Τρίτη 29 Απριλίου 2014

δεν μάθαμε ποτέ

Ήμασταν όρθιοι στην ουρά της τράπεζας
Είχαμε τον αριθμό 2 22 και περιμέναμε...
Φύγαμε χωρίς να έρθει η σειρά μας
Και δεν μάθαμε ποτέ τι θα πει υπομονή
Μήπως ήταν ωραία κι αυτή

Μαρίζα Παρασύρη, "ο αυτο-νόητος", Οσελότος 2012

Σάββατο 26 Απριλίου 2014

μπροστά στον μέτελλο

Η Λεσβία, σαν είναι ο άντρας της μπροστά,
Πολλές βρισιές μου ρίχνει.
Πράγμα που κάνει το χαζό χαρούμενος να νιώθει.
Ανόητε, δεν το νογάς; Αγνή άμα σιωπούσε θα 'ταν.
Για άκου την, καθώς τσιρίζει και γαυγίζει,
Δεν έπαψε να μ' έχει στο μυαλό της.
Πιο ερεθιστική καθώς θυμώνει γίνεται,
Πα' να πει καίγεται και βράζει.

Gaius Valerius Catullus, "Ποιήματα", Μάτι 2013 (μετάφραση Χρήστος Εμμανουηλίδης)

Κυριακή 20 Απριλίου 2014

περιβόλι

Ο Χάρος εβουλήθηκε να φτιάσει περιβόλι.
Το 'σκαψε, το καλλιέργησε ναν το δεντροφυτέψει.
Φυτεύει νιες για λεμονιές, τους νιους για κυπαρίσσια,
φύτεψε τα μικρά παιδιά τριαντάφυλλα τρογύρω,
έβαλε και τους γέροντες φράχτη στο περιβόλι.

Λακωνία

Guy Saunier, "Τα Μοιρολόγια", Νεφέλη 1999

Πέμπτη 17 Απριλίου 2014

το αλωπεκικόν και πανούργον

Ακόμα και φυσιογνωμική μελέτη διαθέτουμε για την απόδειξη της έμφυτης κακότητας του Οδυσσέα: "Η απόσταση η μεγάλη των δύο ωτίων κατά το όπισθεν της κεφαλής μέρος του Οδυσσέως εδείκνυε το ακράτητον αυτού εις την ασωτείαν. Το περί αυτά τοξοειδές φανερώνει το αλωπεκικόν και πανούργον. Το ογκώδες των οστών των ωτίων εσημείωνε το πάθος όθεν γεννάται καθ' ημάς, η επιβουλή". Ό,τι κι αν λένε αυτές οι παρατηρήσεις, η χρόνια συνάφεια με τον Αλή τον εμπότισε με ορισμένα κακοήθη χούγια που θα το συνοδεύσουν στον υπόλοιπο βίο του. Ήταν φιλάργυρος, δόλιος και φιλύποπτος. "Με τον επικίνδυνο τούτον φίλον ο μέλλων να συζήση έπρεπε να προσέχει ως λαγός τους σκύλους ή τ' αρνίον τον λύκον". Ιδιαίτερα η καχυποψία του αξίζει ιδιαίτερης μνείας, καθώς μοιάζει αντιγραμμένη από το ήθος του Αλή. Ποτέ δεν έλεγε το μέρος όπου θα έπεφτε να κοιμηθεί και συχνά μεταμφιεζόταν όταν ήθελε να ταξιδέψει.

Κωστής Παπαγιώργης, "Τα Καπάκια", Καστανιώτης 2003

Δευτέρα 14 Απριλίου 2014

ένα φαιό ομιχλώδες τοπίο

Ο Ρουμπασόφ βάδιζε πέρα δώθε στο κελί από την πόρτα μέχρι το παράθυρο και πάλι πίσω, ανάμεσα σε κρεβάτι, νιπτήρα και βούτα, εξίμιση βήματα προς τη μία και εξίμιση προς την άλλη κατεύθυνση. Στην πόρτα έστριβε δεξιά, στο παράθυρο αριστερά: ήταν παλιά συνήθεια της φυλακής. Άμα δεν άλλαζες φορά στη στροφή, σύντομα ζαλιζόσουν. Τι, άραγε, συνέβαινε στον εγκέφαλό του Πρώτου; Φαντάστηκε μια εγκάρσια τομή του εγκεφάλου του, ζωγραφισμένη επιμελώς με γκρίζα νερομπογιά σε μια κόλλα χαρτί πιασμένη σ' ένα σχεδιαστήριο με πινέζες. Οι έλικες της φαιάς ουσίας συστρέφονταν η μία γύρω από την άλλη σαν ρωμαλέα φίδια, γίνονταν ασαφείς και νεφελώδεις σαν τα σπειροειδή νεφελώματα στους αστρονομικούς χάρτες... Τι, άραγε, συνέβαινε μέσα στις φουσκωμένες φαιές έλικες; Είναι γνωστά τα πάντα για τα μακρινά σπειροειδή νεφελώματα, μα τίποτα για τις έλικες. Ίσως γι' αυτό η Ιστορία ήταν μαντείο και όχι επιστήμη. Ίσως αργότερα, πολύ αργότερα, να την δίδασκαν με στατιστικούς πίνακες και με τη βοήθεια τέτοιων ανατομικών τομών. Ο δάσκαλος θα γράφει στον μαυροπίνακα μια αλγεβρική εξίσωση, που θα είναι η έκφραση των συνθηκών διαβίωσης του λαού ενός συγκεκριμένου έθνους για μια συγκεκριμένη χρονική περίοδο: "Εδώ, πολίτες, βλέπετε του αντικειμενικούς παράγοντες που οδήγησαν την ιστορική ανέλιξη προς αυτή την κατεύθυνση". Και, δείχνοντας με τον χάρακα ένα φαιό ομιχλώδες τοπίο ανάμεσα στον δεύτερο και τον τρίτο λοβό του εγκεφάλου του Πρώτου, θα λέει: "Εδώ βλέπετε την αντανάκλαση των παραγόντων αυτών στο υποκείμενο. Αυτή ακριβώς οδήγησε στον θρίαμβο της αρχής του ολοκληρωτισμού στην ανατολική Ευρώπη κατά το δεύτερο τέταρτο του 20ού αιώνα". Μέχρι να φτάσουμε εκεί, η πολιτική θα παραμένει αιματοβαμμένος ερασιτεχνισμός, σκέτη δεισιδαιμονία και μαύρη μαγεία...

Arthur Koestler, "Το Μηδέν και το Άπειρο", Νησίδες 2003 (Βασίλης Τομανάς)

Τρίτη 8 Απριλίου 2014

οι ηλιοφάγοι

"Ο καιρός είναι υπέροχος αυτή την εποχή" είπε ο Ντομένικο. Και καθώς ο Ελία δεν καταλάβαινε, του έκανε νόημα να μπει μέσα, του έδωσε κάτι να πιει και του εξήγησε: "Ο καιρός είναι υπέροχος. Ένα μήνα τώρα, ο ήλιος καίει. Δεν γινόταν να φύγεις. Όταν ο ήλιος βασιλεύει στον ουρανό και δεν τον αντέχουν ούτε οι πέτρες, δεν μπορείς να κάνεις τίποτα. Την αγαπάμε πολύ αυτή τη γη. Δεν δίνει τίποτα, είναι πιο φτωχή κι από μας, όταν όμως ο ήλιος τη ζεσταίνει, κανείς μας δεν μπορεί να την εγκαταλείψει. Είμαστε παιδιά του ήλιου, Ελία. Τη ζεστασιά την έχουμε μέσα μας. Απ' όσο τα κορμιά μας μπορούν να θυμηθούν, ο ήλιος πάντα υπήρχε, ζέσταινε τη βρεφική μας επιδερμίδα. Κι εμείς δεν χορταίνουμε να τον τρώμε, να τον ξεκοκαλίζουμε. Βρίσκεται εκεί, μέσα στα φρούτα που τρώμε. Στα ροδάκινα. Στις ελιές. Στα πορτοκάλια. Είναι το άρωμά του. Κατεβαίνει στο λαιμό μας με το λάδι που πίνουμε. Είναι μέσα μας. Είμαστε οι ηλιοφάγοι. Το ήξερα πως δεν θα έφευγες. Αν τις τελευταίες ημέρες είχε βρέξει, ίσως, ναι. Αλλά τώρα, είναι αδύνατον".

Laurent Gaudé, "Κάτω από τον Ήλιο του Νότου", Μεταίχμιο 2011 (μετάφραση Τζένη Κωνσταντίνου)

Σάββατο 5 Απριλίου 2014

the game of war

Φυσικά, εμμένουμε στις εμμονές μας, χρόνια τώρα, δεκαετίες. Και γιατί όχι; Αφού έχει περίτρανα αποδειχτεί ότι οι επιλογές μας, συνδυαζόμενες με κάποιες μελωδίες της Τύχης και κάποια σκιρτήματα της Μοίρας, δεν ήσαν οι χειρότερες. Απεναντίας. Αλίμονο σε όσους δεν έμαθαν ποτέ να υπερασπίζονται ό,τι αγαπούν και ν' αγαπούν ό,τι υπερασπίζονται. Ο λάκκος της λήθης είναι η κατάληξη τους. Εμείς προσπερνάμε, σηκώνοντας πια αδιάφορα τους ώμους, και συνεχίζοντας να παίζουμε το Πόκερ της Σαγήνης.

Γιώργος Ίκαρος Μπαμπασάκης, "Η Φυλή των Happy Few", Ηλέκτρα 2004

Τετάρτη 2 Απριλίου 2014

τα όρια του κόσμου

Η λογική γεμίζει τον κόσμο. Τα όρια του κόσμου είναι και δικά της όρια.

Έτσι στη λογική δεν μπορούμε να πούμε: Αυτό και αυτό υπάρχει στον κόσμο, εκείνο δεν υπάρχει.

Με αυτό δηλαδή φανερά θα προϋποθέταμε πως αποκλείουμε ορισμένες δυνατότητες, πράγμα που δεν μπορεί να συμβαίνει, επειδή διαφορετικά η λογική θα έπρεπε να βγει έξω από τα όρια του κόσμου. Θα έπρεπε δηλαδή τότε να μπορεί να θεωρεί τα όρια αυτά και από την άλλη πλευρά.

Αυτό που δεν μπορούμε να σκεφτούμε, αυτό δεν μπορούμε να το σκεφτούμε. Και δεν μπορούμε να πούμε αυτό που δεν μπορούμε να σκεφτούμε.

Ludwig Wittgenstein, "Tractatus Logico Philosophicus", Παπαζήσης 1978 (μετάφραση Θανάσης Κιτσόπουλος)