Τετάρτη 26 Οκτωβρίου 2022

σ' ένα συνηθισμένο νορβηγικό σταθμό διοδίων

Το γκρίζο πουλί μπήκε στο οπτικό πεδίο του Χάρι και πέταξε πάλι μακριά. Πίεσε λίγο περισσότερο τη σκανδάλη στο τριανταοχτάρι Smith & Wesson του κοιτάζοντας μέσα από το στόχαστρο την ακίνητη πλάτη πίσω απ' το τζάμι. Κάποιος χθες βράδυ στην τηλεόραση μιλούσε για τον σταματημένο χρόνο.
Την κόρνα, Έλεν. Πάτα τη γαμημένη την κόρνα. Πρέπει να είναι πράκτορας της Μυστικής Υπηρεσίας.
Σταματημένος χρόνος, όπως την παραμονή της Πρωτοχρονιάς προτού έρθει ο Άι-Βασίλης.
Η πρώτη μηχανή βρισκόταν τώρα δίπλα στο θάλαμο των διοδίων και ο κοκκινολαίμης ήταν ακόμα μια μαύρη κουκκίδα στο περιθώριο του οπτικού του πεδίου. Ο χρόνος στην ηλεκτρική καρέκλα προτού ανεβάσουν τον διακόπτη...
Ο Χάρι πίεσε τη σκανδάλη. Μία, δύο, τρεις φορές.
Και τότε ο χρόνος επιταχύνθηκε ξέφρενα. Το χρωματιστό τζάμι έγινε άσπρο, σκορπίζοντας θραύσματα πάνω στην άσφαλτο, και π΄ρολαβε να δει ένα χέρι να εξαφανίζεται κάτω απ' το ύψος του θαλάμου, προτού το σφύριγμα απ' τ' ακριβά αμερικάνικα λάστιχα ακουστεί - για να χαθεί και πάλι.
Κοίταζε προσεκτικά προς το θάλαμο. Μερικά κίτρινα φύλλα που στροβιλίστηκαν από την αυτοκινητοπομπή αιωρούνταν ακόμη προτού καθίσουν πάνω σ' ένα βρώμικο γκρίζο παρτέρι. Έριξε μια προσεκτική ματιά προς το θάλαμο. όλα ήταν ήσυχα και πάλι και, για μια στιγμή, μπόρεσε να σκεφτεί πως βρισκόταν σ' ένα συνηθισμένο νορβηγικό σταθμό διοδίων, μια συνηθισμένη νορβηγική μέρα του φθινοπώρου, μ' ένα συνηθισμένο πρατήριο βενζίνης Esso στο φόντο. Μέχρι που του μύρισε ο συνηθισμένος δροσερός αέρας του πρωινού: φύλλα που σαπίζουν και καυσαέρια αυτοκινήτων. Έμεινε έκπληκτος: μήπως τίποτε απ' αυτά δε συνέβαινε στ' αλήθεια;
Εξακολουθούσε να κοιτάζει προς το θάλαμο, όταν το αδυσώπητο ουρλιαχτό από την κόρνα του Volvo πίσω του έκοψε τη μέρα στα δύο.

Jo Nesbø, "Ο Κοκκινολαίμης", Ορφέας 2008 (μετάφραση Χαράλαμπος Γιαννακόπουλος)      

Κυριακή 2 Οκτωβρίου 2022

επί ματαίω

Τόση ώρα προσπαθεί να σε αφυπνίσει, να σε προειδοποιήσει, προτάσσοντας το μισογκρεμισμένο του κορμί, τα σαπισμένα του θεμέλια, τη ρυτιδιασμένη του πρόσοψη. Επί ματαίω, όμως. Κανείς δεν θ' αγρυπνήσει έξω απ' αυτό το σπίτι, συνειδητοποιώντας το αναπόφευκτο, το γραφτό, που θα τον κάνει όμως ν' απολαύσει κατόπιν τη ζήση του μ' έναν τρόπο διαφορετικό, μ' έναν τρόπο αληθινό, γιορτάζοντας το προσωρινό κι εφήμερο της κάθε μέρας, της κάθε στιγμής.
Άμοιροι, πτωχοί ταξιδευτές της ματαιοδοξίας, λαθροκυνηγοί της ύλης και των τίτλων ιδιοκτησίας που σαπίζουν στο σκευοφυλάκιο ενός κάποιου οικείου Υποθηκοφυλακείου ή Κτηματολογικού Γραφείου κατά τον εκσυγχρονισμένο τρόπο καταγραφής της ανθρώπινης μικρότητας. Θα προσπεράσετε κι εσείς. Σας ικετεύω. Μην βιάζεστε. Σταθείτε δυο λεπτά. Αναλογιστείτε. Αντικρίστε ετούτο εδώ το σπίτι, ακουμπήστε το χέρι σας πάνω στους υγρούς τοίχους του και νιώστε μέσα σας τι έχει να σας πει. Μην επαναλάβετε το σφάλμα των προκατόχων του. 

Νίκος Παπαδόπουλος, "Το Πέρασμα", 'Ηβη 2022