Παρασκευή 31 Αυγούστου 2012

σε τι γλώσσα μιλούν οι άγιοι;

Ο Τζιόρτζιο λάτρευε τις ιστορίες και ο Μαρίνος κάθε τόσο του διηγιόταν τα κατορθώματα των ηρώων και των προγόνων του και των αγίων και των φτερωτών αλόγων, όσα και όπως τα θυμόταν μέσ' απ' τα χρόνια που είχανε περάσει, εμπλουτίζοντάς τα όπως του ερχόταν. Ο Τζιόρτζιο άκουγε όλος σοβαρότητα και ξανασκεφτόταν τις ιστορίες μέσα στο μυαλό του και κάθε τόσο έκανε κάποιες απροσδόκητες ερωτήσεις.
"Σε τι γλώσσα μιλούν οι άγιοι;" ρώτησε κάποτε τον πατέρα του.
"Χμ, ο άγιος Σπυρίδων μιλά ελληνικά, καθώς και οι άγιοι Κύριλλος και Μεθόδιος. Θαρρώ πως και ο άγιος Γεώργιος το ίδιο. Αλλά ο άγιος Τζιοβάνι Μπαττίστα κι άγιος Μάρκος μιλούνε πάντα ιταλικά". Έξαφνα κι ο Μαρίνος απορούσε κι ο ίδιος. Με σωφροσύνη συμβούλεψε: "Θαρρώ πως, αν σ' όλους μιλούσες λατινικά, θα 'πεφτες μέσα. Όλοι οι άγιοι ξέρουν λατινικά". Κι ύστερα, καθώς τον κοιτούσε ανήσυχος ο μικρός, συμπλήρωσε: "Και δεν τους νοιάζει αν κάνεις και κανένα λάθος". (Ο Τζιόρτζιο είχε αρχίσει να μαθαίνει λατινικά.)
Άλλη ερώτηση: "Αν συναντήσω κάποιον άγιο, πως θα τον προσφωνήσω;".
"Θα μπορούσες να τον αποκαλέσεις Monsieur, δε νομίζω να πειράζει πολύ, αλλά θα πρέπει να το συνοδέψεις με την πιο ευγενική σου υπόκλιση".

Petrie Harbouri, "Φιλάδελφος", Πατάκης 2002 (μετάφραση Αλέξης Πανσέληνος)

Δευτέρα 27 Αυγούστου 2012

οι αγάπες

Θα 'ρθουν όλες μια μέρα, και γύρω μου
θα καθίσουν βαθιά λυπημένες.
Φοβισμένα σπουργίτια τα μάτια τους,
θα πετούνε στην κάμαρα μέσα.
Ωχρά χέρια θα σβήνουν στο σύθαμπο
και θανάσιμα χείλη θα τρέμουν.

"Αδελφέ" θα μου πουν "δέντρα φεύγουνε
μες στη θύελλα, και πια δε μπορούμε,
δεν ορίζουμε πια το ταξίδι μας.
Ενα θάνατο πάρε και δώσε.
Εμείς, κοίτα, στα πόδια σου αφήνουμε,
συναγμένο από χρόνια, το δάκρυ.

"Τα χρυσά πού 'ναι τώρα φθινόπωρα,
πού τα θεία καλοκαίρια στα δάση;
Πού οι νυχτιές με τον άπειρον, έναστρο
ουρανό, τα τραγούδια στο κύμα;
Οταν πίσω και πέρα μακραίνανε,
πού να επήγαν χωριά, πολιτείες;

"Οι θεοί μας εγέλασαν, οι άνθρωποι,
κι ήρθαμε όλες απόψε κοντά σου,
γιατί πια την ελπίδα δεν άξιζε
το σκληρό μας, αβέβαιο ταξίδι.
Σα φιλί, σαν εκείνα που αλλάζαμε,
ένα θάνατο πάρε και δώσε."

Θα τελειώσουν. Επάνω μου γέρνοντας,
θ' απομείνουν βουβές, μυροφόρες.
Ολοένα στην ήσυχη κάμαρα
θα βραδιάζει, και μήτε θα βλέπω
τα μεγάλα σαν έκπληκτα μάτια τους
που γεμίζανε φως τη ζωή μου...

Κώστας Καρυωτάκης, "Ελεγεία και Σάτιρες", Ιδεόγραμμα 1998

Παρασκευή 24 Αυγούστου 2012

ήμασταν η μοναδική αλήθεια του εαυτού μας

Γι' αυτό υπήρχε τόση ένταση στις πρώτες μου συναντήσεις με την Έλενα, ήταν ο έρωτας που απαιτούσε κινήσεις τις οποίες γνώριζαν τα σώματά μας. Πολύ περισσότερο, ήταν οι μοναδικές κινήσεις και εκφράσεις με τις οποίες αναγνωρίζονταν τα σώματά μας ανέκαθεν. Ήταν το κάθισμα με λυγισμένα πόδια, η γλώσσα που γλύφει τα χείλη, τα δάχτυλα που χώνονται στα πιο πρόστυχα μέρη. Ενώ τα δυο κορμιά μας βογκούσαν κι ανάσαιναν λαχανιασμένα, ήμασταν η μοναδική αλήθεια του εαυτού μας, όλα τα υπόλοιπα ήταν μια μάσκα την οποία μας επέβαλλαν οι άλλοι.

Rafael Chibres, "Σκηνές Κυνηγιού", Άγρα 2009 (μετάφραση Κρίτων Ηλιόπουλος)

Τετάρτη 22 Αυγούστου 2012

έρχομ' εγώ…

Έρχομ' εγώ, φτάνω εγώ προς Eσένα!

K' έτσι σε ημέραν ηλιόκαλην όπως
το βραδινό ξαφναπλώνουμε σκότος
κλείνοντας γύρω μας κάθε φεγγίτη
για να χαρούμ' εκεί απάνου στον τοίχο
κάποιους ριγμένους μ' έν' άλλο φως ήσκιους,
έτσι στο φως της ζωής μου ένα σκότος
έξαφν' απλώνω. Tης είπα της Nύχτας:
―Kλέφτρα, δεν τρέμω, να ψάξω 'σε στάσου.―
K' έκλεισα μέσα μου κάθε φεγγίτη
για να χαρώ ξανοιγμένον απάνου
στου μυστηρίου τον αγκρέμιστο τοίχο,
ω! τον ολόφωτον ήσκιον, Eσένα!

Kαι της καρδιάς: ―Ξερριζώσου, της είπα,
και της βουλής μου: ―Παράλυτη πέσε!
Σβύσου! Tης μνήμης, της γνώμης: Kοιμήσου!
Tη φαντασία την έπνιξα, σπρώχνω
κάθε χαρά στο γκρεμό, κάθε λύπη
τη μαχαιρώνω, κι ολάγρια μαδώντας
ποδοπατώ της αγάπης τα ρόδα.
K' έκραξα: ―Mάτια, κλειστήτε, και χείλη
μου, βουβαθήτε, κι αυτιά, μην ακούτε.
Kι όταν το είναι μου ολόγυμνον, άλλο,
ξένο και απ' όλα του γύρω και ολούθε
σαν από αέρα και σαν από λαύρα
το γοργοφύσημ' ακράτητο πήρε
προς τ' αξεδιάλυτου χάους το δρόμο,
είπα:
―Eσύ τώρα, εσύ τώρα, εσύ τώρα,
γίνε Kαρδιά, Φαντασία και Mνήμη,
δείξου Bουλή, γλυκοπρόσταξε Γνώμη,
κάψε με Λύπη, Xαρά φίλησέ με,
κλείσε μ' εσύ στην αγκάλη σου, αγάπη,
στόμα μου εσύ και ακοές μου και μάτια.
Kάμε μ' Eσύ, κλείσου μέσα μου Eγώ μου
και με του είναι μου σμίξου το είναι!

Κωστής Παλαμάς, "Κ' έχω από σας μια δόξα να ζητήσω", Ερμής 2001

Σάββατο 18 Αυγούστου 2012

γνωρίζεις;

Σε χαϊδεύω και σ' αγαπώ: Δημιουργώ σε εσένα. Αγαπώ τις αναμνήσεις μου. Μεταφέρεσαι με τρόπο περίεργο στις αναμνήσεις μου. Σέβομαι και σπουδάζω τις αναμνήσεις μου αυτές.
Γνωρίζεις;
Τώρα ζητώ την παύση του ύπνου. Κοιτώ σε, πλάσμα κοιμισμένο, διαυγές, σε κλείνω μες στον πόθο μου. Σε σφραγίζω στο ταξίδι μου, σε φυλώ χωρίς δάκρυα σε σεντούκι σοφού αρμενιστή, μα ακόμα εξετάζω τα αλλότρια.
Αποκαλύπτεσαι τέλεια όταν κοιμάσαι, σου λέω και σε φιλώ.
Με μια εξασθενημένη κίνηση σβήνω το φως και όλα γίνονται ευάλωτα στην εξουσία των ονείρων. 

Δημήτρης Χρυσός Τομαράς, "Ο Π & η Μαργαρίτα", Ίνδικτος 2009

Πέμπτη 16 Αυγούστου 2012

γιατί δεν είχε καταλάβει πόσο αξιοζήλευτα ανύπαρκτη προσωπικότητα ήμουν

Λοιπόν, η δική μου θεωρία για τη ζωή είναι η εξής:
Υπάρχουν τριών ειδών άνθρωποι. Αυτοί που λύνουν τον κύβο του Ρούμπικ, εύκολα ή δύσκολα, δεν έχει σημασία. Αυτοί που δεν μπορούν να τον λύσουν ακόμα και αν βγουν στη σύνταξη προσπαθώντας. Και τέλος, όσοι δεν μπορούν να τον λύσουν μεν, ωστόσο καραδοκούν και, την κατάλληλη στιγμή, όταν δεν τους βλέπει κανείς, ξεκολλάνε τα μικρά, αυτοκόλλητα χρωματιστά χαρτάκια και τα ξανακολλάνε στη σωστή θέση, ώστε ο κύβος να δείχνει φτιαγμένος.
Προσωπικά, ανήκω στους δεύτερους και περνάω καμιά φορά και από τη γειτονιά των τρίτων. Δεν με ελκύει, ούτε μου λείπει η δημοσιότητα και τα μεγαλεία. Πού και πού, βέβαια, φαντάζομαι ότι γίνομαι ξαφνικά celebrity και πέφτει στα πόδια μου η Βιβή, ζητώντας συγγνώμη που με παράτησε τότε, γιατί δεν είχε καταλάβει πόσο αξιοζήλευτα ανύπαρκτη προσωπικότητα ήμουν, αλλά εγώ φυσικά τη φτύνω και λέω ότι δεν προλαβαίνω τώρα γιατί έχω να πάω σε φιλανθρωπικό γκαλά, να βοηθήσω τα παιδιά του Τρίτου Κόσμου να μείνουν στον τόπο τους, μην κάνουν καμιά μαλακία και πλακώσουν κατά δω μεριά.
Από την άλλη, δεν είμαι ιδιαίτερα έξυπνος, μου αρέσει όμως να φαντάζομαι ότι μια εξωγήινη επιτροπή μέτρησης ανθρώπινης ευφυΐας σκανάρει τα μυαλά όλων των κατοίκων του πλανήτη και εγώ βγαίνω μέσα στους εκατό πρώτους, και το μαθαίνουν, όχι όλοι, στα παπάρια μου άλλωστε, μόνο η γειτονιά και οι γέροι στο χωριό της μάνας μου.
Αυτά όμως είναι για δική μου, εσωτερική κατανάλωση και δεν είναι σε καμιά περίπτωση πόθος ή επιδίωξη. Όχι, στην πραγματικότητα εγώ θέλω να ζήσω και να πεθάνω ήσυχα, χωρίς εξάρσεις. Να κάνω μια τρελή καβάντζα κάπως, κάποτε, και να τρώω από τα έτοιμα μέχρι να τα τινάξω, και άσε στους άλλους τη δόξα και τη φήμη.
Μετά το θάνατό μου, θέλω η σορός μου να εκτεθεί σε λαϊκό προσκύλιασμα, να μαζευτούν ένα μάτσο χασομέρηδες, να πίνουν καφέ, να παίζουν τάβλι, να χαζεύουν το κουφάρι μου και να λένε ότι ήμουν ένας αδιάφορος άνθρωπος, χαμηλής ευφυΐας και ανύπαρκτου χιούμορ, χωρίς κάποιο ταλέντο ή δεξιότητα, με άλλα λόγια είχα όλα τα φόντα να γίνω διάσημος, αλλά επέλεξα συνειδητά να είμαι άλλος ένας οποιοσδήποτε, που δεν αξίζει να μάθει ποτέ κανείς τίποτα γι' αυτόν. στον τάφο μου θέλω να γραφτεί: "Μια ζωή έδινε ρέστα", και να ρωτάει ο κόσμος αν ήμουν ρήτορας, ή καλλιτέχνης, ή έστω αθλητής, και ο φύλακας του νεκροταφείου να αποκρίνεται ότι δεν ήμουν τίποτα από αυτά, ήμουν απλά ψιλικατζής. Κρίση; Δεν ξέρω αν έχουμε, δεν με νοιάζει άλλωστε. στο τέλος θα επιβιώσω, γιατί είμαι χρυσή μετριότητα και, είτε το θέλετε είτε όχι, χάρη σε εμένα και τους ομοίους μου συνεχίζει ο κόσμος και γυρίζει.

Κωστάκης Ανάν, "Βολική Αναισθησία", Babelart 2012

Τρίτη 14 Αυγούστου 2012

οι Σαίξπηρ, οι Φόκνερ, οι Γέιτς

Για τους συγγραφείς ισχύει η πυραμίδα που βλέπουμε σε όλους τους τομείς του ανθρώπινου ταλέντου και της ανθρώπινης δημιουργικότητας. Στη βάση είναι οι κακοί. Από πάνω είναι μια ομάδα κατά τι μικρότερη αλλά παρ' όλα αυτά επίσης μεγάλη και ανοιχτή: είναι οι επαρκείς συγγραφείς. Μπορείτε επίσης να τους βρείτε στο προσωπικό της τοπικής εφημερίδας σας, στα ράφια του βιβλιοπωλείου της γειτονιάς σας και σε απαγγελίες ποίησης σε ανοιχτές ποιητικές βραδιές. Είναι τύποι που κάπως καταλαβαίνουν ότι, αν και μια λεσβία μπορεί να είναι οργισμένη, τα στήθια της θα παραμείνουν στήθια.
Το επόμενο επίπεδο είναι πολύ μικρότερο. Είναι οι αληθινά καλοί συγγραφείς. Κι από πάνω τους, πάνω από σχεδόν όλους εμάς, είναι οι Σαίξπηρ, οι Φόκνερ, οι Γέιτς, οι Μπέρναρντ Σο και οι Γιουντόρες Γουέλτι. Είναι μεγαλοφυΐες, θεϊκές συμπτώσεις, προικισμένοι κατά τρόπο που το να τον κατανοήσουμε, είναι πέρα από τις ικανότητές μας. Διάβολε, οι περισσότερες μεγαλοφυΐες δεν μπορούν να κατανοήσουν οι ίδιοι τον εαυτό τους και πολλοί ζουν μια άθλια ζωή (τουλάχιστον σε κάποιο επίπεδο) συνειδητοποιώντας ότι δεν είναι παρά τυχερά τέρατα, η πνευματική εκδοχή μοντέλων μόδας που έτυχε να γεννηθούν με σωστά ζυγωματικά και με στήθη που ταιριάζουν στο πρότυπο μιας εποχής.

Stephen King, "Περί Συγγραφής", Bell 2006 (μετάφραση Μιχάλης Μακρόπουλος)

Κυριακή 12 Αυγούστου 2012

ανάμεσα σε έντιμους και ανέντιμους

Και στις δυο χώρες, η πάλη των τάξεων έγινε πάλη ανάμεσα σε έντιμους και ανέντιμους. Και η φροντίδα για τους εδώ και τώρα ζώντες φτωχούς εξαφάνισε το κλασικό μαρξιστικό αίτημα για την κατάργηση του μηχανισμού που αναπαράγει διαρκώς τη φτώχεια. Γιαυτό λέμε πως η ελληνική Αριστερά είναι κατ’ ουσίαν φιλάνθρωπη ορθοδοξία και η πολωνική αριστερά φιλάνθρωπος καθολικισμός – τόσο φιλάνθρωπος, που να μοιάζει απόλυτα φυσιολογικός ο χαρακτηρισμός «Αλληλεγγύη» για το θρυλικό εργατικό σωματείο που ξεκίνησε από τα ναυπηγεία του Γκντανσκ (Ντάντσιχ) για να τα κάνει όλα άνω κάτω στην Πολωνία και να επιβάλει τελικά σαν πρόεδρο της Δημοκρατίας το πιο δραστήριο στέλεχός της, τον σαχλεπίσαχλο Λεχ Βαλέσα. Τόσο στην Πολωνία όσο και στην Ελλάδα, ο αριστερισμός δεν είναι παρά λαϊκισμός, δηλαδή χριστιανισμός σε τελική ανάλυση, αφού πρώτος ο χριστιανισμός στην ανθρώπινη ιστορία κήρυξε μια αφηρημένη ισότητα και έναν αόριστο ανθρωπισμό, ερήμην κάθε οικονομικής παραμέτρου, και πρώτος χάρισε στον άνθρωπο ποιότητες ερήμην και της γνώσης, και του ταλέντου, και της ευφυΐας. Η ρίζα του λαϊκισμού εν γένει και ειδικότερα της αριστερής παραλλαγής του είναι χριστιανική.

Βασίλης Ραφαηλίδης, «Λαοι της Ευρώπης», Εκδόσεις του Εικοστού Πρώτου 1996

Τετάρτη 8 Αυγούστου 2012

τώρα είναι παντού

Θα μπορούσε να κοιμάται ήσυχος, μα τα όνειρά του δεν τον άφηναν. Έχω διαβάσει ιστορίες για τον τρόμο που νιώθει ένας ετοιμοθάνατος όταν έχει ένοχη συνείδηση. Μας έλεγαν συχνά τέτοιες στο μοναστήρι. Συγκεκριμένα, ένας μοναχός αρεσκόταν να διηγείται μια παρόμοια σκηνή στην οποία είχε παρευρεθεί και ο ίδιος. Έλεγε πως είχε παροτρύνει έναν ετοιμοθάνατο που καθόταν γαλήνια στην καρέκλα του να του εξομολογηθεί τις αμαρτίες του. Ο ετοιμοθάνατος απάντησε, "Θα το κάνω μόλις φύγουν αυτοί από το δωμάτιο". Ο μοναχός, υποθέτοντας ότι αναφερόταν στους συγγενείς και στους φίλους του που βρίσκονταν κοντά του, τους έκανε νόημα να απομακρυνθούν. Μόλις απομακρύνθηκαν, ο μοναχός επανέλαβε την παράκλησή του με σκοπό να σώσει την ψυχή του μετανοημένου. Το δωμάτιο ήταν άδειο. Ο μοναχός παρακάλεσε ακόμα μια φορά τον ετοιμοθάνατο να του αποκαλύψει τα μυστικά της ψυχής του. Η απάντηση παρέμενε ίδια, "Θα το κάνω μόλις φύγουν αυτοί από το δωμάτιο". "Αυτοί;" "Ναι, αυτοί που δε μπορείτε να δείτε και δε μπορείτε να διώξετε. Αν τους απομακρύνετε, θα σας πω όλη την αλήθεια". "Πες την τώρα, δε βρίσκεται κανείς γύρω μας - δεν υπάρχει κανένας άλλος στο δωμάτιο εκτός από μένα και από σένα". "Υπάρχουν κι άλλοι", απάντησε ο ετοιμοθάνατος. "Δε βλέπω κανέναν", είπε ο μοναχός κοιτάζοντας γύρω του. "Εγώ τους βλέπω όμως", απάντησε ο δυστυχισμένος, "και με βλέπουν κι εκείνοι. Με παρακολουθούν, περιμένουν να μ' αρπάξουν μόλις αφήσω την τελευταία μου ανάσα. Τους βλέπω, τους νιώθω - στέκονται στα δεξιά μου." Ο μοναχός άλλαξε θέση. "Τώρα είναι στ' αριστερά μου". Ο μοναχός μετακινήθηκε ξανά. "Τώρα είναι στα δεξιά μου". Ο μοναχός διέταξε τα παιδιά και τους συγγενείς του ετοιμοθάνατου να μπουν στο δωμάτιο και να περικυκλώσουν το κρεβάτι. Εκείνοι υπάκουσαν στη διαταγή. "Τώρα είναι παντού", αναφώνησε ο δύστυχος, και εξέπνευσε.

Charles R. Maturin, "Μέλμοθ ο Περιπλανώμενος", Gutenberg 2011 (μετάφραση Χαρά Σύρου)

Δευτέρα 6 Αυγούστου 2012

μια επιδημία παραφροσύνης

Ο ισπανικός Εμφύλιος Πόλεμος, κατά τη μεταπολίτευση, θα εξακολουθήσει να θεωρείται ο "πόλεμος των τρελών", η κατεξοχήν περίοδος "συλλογικής τρέλας" στην ιστορία της Ισπανίας. Τη δεκαετία του '60 πολλοί ήταν εκείνοι που απέδιδαν τον πόλεμο στην αλλοφροσύνη που κατέβαλε τους Ισπανούς για τρία ολόκληρα χρόνια. Επρόκειτο βεβαίως για μεταφορά, οι συνέπειές της όμως δεν ήταν καθόλου αμελητέες.
Η αντιμετώπιση του Εμφυλίου ως περιόδου συλλογικής τρέλας επιτρέπει την αντίληψη της εξέλιξης και των επιπτώσεών του από μια πολύ διαφορετική οπτική, ιδιαίτερα σε ό,τι αφορά το ακανθώδες θέμα των ευθυνών. Στην Ισπανία, όπως και στις περισσότερες χώρες, για το ποινικό δίκαιο η "διατάραξη πνευματικών λειτουργιών" και η "παροδική σύγχυση φρενών" εξασφαλίζει στο δράστη το ακαταλόγιστο. Με άλλα λόγια, αν κάποιος διαπράξει ένα έγκλημα σε κατάσταση διαταραχής πνευματικών λειτουργιών, μόνιμης ή παροδικής, δεν υπέχει ποινική ευθύνη, αφού θεωρείται ότι, αν δεν βρισκόταν υπό την επήρεια της τρέλας, δεν θα το είχε διαπράξει ποτέ.
Έτσι και στην περίπτωση του Εμφυλίου: σαν να είχε πλήξει τη χώρα ολόκληρη μια επιδημία παραφροσύνης, προσβάλλοντας, επί τρία χρόνια, την πλειονότητα του πληθυσμού. Στο τέλος, αυτός ήταν ο μόνος τρόπος κατανόησης της στάσης των Ισπανών όλο αυτό το διάστημα, ίσως επειδή μόνον έτσι ήταν δυνατόν να γίνει αποδεκτή μια τραγωδία παρόμοιων διαστάσεων, η οποία δύσκολα μπορούσε να αντιμετωπιστεί με αυστηρά ορθολογικά κριτήρια. Παράλληλα, αυτή η ερμηνεία αποδίδει την ευθύνη συλλογικά στην κοινωνία, αφού αποδέχεται ότι όλοι ήταν το ίδιο τρελοί. Από το "όλοι φταίξαμε" περνά στο "κανένας δεν έχει την ευθύνη", αφού κανείς δεν είχε συνείδηση και, κατά συνέπεια, ευθύνη των πράξεών του.

Paloma Aguilar Fernández, "Μνήμη και Λήθη του Ισπανικού Εμφυλίου", Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Κρήτης 2005 (μετάφραση Σπύρος Κακουριώτης, Χάρης Παπαγεωργίου)

όταν δεν υπήρχαν διέταζε να κατασκευαστούν

Στις αρχές του φθινοπώρου του 1577, λίγο μετά την ενθρόνισή του, άρχισε να συρρέει στην Πράγα, πρωτεύουσα του βασιλείου του, μια ολόκληρη Αυλή από απατεωνίσκους, πλαστογράφους, χρυσοχόους, χειρομάντεις, μάγους, προφήτες, οιωνοσκόπους, ψυχοσκόπους, αυροσκόπους, σπαγυριστές, τηλεπαθητικούς, σατανιστές, τυχοδιώκτες αγνώστου μοίρας, αστρολόγους, μικρογράφους, κομπογιαννίτες βοτανολόγους, εφευρέτες και κατασκευαστές ευρεσιτεχνιών. Απ' όλους αυτούς τους τσαρλατάνους περιστοιχιζόταν ο Ροδόλφος. Το πάθος του για την πολιτική ήταν μηδαμινό, προφανώς, αντίθετα με το θείο του Φίλιππο, επίσης πνευματιστή, από τον οποίο είχε μάθει να κυβερνά. Αληθινό πάθος ένιωθε μόνο για την εξουσία, η οποία μόνο ένα πράγμα σήμαινε γι' αυτόν: κατοχή, κατοχή ανθρώπων, κατοχή αντικειμένων, κατοχή παράξενων και μοναδικών αντικειμένων. Όταν δεν υπήρχαν διέταζε να κατασκευαστούν, σύμφωνα με τα κριτήρια του διασαλευμένου και εγωλατρικού νου του. Ως εκ τούτου, η εμμονή του με τις συλλογές είχε μετατραπεί σε εμμονή για το απόλυτο. Δεν του αρκούσε να έχει στην κατοχή του έναν μεγάλο αριθμό από πράγματα τα οποία ήταν ιδιόρρυθμα, είχαν ουσιαστική αξία ή που ήταν προικισμένα με παράξενες ιδιότητες, παρά φιλοδοξούσε αδιάλειπτα να τα αποκτήσει όλα, τα πάντα, και γι' αυτό δεν υπολόγιζε κανένα έξοδο, αντίθετα διέθετε υπέρογκα ποσά, βάζοντας τεράστια χρέη και εξαντλώντας τα θησαυροφυλάκια της αυτοκρατορίας του.

Adolfo García Ortega, "Αυτόματο", Πάπυρος 2009 (μετάφραση Ιφιγένεια Ντούμη)