Παρασκευή 19 Ιανουαρίου 2018

τέτοιες μαλακίες

Ο Λούκα έβγαλε έναν βαθύ αναστεναγμό και το καλοφτιαγμένο του προσωπάκι συσπάστηκε από έναν μορφασμό απελπισίας. Έτσι μεγαλώνει κανείς, έτσι γίνεται άντρας; Αν το να γίνεις άντρας σημαίνει να μεταμορφωθείς σε έναν κουρασμένο και απογοητευμένο άνθρωπο, καλύτερα να μείνεις για πάντα παιδί: ένας Πήτερ Παν που παίζει στους κήπους του Κένσινγκτον ψάχνοντας τη Never, Never Land, την Ανύπαρκτη Χώρα. Ας όψεται ο Χέμινγουεϊ, ο καταραμένος Χέμινγουεϊ με την κομπορρημοσύνη του περί ανδρισμού και θάρρους, ο παππούς που, επειδή είχε κάνει φίλος του, παράσερνε τον κόσμο να διαβάζει τα βιβλία του, να τον παίρνει δηλαδή στα σοβαρά. "Μάθε, μάθε." Τι να μάθεις, δηλαδή; Να στέκεσαι στο παρατηρητήριο της Εισοσιπέντε Άλφα και να κοιτάς μια σημαία που θέλεις να δεις, αλλά δεν τη βλέπεις κι ένα παράθυρο που δεν θέλεις να δεις, αλλά το βλέπεις;!; Τους συγγραφείς δεν θα 'πρεπε να τους παίρνουμε στα σοβαρά, ποτέ. Φλυαρούν για να φλυαρούν, για να συνθέτουν λέξεις, επωφελούνται από το τυπωμένο χαρτί ξέροντας ότι οποιαδήποτε αερολογία τυπωμένη πάνω στο χαρτί φαντάζει σαν ακλόνητη αλήθεια. Να γίνεις άντρας, να γνωρίσεις τον πόλεμο, να έρθεις αντιμέτωπος με τον φόβο και το θάνατο, τέτοιες μαλακίες.

Oriana Fallaci, "Ινχαλλάχ", Εξάντας 1992 (μετάφραση Κούλα Καφετζή)

Παρασκευή 12 Ιανουαρίου 2018

κάποια στιγμή

-Ζούμε ιστορικές στιγμές.
-Ναι. Κάποια στιγμή θα καταγράψουμε ό,τι καταλάβαμε.
-Πώς θα γίνει, αν απλά ξαπλώνουμε σ' αυτή τη ζεστή γωνιά;
-Είναι δική μας.
-Ζούμε ιστορικές στιγμές, έτσι δεν είναι;
-Θα περάσουμε δύσκολα και κάποια στιγμή θα καταγράψουμε.
-Μην το πεις ποτέ αυτό που σκέφτεσαι όσο και να μου άρεσε.
-Δεν θα το πω.
-Σήμερα σφάχτηκαν πάλι. Αίματα.
-Θες να χαμηλώσω τη φλόγα;
-Ο μικρός που σου έλεγα τις προάλλες κουτούλαγε στον τοίχο.
-Τι νιώθεις;
-Θέλω να φύγω. Να πάω κάπου που να μιλάνε τη γλώσσα μου.
-Θα επιστρέψεις;
-Θα έρθεις καμιά βόλτα από εκεί;
-Θυμάσαι εκείνο το πρωινό;
-Πες μου τι θέλεις τώρα.
-Κάποια στιγμή θα καταγράψουμε.
-Θα καταγραφούμε. Προς το παρόν πάρε με αγκαλιά.
-Γιατί φοράς τις πυτζάμες μου;
-Για να σε μυρίζω.

παναγιώτης κ., "Συναρμογές", αυτοέκδοση 2017