Παρασκευή 29 Δεκεμβρίου 2017

κανένας δεν ήξερε τι έπρεπε να γίνει

Το εκτελεστικό απόσπασμα, οκτώ νεαροί πεζικάριοι στρατιώτες, ξεκίνησε με κανονικό στρατιωτικό βηματισμό για να καταλάβει τις θέσεις του, σηκώνοντας ψηλά το γόνατο στο κάθε βήμα, σύμφωνα με το κλασικό γερμανικό σύστημα. Οι τέσσερις γονάτισαν μπροστά, οι άλλοι τέσσερις στάθηκαν πίσω τους όρθιοι. Ο κατάδικος φαινόταν να τους περιεργάζεται.
Σε μια διαταγή, οι οκτώ άντρες σήκωσαν τα τουφέκια σε θέση βολής και δίπλα τους ο επικεφαλής αξιωματικός ύψωσε το ξίφος του έτοιμος να δώσει το πρόσταγμα: "Πυρ!"
Σημειώθηκε όμως κάποια καθυστέρηση. Ένα απ' τα γαϊδούρια, βόσκοντας στο χορτάρι, είχε μπει στο χώρο πίσω απ' τον κατάδικο και στη γραμμή σκόπευσης των φαντάρων.
Κανένας δεν φάνηκε να ξέρει εκείνη τη στιγμή τι έπρεπε να κάνει ή ποιος έπρεπε να το κάνει.
Ο κατάδικος είδε τι έτρεχε και, στρέφοντας, πήγε κουτσαίνοντας στο γαϊδούρι, έπιασε το σχοινί και ήρεμα, για να μην το τρομάξει, οδήγησε το ζώο πιο πέρα.
Στη διάρκεια αυτής της καθυστέρησης ο Σταύρος πλησίασε και πάλι τον κ. Φερνάν και του είπε:
"Λοιπόν, σερ, όταν τη σκεφτείς καλά την πρότασή μου -"
Η υπομονή του κ. Φερνάν είχε εξαντληθεί.
"Μα δεν έχεις κανένα ανθρώπινο αίσθημα;" είπε. "Να μιλάς για επιχειρήσεις σε μια τέτοια στιγμή! Δεν μπορείς να χωνέψεις ότι δεν θέλω κουβέντα για όλα αυτά τώρα; Θέλω να δω αυτό που γίνεται. Λοιπόν, για μια και τελευταία φορά: Σταμάτα!"
Ο Σταύρος συναίνεσε κουνώντας το κεφάλι, έσκυψε λίγο, όπως είχε δει τον κ. Φερνάν να κάνει πρωτύτερα, και ψιθύρισε:
"Εντάξει. Δεν θα ενοχλήσω άλλο - ως το βραδινό φαγητό απόψε". Και γυρνώντας τη ράχη απομακρύνθηκε.
Ο κατάδικος, αφού γύρισε πίσω στη θέση του στο λασπόχτιστο τοίχο, ξαναπήρε τη χορευτική στάση που είχε πριν και ύψωσε το κεφάλι ατενίζοντας και πάλι το εκτελεστικό απόσπασμα.
Ο αξιωματικός έδωσε το πρόσταγμα κατεβάζοντας με ορμή το ξίφος και ακούστηκε η ομοβροντία.
Εκείνη ακριβώς τη στιγμή ήταν που ο Σταύρος είδε την Αλθαία στις πίσω σειρές του πλήθους. Είχε σκεπάσει το πρόσωπό της με τις παλάμες της.
Ένα μουρμουρητό όμως απλώθηκε ανάμεσα στους θεατές. Ο κατάδικος δεν ήταν νεκρός. Σφάδαζε στο έδαφος και σερνόταν προς την καρέκλα όπου καθόταν λίγο πριν.
Και πάλι κανένας δεν ήξερε τι έπρεπε να γίνει.
"Δεν τον πέτυχαν!" ξεφώνιζε ο Χάρολντ Έιλσγουερθ.
Η πρώτη γραμμή του εκτελεστικού αποσπάσματος σηκώθηκε όρθια. Οι στρατιώτες κοίταζαν τον αξιωματικό περιμένοντας διαταγές.
Ο κατάδικος προσπαθούσε τώρα να σηκωθεί και να σταθεί στα πόδια του, πιασμένος απ' την καρέκλα. Σαν παλιός στρατιωτικός έκανε σαν να ήταν δικό του καθήκον να ολοκληρωθεί η διαδικασία. Καταφέρνοντας τελικά με μεγάλη δυσκολία να κρατήσει το κορμί του σε όρθια στάση με στήριγμα την καρέκλα, προσπάθησε να αντικρίσει και πάλι το εκτελεστικό απόσπασμα, όπως απαιτούσε το θάρρος του, αλλά δεν το 'βλεπε πουθενά.
Ο Χάρολντ Έιλσγουερθ έπνιγε με πολλή προσπάθεια ένα γέλιο.
"Οκτώ στρατιώτες!" ψιθύρισε στον κ. Φερνάν. "Οκτώ στρατιώτες και κανένας τους να μην πετύχει ένα ζωτικό σημείο του! Α, μα αυτή είναι πραγματικά μια πολύ καθυστερημένη χώρα".

Ηλίας Καζάν, "Πέρα από το Αιγαίο", Καστανιώτης 2000 (μετάφραση Μανώλης Κορνήλιος)

Τετάρτη 27 Δεκεμβρίου 2017

ψοφόκρυο

Ηξεύρης καν τι, σιώπα. Θα σιωπήσω, αν και μονάχα από ντροπή και για να προφυλάξω τους ανθρώπους, ε, λόγω κοινωνικής ευαισθησίας. Θέλησιν έχω άκαμπτον και σταθερόν του αχαλαρώτου έως τέλους δέοντος ελέγχου της φρονήσεως. Αλλά Τον είδα, επιτέλους, επιτέλους. Ήταν εδώ σε μένα, στη σάλα, με επεσκέφθη, απροοράτως και όμως παλαιόθεν αναμενόμενος, συνομίλησα μαζί Του εκτενώς και έχω μόνο τη μία εξοργιστική απορία κατόπιν τούτου, γιατί έτρεμα όλη την ώρα, από κρύο μόνο ή εξαιτίας Εκείνου. Είχα την αυθυποβολή, Εκείνος μου υπέβαλλε ότι έκανε κρύο ώστε να τρέμω και, ως εκ τούτου, να βεβαιωθώ ότι Εκείνος ήταν εκεί, σοβαρά, Είς αφ' εαυτού; Γιατί, καθείς το ξέρει ότι κανείς τρελός δεν τρέμει μπρος στα πλάσματα του νου του, τέτοια πράγματα του είναι οικεία και τα συναναστρέφεται χωρίς αμηχανία ούτε τρομάρα. Με ξεγέλασε φαίνεται Εκείνος, υποβάλλοντάς μου με το ψοφόκρυο ότι δεν είμαι τρελός και Εκείνος δεν είναι πλάσμα του νου αφού τρέμω μπροστά του από φόβο και αποβλάκωση; Είναι πανούργος.
Ηξεύρης καν τι, σιώπα. Σιωπώ μονάχος μου. Τα κατασιωπώ όλα εδώ στο πεντάγραμμο, ενώ ο σύντροφός μου εν ερήμω, που γελώ μαζί του, πέρα μακριά μέσα στη σάλα, παιδεύεται με translation του αγαπημένου ξένου στο μισητό δικό του. Συνθέτω, σκέφτεται, και αν έβλεπε ότι γράφω λέξεις θα σκεφτόταν ότι το ίδιο έκανε και ο Μπετόβεν.

Thomas Mann, "Δόκτωρ Φαούστους", Πόλις 2003 (μετάφραση Θόδωρος Παρασκευόπουλος)

Παρασκευή 15 Δεκεμβρίου 2017

έγινα θαύμα

Βγήκα στο μπαλκόνι. Κοίταξα αριστερά και είδα τον Πύργο του Άιφελ και πίσω του, πέρα μακριά σύννεφα και πίσω από τα σύννεφα ο ήλιος. Έκανε κρύο εκείνο το απομεσήμερο του Νοέμβρη. Καθώς κοίταζα τα σύννεφα θυμήθηκα το πρώτο από τα Πεζά ποιήματα του Κάρολου Μπωντλαίρ. "Ο ξένος", λέγεται.
Συνέχισα να περπατώ. Ώστε λοιπόν η απότομη αποκάλυψη της αλήθειας προκαλεί ψυχικό κλονισμό; Κι ωθεί τους άντρες να ριχτούνε στο κενό!
Πέρασα στον αέρα. Αντί να πέσω ανέβαινα. Νίκησα το νόμο της βαρύτητας.
Είμαι η Λάουρα Μπέττι στην ταινία του Πιερ Πάολο Παζολίνι "Θεώρημα"/ Ανεβαίνω. Κουφάλες. Ανέρχομαι. Έγινα θαύμα.
Ο επιθεωρητής βγήκε στο μπαλκόνι κι άρχισε να με καλεί να επιστρέψω.
-Γυρίστε! Πού πάτε; Σας περιμένουν στη Σορβόννη! Το διδακτορικό σας δίπλωμα. Η καριέρα σας. Η Ευρώπη! Τώρα μ' εγκαταλείπετε; Θα κρυώσετε, κάνει κρύο! Γυρίστε!
Κατευθύνθηκα βορειοδυτικά. Όταν έφτασα πάνω από τον Σηκουάνα, άφησα τη διατριβή μου να πέσει. Είδα να σχηματίζονται ομόκεντροι κύκλοι που μεγάλωναν, στα νερά που την υποδέχτηκαν.
Έφτασα πάνω από το Λούβρο. Κοίταξα κάτω, χαμογέλασα γεμάτος στοργή στους φυλακισμένους καλλιτέχνες κι έγινα σύννεφο. Στον Ουρανό.
Έκτοτε αεροβατώ.
Εσείς τι θα κάνατε;

Γιώργος Αλεξανδρινός, "Ένας Έλληνας Φοιτητής Αυτοκτόνησε στο Παρίσι", Αλεξάνδεια 1995

Παρασκευή 1 Δεκεμβρίου 2017

οι γυναίκες ανασήκωσαν τις φούστες τους

Με κάθισαν κάτω και μούδωσαν τρία χαρτιά: "τ' αστέρι, ο κρεμασμένος" κι ο "αυτοκράτορας". Αυτοί που ήταν κοντά μου, κοιτούσαν το παιχνίδι πάνω απ' τον ώμο μου και γελούσαν.
Ο γκρουπιέρης ανάγγειλε τ' αποτελέσματα και μοίρασε τα κέρδη. Αυτοί που ήταν δίπλα μου, γέμισαν τις τσέπες τους με τα μειράδια πούχαν κερδίσει. Οι γυναίκες ανασήκωσαν τις φούστες τους για να μπορέσουν να τους προφτάσουν. Γελούσαν τρανταχτά. Πολλές με δαχτυλόδειχναν κιόλας.
Τέλος ο γκρουπιέρης κραύγασε: "Η γενική κλήρωση: τ' αστέρι, ο κρεμασμένος κι ο αυτοκράτορας κερδίζουν τον μεγάλο λαχνό".
Οι γυναίκες μ' άρπαξαν στα χέρια και μ' έσυραν μπροστά στον γκρουπιέρη. Εκείνος μου είπε: "Πηγαίνετε σ' αυτό το δωμάτιο, εκεί θα σας παραδώσουν το δώρο του μεγάλου λαχνού". Και προσπάθησε να καταπνίξει το γέλιο του. Όλοι με κοιτούσαν και ξεκαρδίζονταν.
Οι δυο γυναίκες, μ' έμπασαν σε μια σάλα, μ' έδεσαν στο καβαλέτο κι άρχισαν να κόβουν μικρά οστέινα κομμάτια απ' τα μπράτσα και τις γάμπες μου. Μου δήλωσαν γελώντας:
"Είναι για να μικρύνεις, είσαι ακόμα πολύ μεγάλος".

Fernando Arrabal, "Η Πέτρα της Τρέλας", Αιγόκερως 1983 (μετάφραση Ανδρέας Ταρνανάς)