Παρασκευή 23 Μαρτίου 2018

όπως το παιχνίδι ενός παιδιού

Σκέφτομαι πως κάθε ευτυχία στηρίζεται στη δύναμη να παίρνουμε το προσωπείο κάποιου άλλου εαυτού. Πως κάθε ευφρόσυνη ή δημιουργική ζωή είναι μια νέα γέννηση σαν κάτι όχι το ίδιο, κάτι που δεν έχει μνήμη και είναι φτιαγμένο μέσα σε μια στιγμή και ανανεώνεται ολοένα. Φορούμε ένα ζωγραφισμένο πρόσωπο, τερατώδες ή σοβαρό, για να μας κρύψει από τις φρίκες της Κρίσης, επινοούμε φανταστικά Σατουρνάλια όπου ξεχνιέται η πραγματικότητα, ένα παιχνίδι όπως το παιχνίδι ενός παιδιού όπου χάνεται η ατέλειωτη οδύνη της αυτοπραγμάτωσης. Ίσως όλα τα αμαρτήματα και όλη η ενέργεια του κόσμου να μην είναι τίποτε άλλο παρά η φυγή του από μια ατέρμονη εκτυφλωτική αχτίδα.

William Butler Yeats, "Ο Θάνατος του Συνγκ", Το Ροδακιό 1993 (μετάφραση Δημήτρης Χουλιαράκης)

μύθος

Με τη λέξη με αρχίζει λοιπόν το κείμενο \
Η πρώτη του γραμμή λέει την αλήθεια
Μα δεν είναι ανυπόφορη
Η συγκόλληση αυτή;
Φίλε αναγνώστη μπορείς να κρίνεις
Κιόλας από τις δυστυχίες μας...

(Ύστερα από εφτά χρόνια δυστυχίας
Έσπασε τον καθρέφτη της).

Francis Ponge, "Η Φωνή των Πραγμάτων", Πλέθρον 1978 (μετάφραση Χριστόφορος Λιοντάκης)

Παρασκευή 9 Μαρτίου 2018

αυτό και μια ελπίδα

Στο τραπέζι πέντε δεν πλησίασε κανείς από τους λιγοστούς παίκτες που μπήκανε μαζί με τον Νούση. Όλοι τους συγκεντρώθηκαν γύρω από τα δύο τραπέζια που άνοιγαν με το μικρότερο ποντάρισμα. Αυτό γινόταν συνήθως, ωστόσο το πέντε άνοιγε κάθε μέρα από την ώρα που άνοιγε το καζίνο μήπως και ερχόταν κανενού η ιδέα να ακουμπήσει όσο το ταχύτερο τις αποταμιεύσεις του και να φύγει. Οι τέσσερις γκρουπιέρηδες κάθονταν ολόγυρα μαυροφορεμένοι με όρθια τα ραβδιά τους, σαν νεκροπομποί που τιμούσαν έναν νεκρό άγνωστο και για αυτό αδιάφορο σε όλους τους άλλους.
Ο Νούσης ήταν ο μόνος που βάδισε προς το τραπέζι και οι τέσσερις σχολίασαν τον ερχομό του με χαμόγελα και υπονοούμενα.
-Τώρα μάλιστα!…
-Να παραγγείλουμε καινούριο ταμείο, σεφ;
Γελούσαν και ανακάθονταν στις καρέκλες τους. Ετοιμάζονταν για τον αγώνα και ένιωθαν δυνατοί, επειδή ήταν δυνατοί. Είχαν τα πάντα στα χέρια τους και πολύ περισσότερα από τα πάντα μέσα στα χρηματοκιβώτιά τους. Οι ίδιοι είχαν κάνει τους νόμους και τους κανόνες και έπαιζες σύμφωνα με το πώς τους βόλευε. Πάλευες μόνος εναντίον τεσσάρων κι όταν οι τέσσερις αυτοί κουράζονταν, αποσύρονταν για να έρθουν άλλοι τέσσερις ξεκούραστοι και φρέσκοι. Και εκτός από αυτά όλα, υπήρχε και μια μπίλια τρελή και παλαβή που έτρεχε πάνω από τριάντα έξι νούμερα κι ένα ζερό, μεταξύ των οποίων και το δικό σου νούμερο, κι αυτό ήταν όλο κι όλο που κατείχες εσύ. Αυτό και μια ελπίδα. Χάνοντας την ελπίδα, τα έχανες όλα. Η καταστροφή ξεκινούσε πάντα από το κεφάλι σου, όπου κάποια στιγμή γινόταν μια μεγάλη έκρηξη. Αμέσως μετά ένιωθες τα πόδια σου βαριά και ασήκωτα και σε λίγο το κορμί σου χοντρό και πλαδαρό σαν ξένο. Το στόμα σου στέγνωνε, οι οδοντοστοιχίες σου σφράγιζαν και τα χείλη σου αρνιούνταν να σχηματίσουν τις λίγες απαραίτητες λέξεις. Η διαρροή είχε ήδη αρχίσει, ο αφανισμός σε κατέβαλλε πατόκορφα και η χασούρα είχε εισχωρήσει βαθιά στις τσέπες σου και μέσα σου. Καταλάβαινες αμυδρά ότι εξαιτίας αυτών των καταραμένων κοκάλινων αντικειμένων βρέθηκες σε αυτή τη δεινή θέση και ευχόσουν να λυτρωθείς επιτέλους από αυτά και να πας σπίτι σου να ησυχάσεις.
Ο Νούσης είχε πείρα στην καταστροφή όση και όλοι εδώ μέσα, με μόνη διαφορά ότι εκείνος είχε ανακαλύψει την αρχή και το τέλος της. 

Αντώνης Σουρούνης, "Ο Χορός των Ρόδων" Καστανιώτης 1994