Κυριακή 25 Δεκεμβρίου 2022

φυλακισμένη πίσω από τα μάτια

Είναι τόσο δύσκολο να ξεχωρίσεις τις στιγμές, τις αναμνήσεις. Γιατί είναι τόσο σφιχτά δεμένες η μία με την άλλη και, ενώ μιλάς για μια στιγμή, ανθίζουν σαν μπουμπούκια δίπλα της και οι άλλες και σε παρασέρνει αυτή η μυρωδιά ζωής. Ευχάριστη μυρωδιά, γιατί ο χρόνος έχει φυτέψει βαθιά και τις δυσάρεστες εκείνες στιγμές, που τώρα πια ανθούν κι εκείνες και ευωδιάζουν. Όχι, δεν είναι αέρινες οι αναμνήσεις σου. Οι αναμνήσεις μου είναι βαριές και στοιβαγμένες η μια πάνω στην άλλη, έτσι που μία μόνο να ξεχωρίσεις από τον σωρό κατεδαφίζεσαι, ασφυκτιάς, σε πνίγουν.
Σε κάθε άνθρωπο έβλεπα στην άκρη των χειλιών του μια απάντηση, που όμως δεν ήθελε -ή μήπως δεν μπορούσε;- να μου τη δώσει. Ούτε εγώ μπορούσα να βρω τρόπο να την πάρω. Αλλά την ήθελα αυτή την απάντηση, αυτή τη βοήθεια που μου την αρνούνται. Σε όποιον συναντούσα γύρευα μια λύση, ένα άνοιγμα να φωτίσει το μονοπάτι που οδηγεί σίγουρα στην ευτυχία. Όλοι είχαν μια λύση φυλακισμένη πίσω από τα μάτια, πίσω από τα κλειστά τους χείλη. Πάλευα να την ελευθερώσω, για να ελευθερωθώ. Τώρα πια ξέρω. Κανείς δεν μπορεί να μου τη δώσει. Έφυγα πια πάνω από τη βοήθειά τους, πάνω από τις απαντήσεις τους, έγινε εγώ η απάντησή μου, εγώ τα χείλη τους που έσπασαν τη σιωπή αλλά κράτησαν πάνω τους κάθε χρώμα απάντησης.
Καθένας, από όταν γεννηθεί ακόμη, είναι περικυκλωμένος από τις μελλοντικές του εκδοχές. Χιλιάδες πιθανοί εαυτοί που ζητούν να γίνουν βεβαιότητα. Και εμείς, με κάθε βίωμά μας, με κάθε ερέθισμα κι επιλογή, τους προσπερνάμε ή τους φοράμε σαν ένα αόρατο πέπλο πάνω μας και συνεχίζουμε αυτή την πορεία ως το τέλος. Φοράμε όλους αυτούς που γίναμε και αφήνουμε τους άλλους, κι αυτό το λέμε μοίρα.

Στέφανος Παπατρέχας, "Φροσύνη", Κάπα Εκδοτική 2020 

Πέμπτη 1 Δεκεμβρίου 2022

ένα σωρό αριθμοί και μηδενικά

Χαιρόμαστε σαν ανατέλλει ο ήλιος κι έρχεται τ' όμορφο φως. Το φως του γκαζιού μπορεί να σβήσει και το ηλεκτρικό επίσης. Σηκώνονται οι άνθρωποι με το χτύπημα του ρολογιού τους, μπήκε καινούρια μέρα. Αν ήτανε πριν 11 του Απρίλη, τώρα είναι 12, αν ήταν κάποια Κυριακή, τώρα είναι Δευτέρα. Δεν άλλαξε ο χρόνος, ούτε ο μήνας, κι όμως κάποια αλλαγή έγινε. Κύλησε ο κόσμος ένα βήμα παραπέρα. Ο ήλιος ανέτειλε. Δεν είναι σίγουρη η υφή του ήλιου. Οι αστρονόμοι ασχολούνται πολύ με αυτό το ουράνιο σώμα. Είναι λένε το επίκεντρο του πλανητικού μας συστήματος, γιατί η γη μας δεν είναι παρά ένας μικρός πλανήτης, τότε λοιπόν, τι είμαστε εμείς; Έτσι, όταν ανατέλλει ο ήλιος, αντί να χαιρόμαστε, θα 'πρεπε να είμαστε λυπημένοι, γιατί δεν είμαστε τίποτε μπροστά του, ο ήλιος είναι 300.000 φορές μεγαλύτερος από τη γη κι υπάρχουνε ακόμα ένα σωρό αριθμοί και μηδενικά που όλα δείχνουνε πως είμαστε ένα μηδενικό ή τίποτε, απολύτως τίποτε. Είναι στ' αλήθεια γελοίο να χαιρόμαστε.
Κι όμως, χαιρόμαστε σαν έρχεται τ' όμορφο φως, λευκό και δυνατό, κι απλώνεται στους δρόμους και ξυπνάνε στα δωμάτια όλα τα χρώματα, και νάτα τα πρόσωπα, τα χαρακτηριστικά. Είναι ευχάριστο να αναγνωρίζεις μορφές με την αφή, τι ευτυχία όμως να βλέπεις χρώματα, γραμμές. Και χαίρεσαι και μπορείς να δείξεις ποιος είσαι, δρας και αποκτάς εμπειρίες. Χαιρόμαστε και τον Απρίλη τη λιγοστή ζεστασιά, πόσο χαίρονται τα λουλούδια που μπορούν να βλαστήσουν. Κάποιο σφάλμα πρέπει να 'ναι, κάποιο λάθος στους φοβερούς αριθμούς με τα πολλά μηδενικά. 
Ανάτειλε λοιπόν, ήλιε, δεν μας τρομάζεις. Τα πολλά χιλιόμετρα μας είναι αδιάφορα, η διάμετρος, ο όγκος σου. Ανάτειλε, λοιπόν, ζεστέ ήλιε, λαμπρό φως, ανάτειλε. Δεν είσαι μεγάλος, δεν είσαι μικρός, είσαι χαρά.

Alfred Döblin, "Βερολίνο Αλεξάντερπλατς", Οδυσσέας 1982 (μετάφραση Μηνάς Παράσχης)