμα; ψιθυρίζω απεγνωσμένα.
-Σ' αγαπώ! μ' απαντά.
Σοφοί του κόσμου, ελάτε να καταλάβετε τι γίνεται δω πέρα.

Ντόρα Ρωζέττη, "Η Ερωμένη της", Μεταίχμιο 2005

Τετάρτη 18 Δεκεμβρίου 2024

νερό που δεν ξεδιψάει

Υπάρχει μια τρομερή άβυσσος από λέξη σε λέξη, που ο πυθμένας της είναι αυτό που δεν μπορώ να ονοματίσω. Οι λέξεις λένε ψέματα σαν τις υπηρέτριες που κρύβουν το σπασμένο ποτήρι της ημέρας. Κρύβονται από φόβο μην ξεγυμνωθούν, μην φανούν δημόσια με το πρόσωπο που δεν έχουν. Οι λέξεις διακινούν την απομάγευση, με απομακρύνουν από τον ακριβή κήπο, από αυτό που δεν έχει ακόμα ναυαγήσει. Οι λέξεις μού δένουν τα μάτια, με κεντρίζουν να περπατήσω στο σκοτάδι, με σπρώχνουν από τις σκάλες. Τις πιστεύουμε μόνο γιατί καταλαβαίνουμε μόνο το μικρό ενύπνιο που πετάνε από τις χούφτες τους. Πέφτουν σαν σκόνη τη νύχτα. Ηχούν σαν γυμνό σώμα που σκάει στο πάτωμα. Η αδυναμία να επινοήσω μια λέξη που να με κατονομάζει. Η ευτυχία βρίσκεται σ' αυτό που δεν θα πουν. Οι λέξεις: θηλιές καμωμένες στα μέτρα κανενός, κορδόνια που δεν φτάνουν για να δεθούν, νερό που δεν ξεδιψάει. Ούτε το βασανιστήριο ούτε η υπομονετική αναμονή ούτε η αγνόηση τις συγκινεί. Θα ήθελα να ξέρω όλο το αίμα που κυλάει στη λέξη ψυχή. Θα ήθελα, για μια στιγμή, να ξεμυτίσω στον κήπο της λέξης νύχτα. Θα ήθελα ένα θαύμα και, τότε, να πω γι' αυτόν τον πόνο την αλήθεια.

Fredy Yessed, "Το Αλάτι της Τρέλας", Πατάκη 2024 (μετάφραση Αγαθή Δημητρούκα)



Κυριακή 24 Νοεμβρίου 2024

μπολόνια

Το κοριτσάκι με την αιωρούμενη τίγρη είναι τόσο μαγεμένο που, όπως κοιτά ψηλά και γελάει, τη φαντάζομαι να ακούει μουσική. Είναι μια απίθανη πόλη η Μπολόνια - σαν μια από τις πόλεις όπου θα μπορούσες να περιπλανηθείς μετά θάνατον.

John Berger, "Η Κόκκινη Τέντα της Μπολόνια", Αντίποδες 2024 (μετάφραση Δημήτρης Καρακίτσος)

 

Κυριακή 27 Οκτωβρίου 2024

κανένα σημάδι, καμιά πληγή

Εδώ, στον τόπο που γεννήθηκα, λίγα μέτρα από τις τάφρους που άνοιξαν οι αρχαιολόγοι, λίγα μέτρα από την κούνια μου, κι οι τάρφοι είναι τάφοι ανοιχτοί που περιμένουν νήπια. Είναι εδώ, στο σταυροδρόμι που άνοιγε απ' τη μια τις κορφές των κυπαρισσιών κι από την άλλη σάλπιζε τις αναχωρήσεις είχαν τότε κίτρινο χρώμα μαργαρίτας, ίσως και λίγο άσπρο χαμομηλιού, είχανε έναν χαρταετό που ετοίμαζε το γυρισμό κι ο χρόνος ξέφτιζε πάνω στην ουρά του που σκορπιζόταν στον αέρα και δεν άφηνε κανένα σημάδι, καμιά πληγή.
Σ' αυτόν τον τόπο οι Μεγάλες Παρασκευές κι οι επιτάφιοι, της Αγιάς Μαρίνας το πανηγύρι, η τσίκνα του γύρου, η γεύση του ούζου και του κλεφτού φιλιού, η μυρωδιά του υπογείου που ανακάλυψα για πρώτη φορά απόψε, η μυρωδιά του περασμένου που είναι πιο έντονη, πιο διαπεραστική, που είναι η μόνη αλήθεια, το μόνο βέβαιο "έχω", τώρα που τίποτα πια δε θα μπορώ να έχω απ' όλα αυτά.

Τατιάνα Γκρίτση-Μιλλιέξ, "Αναδρομές", Θεμέλιο 1982

Κυριακή 13 Οκτωβρίου 2024

λευκή και παχύρρευστη

Όταν ανακάλυψα επιτέλους τα βιβλία, ούτε κι αυτά έγιναν τρόπος διαφυγής, αλλά μάλλον μια γλυκιά συμπύκνωση της πλήξης. Μπορούσα σχεδόν να την οπτικοποιήσω, λευκή και παχύρρευστη: το διάβασμα ήταν σαν να βυθιζόσουν σ' έναν γαλακτερό βάλτο. Έμενα με τις ώρες βουτηγμένη εκεί μέσα, μέχρι που ακόμα και το σώμα μου λυνόταν τελείως, και το στάσιμο υγρό εισχωρούσε στους πόρους μου. Ένιωθα πως ξαφνικά όλα αποκτούσαν νόημα, ήταν κάτι σαν μεταστοιχείωση, η ίδια η σάρκα μου μετουσιωνόταν σε πλήξη. Δεν μπορούσα να καταλάβω αν ένα βιβλίο μού άρεσε ή δεν μου άρεσε. Αλλά ποτέ δεν ήταν αυτό το ζητούμενο. Άλλωστε, και μόνο η ιδέα ότι το διάβασμα θα μπορούσε να εξελιχθεί σε απόλαυση ήταν τελείως σατανική. Πού να μπλέκεις τώρα σε περιπέτειες; Ένα μόνο πράγμα φοβόταν η οικογένειά μου περισσότερο κι από το τοξικό νέφος του Τσερνόμπιλ: την απόλαυση.

Veronica Raimo, "Ας Πούμε πως Είμαι Εγώ", Δώμα 2024 (μετάφραση Δήμητρα Δότση)  


 

Κυριακή 29 Σεπτεμβρίου 2024

ένα κάποιο σχέδιο

Το περίεργο είναι ότι εάν κάποιος διανοούνταν τότε να με αποκαλέσει "ονειροπαρμένο", εγώ θύμωνα. Είναι παράλογο. Έχω ζήσει σχεδόν όσα και οποιοσδήποτε άλλος, μην πω και περισσότερα. Εάν σήμερα θέλω να μιλήσω για τα όνειρα, δεν είναι επειδή δεν έχω τι άλλο να διηγηθώ. Είναι γιατί έτσι θέλω, τόσο απλά. Και το ότι διαλέγω ειδικά το όνειρο της καλύβας από κορμούς δέντρων, δεν είναι για κάποιο συγκεκριμένο λόγο. Υπάρχουν κι άλλες περιπέτειες, πιο πλήρεις, πιο ενδιαφέρουσες, πιο καλά δομημένες μέσα στο μυαλό μου. Όμως εγώ διαλέγω αυτή με την καλύβα, γιατί έτσι θα υποχρεωθώ να διηγηθώ κατ' αρχάς έναν πρόλογο, κάτι το οποίο πραγματικά συνέβη στον κόσμο των πραγματικών γεγονότων πριν από αρκετά χρόνια. Θα μπορούσε επίσης να αποτελέσει κι ένα κάποιο σχέδιο: να διηγούμαι παράλληλα ένα "συμβάν" κι ένα όνειρο. Όλοι μας θα μέναμε ευχαριστημένοι.

Juan carlos Onetti, "Το Πηγάδι", Μάγμα 2024 (μετάφραση Λευτέρης Μακεδόνας) 

Δευτέρα 16 Σεπτεμβρίου 2024

ένας καλός κι αγαπητός δρόμος

Μια κηλίδα σταμάτησε μες στη νύχτα, μια ζωή ξεστράτισε απ' τον κανονισμένο της δρόμο σύνοδα με τον μικρότατο θόρυβο που κάνει ένα μαχαίρι σ' ένα εχτρικό κορμί. Ένα σκοπός έγειρε πίσω από τα κλώνια δίχως να βγάνει άχνα. Αυτό είναι μια άλλη ιστορία, αν τους καταλάβαινε, μερικές σφαίρες αυτομάτου θα τους έκαναν να ξεχάσουνε για πάντα την ασχολία τους, να συζητούνε για κείνα που γίνονται και για τ' άλλα που δεν γίνονται.
Τα μάτια έχουνε κάπως λευτερωθεί από την εγκαρτέρηση αυτού που πρόκειται ν' ακολουθήσει και φέρνουν περιγυριά, τα χέρια δουλεύουνε με βιασύνη κι ανυπόμονα. - Ιδού το τέρμα. Πληροφορίες, πολλές πληροφορίες για τις θέσεις του εχτρού. Και το σώμα αυτό που κείτεται μπρος στα πόδια τους; Υπήρχε ένας παλιός μύθος που σε κάνει να τον πιστεύεις, τούτο το άψυχό πια σώμα: οι νεκροί σ' ακολουθούν...
Ο δρόμος του γυρισμού είναι πάντα ένας καλός κι αγαπητός δρόμος.
Οι φυλλάδες του μοντέρνου συγγραφέα θα εξάντλησαν την τελευταία τους υπομονή να περιμένουν το καινούριο γεγονός που θα τις φωτίσει και δεν θα τις αφήσει παραπεταμένες να δέρνονται με τη σκόνη ή με τον κίντυνο να τις σκορπίσει το ανέμελο χέρι της καθαρίστριας.

Τηλέμαχος Αλαβέρας "Τ' Αγρίμια του Άλλου Δάσους", Τόπος 2024   


Κυριακή 18 Αυγούστου 2024

το αγωνιώδες και το ζωτικό

Έτσι, όλα είναι βαριά από νόημα, όλα φέρουν ένα μήνυμα που αρμόζει να ξέρουμε να διαβάσουμε: μια ξαφνική βροχή, το πέταγμα ενός κραυγαλέου πουλιού, το φίδι που διασχίζει έναν δρόμο, κρέατα που αρνούνται να ψηθούν πάνω στον βωμό, ως κι ένα απλό φτάρνισμα την ώρα μιας τελετής - που ως και σήμερα χαιρετίζει η προσφώνηση γεια σου, προς κάποιον που φταρνίζεται. Λόγος ατέλειωτος, άμετρος, λόγος που φέρνει σκοτοδίνη και που απευθύνει το σύμπαν στον άνθρωπο, και που απαιτεί, για ν' αποκρυπτογραφηθεί -αφού τα λόγια εδώ γίνονται τα ίδια τα πράγματα- τον πίνακα των συγγενειών, τη γραμματική αυτής της ρεαλιστικής γλώσσας. Δεν νομίζω ότι έχομε αντιληφθεί (τώρα που ζούμε μέσα σ' ένα σύμπαν που μας μιλάει αλλιώτικα ή που το κάνουμε να μας μιλάει αλλιώτικα) τι το αγωνιώδες και το ζωτικό αντιπροσωπεύει αυτή η ανάγκη να καταλάβουμε πάση θυσία την αινιγματική γλώσσα, την πάντα καλυμμένη, πάντα αναλογική, αυτού του σύμπαντος που εκπέμπει, σε κάθε στιγμή, κρίσιμα μηνύματα για τον άνθρωπο. Γιατί πού, πώς να βρεις, πώς ν' ανακαλύψεις -και να σιγουρευτείς πως είναι το σωστό- το κλειδί που θα κάνει φωτεινό το σκοτάδι, διάφανο το θαμπό; 

Jacques Lacarrière, "Το Ελληνικό Καλοκαίρι", Χατζηνικολή 1980 (μετάφραση Ι. Δ. Χατζηνικολή)

Κυριακή 4 Αυγούστου 2024

φαγούρα στο χέρι·

Είναι περίεργο όμως να σας ζητάω συγγνώμη. Δεν έχω ιδέα ποιοι είσαστε· ούτε αν νοιάζεστε καθόλου για τον Χιου Λόνγκφορντ, ούτε αν είστε κάποιος που τον γνωρίζει στ' αλήθεια και τον αγαπάει. Απευθύνομαι σε σας επί τόσες σελίδες και το πρόσωπό σας είναι ένα κενό για μένα. Μπορεί να είστε απλώς αποκυήματα της ανάγκης μου να γράψω για όλα αυτά. Κάθισα κάτω το πρωί με μια φαγούρα στο χέρι· με μια ανάγκη να ξορκίσω κάποια πράγματα γράφοντάς τα σε ένα χαρτί. Δεν μπορούσα να γράψω στον αέρα, κι έτσι σας δημιούργησα, αλλά τι επαφή έχω μαζί σας; Κατεβάστε το χέρι σας κατά μήκος του σβέρκου σας, όπως κάνω κι εγώ αυτή τη στιγμή: και τώρα νιώθουμε κι οι δυο το ίδιο πράγμα ταυτόχρονα, έχουμε έρθει σε κάποιου είδους κοινωνία εσείς κι εγώ. Αλλά και πάλι, δεν έχω ιδέα ποιοι είσαστε.

Frank Ronan, "Οι Άνδρες που Αγάπησαν την Ήβλυν Κόττον", Άγρα 1994 (μετάφραση Αλεξάνδρα Παπαθανασοπούλου) 

Τρίτη 23 Ιουλίου 2024

κι εγώ να ψήνομαι

Όλα ήταν ένα αρρωστημένο παιχνίδι πλουσίων. Ποιος παρακολουθούσε ποιον, ποιος κρατούσε ποιον με ενοχοποιητικά στοιχεία και ντοκουμέντα για την κρυφή ζωή του, ποιος είχε μπει σε ποιανού το μυαλό κι έβλεπε καρέ καρέ όλη τη συστοιχία των ορμητικών εικόνων που κάνουν γκέλες από τον αμφιβληστροειδή σου στον νωτιαίο μυελό ένα χιλιοστό του δευτερολέπτου πριν χύσεις, τα πάντα, πούτσους μουνιά βυζιά σβέρκους φακίδες μασχάλες σφαλιάρες νανουρίσματα εφηβαία γραβάτες χειρόφρενα έντομα κάμπιες φίδια ρετσίνι να βγαίνει απ' το έλατο Μπέιλις να μπαίνει στο Καλούα δάχτυλα γλώσσες κωλοτρυπίδες, δεν έπαιζε κανένα ρόλο. Κάποιος πλήρωνε. Κάποιος διεστραμμένος πλήρωνε για όλα αυτά, και κάποιος διασκέδαζε με την ψυχή του σ' ένα πριβέ παράδεισο τρώγοντας σούσι αυγοτάραχο ξιφία. Ένα φριχτό ατύχημα συνέβαινε εκείνη τη στιγμή στην άλλη άκρη της πόλης, στο επαρχιακό δίκτυο, κάπου στα σύνορά μας, μια σύγκρουση με φοβερό θόρυβο κι αμέσως μετά διπλή έκρηξη κινητήρας-ντεπόζιτο που όμως δεν ήταν κανείς εκεί για να τ' ακούσει. Σιωπή και βουβαμάρα κι ημικρανία απ' τον αυχένα μέχρι τους κροτάφους, ο Λουκάς να μου το 'χει στείλει πίσω τρεις φορές για διορθώσεις και τώρα να πατάω την τελευταία αποστολή πριν πέσω κάτω, η γειτόνισσα απέναντι ολόγυμνη με αντιασφυξιογόνα μάσκα κι εγώ να ψήνομαι, να τρέμω, να μην μπορώ ξαφνικά να κουνηθώ γιατί προφανώς κάπου, κάπως, από κάποιον καριόλη μέσα σ' όλα αυτά, είχα κολλήσει κόβιντ.

Μάκης Μαλαφέκας, "Deepfake", Αντίποδες 2024 


Δευτέρα 24 Ιουνίου 2024

αυτοδύναμοι

Τα προβλήματα αυτά δεν αφορούν ολόκληρη τη λευκή εργατική τάξη. Ακόμα κι ως παιδί ήξερα ότι υπήρχαν δύο διαφορετικά σύνολα ηθών και προτύπων. Ο παππούς κι η γιαγιά ενσάρκωναν το ένα: παλιομοδίτες, ήπια θρησκευόμενοι, αυτοδύναμοι, άνθρωποι της σκληρής δουλειάς. Η μητέρα μου και, σταδιακά, ολόκληρη η γειτονιά μου ενσάρκωνε το άλλο: καταναλωτισμός, κοινωνική απομόνωση, θυμός, κακυποψία.

J. D. Vance, "Το Τραγούδι του Χιλμπίλη", Δώμα 2018 (μετάφραση Αριστείδης Μαλλιαρός) 


Δευτέρα 10 Ιουνίου 2024

δυστυχώς, η σκέψη απαιτεί χρόνο

"Μάλιστα" λέει η παρουσιάστρια. "Και σήμερα, Φιλομήδη, θεωρείτε ότι αυτό ακριβώς συμβαίνει; Ότι καθένας από μας βρίσκει τον τρόπο να τα βγάλει πέρα με το πραγματικό που μας προσφέρεται;"
"Ναι. Απολύτως. Επιτρέψτε μου να σας υπενθυμίσω αυτή τη φράση του Νίτσε: Οι αλήθειες είναι ψευδαισθήσεις που έχουμε ξεχάσει ότι είναι ψευδαισθήσεις". Εδώ, όλος ο πλανήτης βρίσκεται αντιμέτωπος με μια νέα πραγματικότητα, που ανατρέπει όλες μας τις ψευδαισθήσεις. Μας στέλνουν ένα σημάδι, αναμφίβολα. Δυστυχώς, η σκέψη απαιτεί χρόνο. Η ειρωνεία του πράγματος είναι πως το γεγονός ότι είμαστε εικονικοί μάς δίνει ίσως περισσότερες υποχρεώσεις προς τον πλησίον μας, προς τον πλανήτη. Και κυρίως, σε συλλογικό επίπεδο."
"Μα γιατί;"
"Επειδή -και αυτό ειπώθηκε ήδη από έναν μαθηματικό- το τεστ αυτό δεν απευθύνθηκε σ' εμάς ως άτομα. Η προσομοίωση αυτή αφορά τον ωκεανό· δεκάρα δεν δίνει για το πώς κινείται κάθε υδάτινο μόριο. Η προσομοίωση αναμένει μιαν αντίδραση από ολόκληρο τον ανθρώπινο είδος. Δε θα υπάρξει υπέρτατος σωτήρας. Θα πρέπει να σωθούμε μόνοι μας.

Hervé Le Tellier, "Η Ανωμαλία", Opera 2021 (μετάφραση Αχιλλέας Κυριακίδης) 

Τετάρτη 15 Μαΐου 2024

άνθρωπος στη θάλασσα

Ό,τι αποκαλούμε λογοτεχνικά έργα διαφέρει, κατά αυτόν τον τρόπο, από τις ταμπέλες των δρόμων και τα εισιτήρια των λεωφορείων. Είναι ιδιαιτέρως "φορητά", μπορεί να τα πάρει κανείς από το ένα μέρος στο άλλο, πράγμα που ισχύει για τα εισιτήρια των λεωφορείων μόνο για όσους έχουν στόχο να εξαπατήσουν το σύστημα. Το νόημά τους εξαρτάται λιγότερο από τις συγκυρίες από τις οποίες προέκυψαν. Μάλλον είναι εγγενώς αόριστης διάρκειας, και αυτός είναι ένας από τους λόγους που επιδέχονται πολλές ερμηνείες. Είναι επίσης ένας λόγος για τον οποίο συνήθως παρατηρούμε τη γλώσσα τους πιο προσεκτικά απ' ό,τι τα εισιτήρια των λεωφορείων. Δεν θεωρούμε τη γλώσσα τους κατά βάση πρακτική. Αντιθέτως, θεωρούμε ότι η γλώσσα τους σκοπίμως διαθέτει κάποια αξία καθαυτήν.
Αυτό δεν ισχύει εξίσου στην καθημερινή γλώσσα. Μια πανικόβλητη κραυγή "Άνθρωπος στη θάλασσα!" σπανίως είναι αμφίσημη. Συνήθως δεν την αντιμετωπίζουμε ως απολαυστικό λογοπαίγνιο. Αν ακούσουμε την εν λόγω κραυγή ενώ βρισκόμαστε πάνω σε καράβι, είναι απίθανο να αρχίσουμε να σκεφτόμαστε με ποιον τρόπο δημιουργείται ένα αρμονικό αποτέλεσμα με τα δύο θ ή ότι και οι δύο λέξεις τονίζονται στην προπαραλήγουσα. Ούτε θα επιχειρήσουμε να διακρίνουμε κάποιο συμβολικό νόημα σ' αυτή. Δεν θα θεωρήσουμε ότι με τη λέξη "άνθρωπος" εννοείται η ανθρωπότητα ολόκληρη, ή ότι η φράση στο σύνολό της υπονοεί την ολέθρια απώλεια της εύνοιας του Θεού. Πιθανόν να τα κάνουμε όλα αυτά στην περίπτωση που ο άνθρωπος στη θάλασσα είναι θανάσιμος εχθρός μας, έχοντας επίγνωση ότι, μέχρι να τελειώσουμε την ανάλυσή μας, θα τον έχουν φάει τα ψάρια. Διαφορετικά, όμως, είναι απίθανο να αναρωτηθούμε τι στο καλό μπορεί να σημαίνουν τούτες οι λέξεις. Το νόημά τους καθίσταται προφανές λόγω του πλαισίου. Αυτό θα μπορούσε να ισχύει ακόμα κι αν η κραυγή ήταν ψέμα. Αν δεν βρισκόμασταν στη θάλασσα, η κραυγή ίσως να μην έβγαζε νόημα, αλλά ο ήχος από τις μηχανές του πλοίου ξεκαθαρίζει, πέραν πάσης αμφιβολίας, το ζήτημα.

Terry Eagleton, "Πώς να Διαβάζουμε Λογοτεχνία", Πεδίο 2023 (μετάφραση Μυρσίνη Γκανά)

Παρασκευή 19 Απριλίου 2024

δεν υπάρχουν ιστορίες

Δεν υπάρχει ιδιαίτερος λόγος που τα σκέφτομαι τώρα όλα αυτά, καθώς στέκομαι στην Ακαδημίας και χαζεύω απέξω το γραφείο του Μαλούχου, ενώ σε περίπου μισή ώρα θα πρέπει να επιστρέψω στην Ευελπίδων και να βοηθήσω τη Δημητριάδου να αντιμετωπίσει όσο γίνεται λιγότερες από τις συνέπειες των πράξεών της - πέρα ίσως απ' ότι τα σκέφτομαι κάθε μέρα, αν και όχι απαραίτητα όλα αυτά, ούτε μόνο αυτά, ούτε πάντα με αυτή τη σειρά. Δεν είναι μόνο τη στιγμή του θανάτου μας - σχεδόν κάθε στιγμή όλη η ζωή περνάει μπροστά από τα μάτια μας, αφού μάλλον δεν υπάρχει ούτε μια μέρα στη διάρκεια της οποίας να μη σκεφτόμαστε, έστω στιγμιαία, όλα τα πράγματα που έχουμε κάνει ή όλους τους ανθρώπους που έχουμε γνωρίσει - όσους έχουν χαθεί για πάντα και όσους με κάποιον τρόπο μπλέκονται ακόμα στα πόδια μας. Κάθε μέρα περιέχει ολόκληρο το παρελθόν κι αυτό είναι τελικά το μεγαλύτερο εμπόδιο που δεν μας αφήνει να πούμε την ιστορία, και κυρίως να την πούμε ειλικρινά: το γεγονός πως αν θέλουμε να είμαστε απόλυτα ειλικρινείς δεν υπάρχουν ιστορίες - υπάρχει μόνο χρόνος.

Χρίστος Κυθρεώτης, "Εκεί που Ζούμε", Πατάκης 2019 

Σάββατο 6 Απριλίου 2024

καλό παιδί

Κάποτε γεννήθηκε ένα παιδί με μία ταμπέλα μπροστά στο μέτωπό του. Η ταμπέλα αυτή είχε την επιγραφή "Δικός μου". Το παιδί αντιλήφθηκε πως ήταν αγόρι από την κατάληξη και χαμογέλασε στη μητέρα του. Τα χρόνια περνούσαν και το αγόρι μεγάλωνε. Μια μέρα ρώτησε τη μητέρα του: "Μαμά, τι μου αρέσει να κάνω;" Εκείνη κοίταξε γλυκά το παιδί και του απάντησε: "Σου αρέσει να κάθεσαι και να παίζεις ήσυχος, μόνος σου. Είσαι καλό παιδί", του είπε.
Λίγα λεπτά αργότερα, η μητέρα σηκώθηκε, πήγε στην αποθήκη και άνοιξε, με το κλειδί που κρεμόταν στο λαιμό της, ένα συρτάρι. Επέστρεψε στο παιδί κρατώντας μία πλακέτα στα χέρια της, που έμοιαζε πολύ με την προηγούμενη που είχε το παιδί. Έπειτα τράβηξε με δύναμη, από το μέτωπο του παιδιού, την ταμπέλα που αναγραφόταν "Δικός μου" και την αντικατέστησε καρφώνοντας τη νέα: "Καλό παιδί". Ο μικρός ήταν τότε λίγο παραπάνω από πέντε χρονών.
Άρχισε να ουρλιάζει από τον πόνο αλλά η μητέρα του δεν είχε την ικανότητα ούτε να τον ακούσει, ούτε να αντιληφθεί την αλλαγή στην έκφραση του προσώπου του. Βλέπετε αυτές οι ταμπέλες είχαν μία ιδιότητα. Δημιουργούσαν ένα πλέγμα γύρω τους, που θόλωνε την οπτική αλλά και οποιαδήποτε άλλη δυνατότητα αντίληψης αυτού που την τοποθετεί. Το πλέγμα αυτό διαρκούσε είκοσι λεπτά. Τόσο διαρκούσε και η διαδικασία αποδοχής του πόνου.

Βασιλική Στρώλη, "Ένα Όχι και Τόσο Παραμύθι", Σπανίδης 2021

Δευτέρα 11 Μαρτίου 2024

μια ανάσα γεμάτη νερό

Με ηρεμεί να σκέφτομαι το μπλε ως το χρώμα του θανάτου. Χρόνια φαντάζομαι την έλευση του θανάτου σαν ένα κύμα που φουσκώνει - σαν έναν πανύψηλο μπλε τοίχο. Θα πνιγείς, μου λέει ο κόσμος, ανέκαθεν μου το έλεγε. Θα εισέλθεις σ' έναν μπλε κάτω κόσμο, μπλε από τα πεινασμένα φαντάσματα, στο μπλε του Κρίσνα, με τα μπλε πρόσωπα όσων αγάπησες. Κι αυτοί πνίγηκαν, όλοι. Μια ανάσα γεμάτη νερό: σε πανικοβάλλει ή σ' ενθουσιάζει αυτή η σκέψη; Αν είσαι ερωτευμένος με το κόκκινο, τότε κόβεις ή πυροβολείς. Αν είσαι ερωτευμένος με το μπλε, γεμίζεις τις τσέπες σου με πετραδάκια και μπαίνεις στο ποτάμι. Οποιοδήποτε ποτάμι.

Maggie Nelson, "Σπουδή στο Μπλε", Αντίποδες 2023 (μετάφραση Κρυσταλλή Γλυνιαδάκη)  

Τρίτη 27 Φεβρουαρίου 2024

στρόφιγγα

έχει μια στρόφιγγα ο οδυρμός
που όλο την πιλατεύω

αν την ανοίξω ίσως πνιγούμε
αν πάλι όχι, τότε σίγουρα

Βαλάντης Μάστορας, "Η Μοναξιά Περίστροφα", Ενύπνιον 2023

Τετάρτη 14 Φεβρουαρίου 2024

ρεμπώ

Έκλεισε την πόρτα πίσω της και ξεκίνησε. Το 'κοψε με τα πόδια, δεν ήθελε να πάρει ταξί. Τα τακούνια της ήταν ψηλά, αλλά είχαν σταθερό βήμα. Περπατούσε γρήγορα, με το κεφάλι ευθεία. Είχε από πριν αποφασίσει τι θα σκέφτεται στη διαδρομή. Άρχισε από τα τραγούδια που αγαπούσε. Τα τραγούδησε από μέσα της ένα ένα. Έπειτα έπιασε τα ποιήματα. Τους στίχους που επάνω τους καθρεφτίστηκε, και καθάρισε ή μουτζουρώθηκε, ανάλογα. Και καθόλου δεν είχε εξαντλήσει τους στίχους όταν το μυαλό της γλίστρησε στον Ρεμπώ. Στον Ρεμπώ τον ίδιο, στη μορφή του. Που από κοριτσάκι δε χόρταινε τη φωτογραφία του στα βιβλία. Το πεισμωμένο πιγούνι του, η νεκρική του ματιά, η πορσελάνινη μύτη του και τα άτακτα μαλλιά του την ερέθιζαν. Περπατούσε και ήταν ερεθισμένη. Την καύλωνε ο Ρεμπώ, και πώς να γινόταν να πέθαινε εκεί επιτόπου.

Χαρά Ρόμβη, "Σωτηρία", Αντίποδες 2023

Παρασκευή 19 Ιανουαρίου 2024

το άγιο τίποτα

Οι νύχτες κρύβουν στις τσέπες τους 
μια πονετική βροχή από λόγια παλιών ανθρώπων. 
Ο σταθμάρχης τότε, ακουμπάει τη ράχη τους 
μια στοίβα άγραφων βιβλίων 
που μας περιμένουν πάντα 
στους άδειους τους σταθμούς μας. 

Στις νύχτες αυτές που δεν έχουν πάτωμα 
κυκλοφορούμε έχοντας στα χέρια 
ωραίες μπουκάλες με κρασί σαν μπιμπερό. 
Μέσα τους πνίγονται λείψανα παλιών ελπίδων, 
που επιπλέουν χρόνια μες στις ξέρες μας. 

Στις νύχτες, λοιπόν, αυτές ψάχνουμε 
να βρούμε την θάλασσα του τίποτα 
εκεί που λέξη καμία δεν ανθίζει. 
Εκεί καθόμαστε στα κρύα τα βουνά 
και πέφτει πάνω μας αυτή η πονετική βροχή 
της μίας νύχτας, της μίας και μόνης νύχτας. 

Κι όπως αργά το τίποτα μας καταπίνει 
ανεβαίνει ο ήλιος πάνω στους ώμους μας 
σε άλλους γίνεται φωτιά 
σε άλλους φωτοστέφανο. 

Στο τέλος μένουμε αγκαλιασμένοι 
εκεί στην άγια σιωπή 
στου αγίου τίποτα, το μέρος.

Νίκος Βαραλής, "Το Τίποτα και οι Λέξεις", Ευδυμίων 2023

Σάββατο 6 Ιανουαρίου 2024

μικροπράγματα

Κάποια βράδια, ξαπλωμένος δίπλα στην Αϊλίν, ο Φέρλονγκ σκεφτόταν ξανά και ξανά μικρά πράγματα σαν κι αυτά. Άλλες φορές, όταν μια κουραστική μέρα γεμάτη κουβάλημα είχε φτάσει στο τέλος της ή όταν ένα σκασμένο λάστιχο τον είχε αφήσει να περιμένει μούσκεμα στην άκρη του δρόμου, επέστρεφε στο σπίτι, έτρωγε ένα πιάτο φαΐ κι έπεφτε νωρίς για ύπνο, κι έπειτα ξυπνούσε μες στη νύχτα, νιώθοντας την Αϊλίν να κοιμάται βαριά πλάι του – και τότε έμενε ακίνητος, με το μυαλό του να κάνε κύκλους, ανήσυχος, μέχρι να αποφασίσει να κατέβει τελικά κάτω να βάλει να βράσει το νερό για το τσάι. Καθόταν στο παράθυρο με την κούπα στο χέρι, κοιτάζοντας τον δρόμο και το ποτάμι μέχρι εκεί που έφτανε το μάτι του, κι όλα τα μικροπράγματα που συνέβαιναν έξω: τα αδέσποτα σκυλιά που έψαχναν για αποφάγια στα σκουπίδια, τις σακούλες έξω από τα φαγάδικα και τους άδειους κάδους που τους παράσερνε η ορμή του ανέμου και η βροχή, τους τελευταίους θαμώνες που έφευγαν από την παμπ, τρεκλίζοντας στον δρόμο για το σπίτι. 

Claire Keegan, "Μικρά Πράγματα σαν κι Αυτά", Μεταίχμιο 2022 (μετάφραση Μαρτίνα Ασκητοπούλου)