Τετάρτη 19 Δεκεμβρίου 2018

διατί υπάρχουσιν οι άνθρωποι;

Ερωτήσεις διάφοραι αιφνιδίως ανέθρωσκον εν τη κεφαλή του όλως ακουσίως:
Διατί υπάρχουσιν οι άνθρωποι;
Διατί περιστρέφεται το σύμπαν;
Ποιος είμαι;
Διατί κάθημαι επί της καρέκλας ταύτης;
Τι σημαίνει η καρέκλα ταύτη και πόσο κοστίζει;
Διατί τα παράθυρα να έχωσι τοιούτον σχήμα και όχι άλλο;
Διατί να υπάρχει μία Σελήνη και όχι δύο;
Διατί οι άνθρωποι να μη ώσιν υψηλοί όσον και αι οικίαι;
Τι συζητούν μεταξύ των τα τρία πρόσωπα της Αγίας Τριάδος;
Αν ο Θεός εγένετο άνθρωπος, ηδύνατο επίσης να γίνη και κάνθαρος ή κολοκύνθη;
Εφαντάζετο ότι αι ιδέαι του εξερχόμεναι του εγκεφάλου ίσταντο προ αυτού υπό μορφήν μελισσών και πτηνών. Είχε διατάξει να του κατασκευάσουν κινητόν οίκημα περιστρεφόμενον περί έναν άξονα, κατά βούλησιν, εν τω οποίω διήρχετο όλην την ημέραν κρατών σάρωθρον εις την χείρα και ενασχολούμενος να διασκορπίζη δι' αυτού τας περιιπταμένας ιδέας του.

Διονύσης Γ. Μεντζενιώτης, "Επίτομος Πολυλογία", Εκάτη 1997

Σάββατο 8 Δεκεμβρίου 2018

το κενό γεωμετρείται και πάλι

"Θαυμάσιο να είσαι αστροναύτης!" πρόφτασε να σκεφτεί, κι ένας τεράστιος καταιγισμός από πλανήτες έστειλε καταπάνω-του την έλξη-τους. Παραπατάει... Φτάνει ως το γραφείο, σηκώνει τ' ακουστικό "ένα κονιάκ!", η φωνή-του αλλόκοτη, σαν μακρινή. "Θα βάλω την Ελένη να με τρίψει. Θαρρώ την άρπαξα", και στηλώνει τα μάτια-του στην πόρτα. Η πόρτα ανοίξει σιγά σιγά, μια ρωγμή στο διάστημα - κανείς δεν μπαίνει. Ο Κρόνος πάνω απ' το κεφάλι-του, μικροσκοπικός, μοιάζει ν' απέχει εκατομμύρια έτη φωτός. "Κι όμως, έτσι να κάνω θα τον φτάσω..." πέρα απ' αυτόν, ο Δίας, κι ο Κένταυρος, κι ο Ερμής, κι η Ελένη ξαπλωμένη ανάσκελα σε μια συστοιχία υδρατμών. Το φεγγάρι αναζήτησε. Το φεγγάρι πούναι χλωμό και στρογγυλό σαν κεφάλι ανθρώπου. Σηκώνεται, και το βήμα-του δρασκελάει ουράνια σώματα. Αφήνεται στο κενό, κι η πτώση-του παρασέρνει μετεωρίτες. Φτάνει στις εσχατιές τ' ουρανού, και κει το βλέπει... Είναι κάτασπρο σαν κιμωλία και χλωμό. Χλωμό και λυπημένο. "Ένα κεφάλι ανθρώπου!" του ξεφεύγει από τα δόντια, κι ο νους-του τρέχει στο παράθυρο, να πάρει αέρα. "Πάψε να πίνεις!" θα του έλεγε η Ελένη αν ήταν εδώ. Ορμάει στο παράθυρο, τ' ανοίγει, κι ο δροσερός αέρας διαλύει τους Κρόνους, διαλύει τους Δίες. Το διάστημα ξαναπαίρνει τις γνωστές-του διαστάσεις. Το κενό γεωμετρείται και πάλι, αρχίζουν και πάλι τ' αντικείμενα να το κατοικούν. Η λογική θριαμβεύει και πάλι. Η φύση δαμάζεται.

Φώντας Κονδύλης, "Χαίρε, ω Χαίρε", Θεωρία 1983

Παρασκευή 23 Νοεμβρίου 2018

εις εαυτόν

Η αλήθεια είναι πως έχασα πρώτα το δάσος και ύστερα το δέντρο, αλλά δεν έχει σημασία η σειρά. Με το που ανοίγω τα μάτια, βλέπω στην απέναντι ταράτσα έναν ελεύθερο σκοπευτή. Οπλίζω κι εγώ και μπαίνω στο παιχνίδι. Μετά βλέπω αίματα. Σατανάδες και αίματα. Κάποια στιγμή, βρίσκω τον πύργο. Από το πιο ψηλό σημείο κάποιος με σημαδεύει. Κλείνω τα μάτια αμέσως, πολύ σφιχτά. Ξέρω πως, αν τα ξανανοίξω, θα επιστρέψουν οι εφιάλτες.

Γιώτα Τεμπρίδου, "Διαδοχικές Ασυνέχειες", Ακυβέρνητες Πολιτείες 2018

Τετάρτη 7 Νοεμβρίου 2018

η ποίηση

Η ποίηση δεν έρχεται από πουθενά.
Είτε το θέλεις, είτε όχι υπάρχει
χωρίς όμως και να 'σαι σίγουρος για την παρουσία της.
Ίσως μοιάζει με κομμένο χέρι. Σύριζα.
Ή ίσως ακόμα καλλίτερα, με την αφή,
με την αφή των πολλών κορμιών
εκεί στις αποθήκες στο λιμάνι του Μανχάταν:
τίποτα δε μένει μετά την εκσπερμάτωση
κι όμως δεν είσαι πια ο ίδιος,
έχεις αλλάξει, παραμορφωθεί.
Η ποίηση μοιάζει με το έρεβος του Μάινσαφτ,
σβησμένος χρόνος, πρόσωπα κι ανάσες.
Η ποίηση έρχεται καταπάνω μου
τα πλοκάμια της με τραβάνε προς τα κάτω
βυθίζομαι,
βυθίζομαι.

Ανδρέας Αγγελάκης, "Τα Ποιήματα του Δολοφόνου μου", Νεφέλη 1986

Τρίτη 30 Οκτωβρίου 2018

οι θύελλες του αιώνα

Όλες οι πόρτες ανοίγουν διάπλατα, τρέχει το πλήθος φορώντας αντιασφυξιογόνες μάσκες, αρχίζουν ν' ανοίγουν σχεδόν σπάζοντας τα πολυάριθμα παράθυρα στο στρογγυλό δωμάτιο του πιο ψηλού κτηρίου της χώρας, μαζί με το πρώτο φως της οργής ορμούν μέσα οι θύελλες του αιώνα και το πολικό ψύχος της στρατόσφαιρας, η Γκλίκα όμως δεν νιώθει τη θερμοκρασία: πετάει έξω και με αρμονικές, δίχως ιδιαίτερη προσπάθεια, κινήσεις των χεριών της αρχίζει να απομακρύνεται από τούτο το αριστούργημα της παγκόσμιας αρχιτεκτονικής. Πετώντας πολύ ή λίγο, μπροστά ή πίσω, πάνω ή κάτω, γυρίζει και βλέπει ότι το κτήριο έχει γίνει απέραντα γιγάντιο ή μικροσκοπικά λιλιπούτειο, εν πάση περιπτώσει διακριτό μέχρι το τελευταίο του τούβλο, μέχρι τα μόρια του γρανίτη, κάθε χαραματιά στα τζάμια των παραθύρων, συμπεριλαμβανομένης και εκείνης στους Ντοντερόν, των οποίων η χαραγμένη σε πέτρα ρήση "χτίστηκε από κρατούμενους" κάνει να κυλούν ποτάμι τα δάκρυα. Και η ίδια η φύση του κτηρίου γίνεται όλο και πιο ορατή, όλο και πιο σαφής, όσο μεγαλώνει η απόσταση από αυτό. Αναβλύζει από την πρόσοψή του με τα περιττά αρχιτεκτονικά ψιμύθια, χίμαιρες, γοργόνες, δράκους, πρόσωπα πρησμένα και θολά, κατά πάσα πιθανότητα δεσποτών, σαν συμβολικοί σκαντζόχοιροι, πότε με την ουρά χαμηλωμένη, πότε με το στόμα ανοιχτό. Και απότομα, από το πιο απειροελάχιστο οστάριο των θεμελίων του ως την παραμικρή σπίθα του οβελίσκου στην κορυφή του, το σπίτι αρχίζει να τρέμει, να πετάει από πάνω του όλα αυτά και να παραμένει γυμνό σαν ένα απλό κτήριο κατοικιών, κι έπειτα χάνεται από τα μάτια της Γκλίκα, αν μπορούμε φυσικά να το πούμε αυτό μετά από όλα όσα της επέτρεψε να δει τη στιγμή του αποχαιρετισμού.

Василий Аксенов, "Οι Ουρανοξύστες της Μόσχας", Καστανιώτης 2010

τελευταία συνεδρία

ανταλλάζουμε θέσεις
είσαι εσύ στο ντιβάνι
κι εγώ πίσω σου
γυρίζεις στο πλάι σα μικρό
πιπιλάς για λίγο τον αντίχειρα
κι ύστερα
κοιτώντας το ταβάνι
ζητάς να βγάλω τη φούστα μου

για την ιστορία - δεν
την έβγαλα

Μαρουσώ Αθανασίου, "Ημερολόγιο Θήτα", Υποκείμενο 2018

Σάββατο 6 Οκτωβρίου 2018

αυτοχειρία

Ας γίνουμε ρεαλιστές, ας επιλέξουμε την αυτοχειρία: Αυτοχειρία παναπεί να σπέρνεις με τα χεράκια σου τη χέρσα γη, να ψαύεις στο σκοτάδι πράγματα, ζώα, πρόσωπα, δίχως φόβο μη φαγωθούν τα δάχτυλά σου, να σκάβεις την ψυχή σου, όπως ο σκύλος το χώμα, θάβοντας και ξεθάβοντας κόκαλα από τις οδύνες των ανθρώπων. Αυτοχειρία δεν παναπεί αυτοκτονία.

Κυριάκος Ραμολής, "Απ' το Υπόγειο στη Νερομάνα", Ακυβέρνητες Πολιτείες 2018

Σάββατο 29 Σεπτεμβρίου 2018

ο ανταρτοπόλεμος στην μπούρμα

Και κάποτε μας είπες
Πως θα 'φευγες μιαν αμφιλύκη με την "Κορινθία"
Ένα δαιμονισμένο τζιπ πέρασε πλάι μας
Με φουστάνια ανεμισμένα
Με αρώματα στο διάβα του
Και με τραγούδια "Είναι Μακριά το Τιπερέρι"
(Πίσω του άφησε και μια λεπτή μελαγχολία
Που κατακάθισε στις ψυχές μας)
Κατόπι μπήκαμε σ' ένα μιούζικ-χολ
-Πασιονάρια νομίζω ή Πούντα Ερένα-
Δαγκώνοντας αμερικάνικες μαστίχες
Όπως στο Μισσούρι εκείνη η νέγρα
Τότες περίπου ήταν που είπαμε τις ιστορίες μας
Καθισμένοι στη βεράντα της Αστόρια
Για την αντάρτισσα Φλούτρα
Και για την Πίκολα Ιβάνα
Ίσως ν' αναλογιζόσουν
Πως οι τροπικοί θα δροσίστηκαν
Και πως ο ανταρτοπόλεμος στην Μπούρμα
Θα 'ναι σκληρός κι ανελέητος
Σαν τα πάθη μας

Κλείτος Κύρου, "Επτά Ανέκδοτα Νεανικά Ποιήματα", Μ.Ι.Ε.Τ. 2016

Πέμπτη 20 Σεπτεμβρίου 2018

ο κήπος

Όταν σήκωσα τα μάτια μου με το απροσδιόριστο συναίσθημα πως κάτι αλλάζει, ο κήπος είχε ήδη αρχίσει να κινείται αργά προς τα κάτω. Κοίταξα για λίγο το καινούριο ύψος της μάντρας και συνέχισα να μιλάω. Η αναλογία του ύψους της μάντρας ως προς τον κήπο, άλλαζε άσχημα. Τα καινούρια τμήματα του τοίχου που αποκαλύπτονταν, είχαν έντονο καφέ χρώμα και μικρές άσπρες ρίζες. Η κίνηση έμοιαζε να είναι σύνθετη με οριζόντια ενώ ήταν μόνο κατακόρυφη, και ενώ ο κήπος φαινόταν σα να σταμάτησε να κατεβαίνει, η μάντρα ψήλωνε συνέχεια. Ο ουρανός ήταν μπλε και πάνω του γυάλισαν τα πρώτα άστρα. Ο αέρας ερχόταν απ' τα πλάγια και ήταν κρύος. Οι άλλοι δεν υπήρχαν πια. Τότε άρχισα σιγά-σιγά να βουλιάζω μέσα στο χώμα.

Λουκιανός Κηλαηδόνης, "Υδράργυροι", Γνώση 1980

Τετάρτη 12 Σεπτεμβρίου 2018

δοκιμασμένες ρίμες

Ένας μορφωμένος αρχισυντάκτης θα ‘πρεπε να μπορεί να πει στον ποιητή:
Τα ποιήματά σας είναι πολύ σωστά. Έγιναν με βάση την τρίτη έκδοση του εγχειριδίου στιχουργικής του Μ. Μπροντόφσκι (ή του Σένγκελ, του Γήτρετς κ.λπ.). Όλες σας οι ρίμες, δοκιμασμένες ρίμες, βρίσκονται πλήρεις στο λεξικό της ρωσικής ομοιοκαταληξίας του Ν. Αμπράμοβ.
Επειδή δεν έχω τώρα καλά, καινούργια ποιήματα, ευχαρίστως θα πάρω τα δικά σας και θα σας τα πληρώσω όπως τη δουλειά ειδικευμένου αντιγραφέα, με 3 δεκάρες τη σελίδα και τον όρο να τα υποβάλετε σε τρία αντίγραφα.
Ο ποιητής θα μείνει κόκαλο και ή θα σταματήσει να γράφει ή θα πλησιάσει την ποίηση σα μια δουλειά που απαιτεί μεγάλο μόχθο.
Πάντως θα πάψει να κάνει τον σπουδαίο στον ρεπόρτερ που αυτός τουλάχιστον με τρία ρούβλια το κομμάτι έχει να παρουσιάσει γεγονότα.

Влади́мир Влади́мирович Маяко́вский, "Πώς Φτιάχνονται τα Ποιήματα", Ύψιλον 1988 (μετάφραση Κατερίνα Αγγελάκη-Ρουκ)

Δευτέρα 3 Σεπτεμβρίου 2018

το ξετύλιγμα των αναγκαιοτήτων

Γεννιέται η υποψία πως δεν υπάρχει τίποτα πια για γράψιμο, η παραίτηση λογαριάζεται σοβαρά, ίσως είναι ακόμη δυνατές μερικές προτάσεις, αλλιώς στροφή προς τη βιολογία, τη φυσική, την αστρονομία, να μάθομε σε γενικές γραμμές πού κινούμαστε. Το υπόλοιπο για τα εικονογραφημένα περιοδικά, για το Life, το Match, το Quick και το Sie und Er: ο πρόεδρος κάτω από τη μάσκα του οξυγόνου, ο θείος Μπουλγκάνιν στον κήπο του, η πριγκήπισσα με τον διαβολεμένο πιλότο της, αστέρια του κινηματογράφου και δολαροπρόσωπα. Δίπλα η καθημερινή ζωή του καθενός, δυτικοευρωπαϊκή στη δική μου περίπτωση, ακριβέστατα ελβετική, άσχημος καιρός και οικονομική άνθηση, φροντίδες και βάσανα, ταραχές από προσωπικά γεγονότα, όμως χωρίς συνάρτηση με το παγκόσμιο σύνολο, με την πορεία των πραγμάτων, με το ξετύλιγμα των αναγκαιοτήτων. Η μοίρα εγκατέλειψε τη σκηνή, για να καραδοκεί πίσω από τα παρασκήνια, έξω από την ισχύουσα δραματουργία, στο προσκήνιο γίνονται όλα ατύχημα, οι αρρώστιες, οι κρίσεις. Ακόμη και ο πόλεμος εξαρτάται από το αν οι ηλεκτρονικοί εγκέφαλοι προλέγουν ότι συμφέρει, όμως αυτό δε θα συμβεί ποτέ, το ξέρομε, προϋπόθεση είναι ότι οι ηλεκτρονικοί εγκέφαλοι λειτουργούν, μόνο οι ήττες είναι ακόμη μαθηματικά νοητές. Αλίμονο μόνο, αν γίνουν νοθείες.

Friedrich Dürrenmatt, "Η Βλάβη", Επίκουρος 1970 (μετάφραση Γιώργος Βαμβαλής)

Κυριακή 19 Αυγούστου 2018

μαρσέλ προυστ

Δείπνησα με την πριγκίπισσα Σουτζό στο Ριτζ - πολύ φιγουρατζίδικη κατάσταση. Ο Μαρσέλ Προυστ και ο Αμπέλ Μπονάρ ήταν κι αυτοί παρόντες. Ο Προυστ είναι λευκός, αξύριστος, βρόμικος, με εξαχρειωμένο παρουσιαστικό. Αργότερα φοράει το γούνινο παλτό του και κάθεται σκυφτός, φορώντας λευκά γυαλιστερά γάντια. Πίνει δύο φλιτζάνια καφέ με ζάχαρη. Στις κουβέντες του δεν υπάρχει συναίσθημα. Μου κάνει ερωτήσεις. Μπορώ, παρακαλώ, να του πω πώς λειτουργούν οι Επιτροπές; Λέω: "Λοιπόν, συνήθως μαζευόμαστε στις δέκα, υπάρχουν γραμματείς πίσω...". "Mais non, mais non, προχωράτε πολύ γρήγορα. Ξαναρχίστε. Παίρνετε την άμαξα για να πάτε στην Αντιπροσωπεία. Κατεβαίνετε στην Κε ντ' Ορσέ. Ανεβαίνετε τη σκάλα. Μπαίνετε στη μεγάλη αίθουσα. Και μετά; Μεγαλύτερη ακρίβεια, αξιότιμε κύριε, μεγαλύτερη ακρίβεια". Του τα λέω όλα. Για την ψεύτικη εγκαρδιότητα όλων, τις χειραφίες, τους χάρτες, το τρίξιμο των χαρτιών, το τσάι στο διπλανό δωμάτιο, τα κουλουράκια πικραμύγδαλου. Παρακολουθεί συνεπαρμένος, πού και πού με διακόπτει: "Με μεγαλύτερη ακρίβεια, εντιμότατε κύριε. Μην προχωράτε τόσο γρήγορα".

Geert Mak, "Στην Ευρώπη", Μεταίχμιο 2007 (μετάφραση Νίκος Μπακουνάκης)

Σάββατο 11 Αυγούστου 2018

η σιωπή ενός αστροναύτη

Όταν ήταν μαζί, δεν ένιωθαν αμηχανία με τη σιωπή. Ίσως επειδή και οι δυο τους, στα παιδικά τους χρόνια, είχαν περάσει πολύ χρόνο μόνοι στο δωμάτιο μελέτης. Αυτό το δωμάτιο είχε καλύτερη ηχομόνωση και από ραδιοφωνικό στούντιο. Δεν περνούσε ο παραμικρός θόρυβος απ' έξω. Στη διαδρομή, η σιωπή του Μιτς και η σιωπή του αδερφού του διέφεραν μεταξύ τους. Η δική του ήταν η σιωπή ενός σώματος που σφαδάζει μάταια μέσα στο κενό, η σιωπή ενός αστροναύτη που περιστρέφεται σε μηδενική βαρύτητα.
Για τον Άνσον, ήταν η σιωπή μιας πυρετώδους αλλά οργανωμένης σκέψης. Ο νους του διέτρεχε ακολουθίες επαγωγικών και παραγωγικών συμπερασμάτων πιο γρήγορα από οποιονδήποτε ηλεκτρονικό υπολογιστή.
Ταξίδευαν στον Διαπολιτειακό 5 για είκοσι λεπτά, όταν ο Άνσον είπε, "Νιώθεις καμιά φορά ότι στα παιδικά μας χρόνια ήταν σαν να μας είχαν απαγάγει;"
"Αν δεν ήσουν εσύ, θα τους μισούσα", είπε ο Μιτς.

Dean Koontz, "60 Ώρες", Bell 2009 (μετάφραση Γιώργος Μπαρουξής)

Πέμπτη 26 Ιουλίου 2018

νοβάλις

Ο Νοβάλις αξιώνει να προσδώσει μορφή σε μια πλήρη ολότητα της έκδηλης, εντεύθεν υπέρβασης, δεδομένου ότι δεν πρόκειται εδώ, με κανένα τρόπο για άμεση ή έμμεση "επίδραση", αλλά για μια απριορική κοινότητα τάσεων. Γι' αυτόν το λόγο, όπως συμβαίνει με την υφολογία των ιπποτικών εποποιιών, η υφολογία της δεδομένης μορφής τείνει αποκλειστικά στο παραμύθι. Όμως, ενώ οι επικοί συγγραφείς του Μεσαίωνα προσανατολίζονται, με αφελή και πηγαία επική διάθεση, προς την αναπαράσταση του εδώ κόσμου και δεν αντιλαμβάνονται την εμπνευσμένη παρουσία της υπέρβασης και της μεταμόρφωσης του πραγματικού σε φανταστική αφήγηση, παρά ως αποκύημα της ιστορικο-φιλοσοφικής κατάστασής τους, στον Νοβάλις αυτή η μυθώδης πραγματικότητα γίνεται ο συνειδητός σκοπός της δημιουργίας του, αποκατάσταση μιας διαρραγείσας ενότητας μεταξύ πραγματικού και υπερβατικού. Γι' αυτόν το λόγο δεν καταλήγει σε μια ολοκληρωμένη και οριστική σύνθεση. Το πραγματικό καθηλώνεται από τη γήινη πεζότητα που προκαλεί η έλλειψη ιδεών και ο υπερβατικός κόσμος, αφού προέρχεται απευθείας από τη φιλοσοφική-αξιωματική σφαίρα του αφηρημένου, γίνεται τόσο αέρινος, τόσο κενός περιεχομένου, ώστε τα δύο αυτά στοιχεία να ενοποιούνται οργανικά και να διαμορφώνουν μια ζωντανή ολότητα. Κατ' αυτό τον τρόπο η αισθητική αδυναμία που ο Νοβάλις διαπιστώνει στο έργο του Γκαίτε, γίνεται ακόμη μεγαλύτερη και αξεπέραστη στο ίδιο το έργο του: η νίκη της ποίησης, η μεταμορφωτική και λυτρωτική κυριαρχία της σε ολόκληρο το σύμπαν, δεν έχει τη δύναμη να εισαγάγει σ' αυτό τον παράδεισο ό,τι κρίνεται πεζό και γήινο. 

György Lukács, "Η Θεωρία του Μυθιστορήματος", Πολύτροπον 2004 (μετάφραση Ξανθίππη Τσελέντη)

Τετάρτη 18 Ιουλίου 2018

δεν ήταν ο θεός

Μετά ζήτησε από τον Βλκ να του δώσει άδεια άνευ αποδοχών και για μια εβδομάδα ρίχτηκε στην κραιπάλη, όπως ο επιτυχών στις εισαγωγικές εξετάσεις που νομίζει πως το χειρότερο στη ζωή του έχει περάσει.
Και όντως έτσι ήταν. Ανακάλυψε πως το Κράτος δεν ήταν ο Θεός, και κατά έναν παράξενο τρόπο η διατύπωση αυτή δεν τον λύγισε, επιτέλους ωρίμασε ως πολίτης. Κατάλαβε πως θα πραγματοποιούσε τα όνειρά του μόνο αν κοιτούσε τη δουλειά του και όχι με το να πειραματίζεται στο χώρο της υψηλής πολιτικής, όπου εύκολα μπορούσε να πυροβοληθεί ή να χτυπηθεί από κάποιον αδέσποτο μετεωρίτη. Κατάλαβε πως μόνο μια τίμια δουλειά θα του επέτρεπε να ξεδιπλώσει όλο το ταλέντο του, και αυτό μάλιστα υπό την προστασία του νόμου. Δεν αποκήρυξε όμως το παρελθόν του -σιχαινόταν τους άντρες που μετάνιωναν δημόσια για τις πράξεις τους- το έβλεπε με κριτικό μάτι, αλλά με κατανόηση, όπως βλέπει ένας καλλιτέχνης τα πρώιμα έργα του. Προσπαθούσε να σταθεί στα θετικά στοιχεία και ν' αποφύγει τα προηγούμενα λάθη, κυρίως όμως τον απεριόριστο ενθουσιασμό και την τυφλή εμπιστοσύνη.
Χάρη σ' αυτά βρήκε στην κοινωνία, όπου η Επανάσταση είχε γίνει ένας γερός θεσμός, μια σταθερή θέση και λίγο αργότερα και τον πραγματικό πατέρα του, που τόσο πολύ τον είχε αναζητήσει - όχι στο πρόσωπο ενός από τους τυχοδιώκτες που έρχονται και παρέρχονται χωρίς να είναι σε θέση να ικανοποιήσουν τις βασικές ανάγκες των παιδιών, αλλά στο πρόσωπο ενός άντρα τόσο καλλιεργημένου, ισορροπημένου και χρήσιμου όπως ήταν ο Βλκ.

Pavel Kohout, "Η Δήμιος", 2008 (μετάφραση Σόνια Στάμου-Ντορνιάκοβα)

Παρασκευή 29 Ιουνίου 2018

η υπολογισμένη βιαιότητα του καρχαρία

Κάπου κάπου πασπάτευε τα στήθια της που δεν της τα βύζαιναν πια τα χείλια του, κάποτε όμως ερχόταν η ώρα που έβγαινε μόνη της από το λήθαργό της κι όλη αυτή η απραγία γινόταν αγριάδα, αφρισμένη φουσκονεριά, απειλητική χιονοστιβάδα που μόνο οι επιβάτες του ελικοπτέρου διάσωσης κρίνουν -από ψηλά- ασήμαντο φαινόμενο της φύσης, ενώ τα θύματα, αφήνοντας την τελευταία τους πνοή, έχουν πια καταλάβει ότι ένα τέτοιο ξέσπασμα δεν μπορεί παρά να 'χε στόχο αυτούς τους ίδιους. Μέσα της θέριευε η υπολογισμένη βιαιότητα του καρχαρία. Σαν τη μάγισσα που καβαλάει το σκουπόξυλό της μες στη νύχτα και ξεκινάει για κάποια τελετή βρεφοκτονίας, αλαλιασμένη από τον άνεμο και από το παλούκι ανάμεσα στα πόδια της· σαν την πλανταγμένη νύφη που τρώγεται μπας και δεν πιάσει η σκόνη που έριξε στον άντρα της, η ανακατεμένη με αλισίβα· σαν κάθε βασίλισσα και κάθε πόρνη που θαμπώνεται από την ομορφιά του σμαραγδένιου της δαχτυλιδιού καθώς χύνει το δηλητήριο που έκρυβε στην πέτρα του μέσα σε παλιό κόκκινο κρασί, έτσι και η Χάγκαρ ενεργοποιόταν ξαφνικά από τις λεπτομέρειες της αποστολής της. Άρχιζε να τον παίρνει στο κατόπι. Όταν η γροθιά που βαρούσε στο στήθος της χαλάρωνε κι άφηνε το δάχτυλο να τεντωθεί, όταν και η παραμικρή επαφή μαζί του ήταν καλύτερη από το τίποτα, τότε άρχιζε να τρέχει ξοπίσω του. Ξέροντας ότι δεν μπορούσε να προκαλέσει την αγάπη του (και επειδή η σκέψη ότι μπορεί να μην τη σκεφτόταν καθόλου ήταν ανυπόφορη) αποφάσιζε να προκαλέσει το φόβο του.

Toni Morrison, "Το Τραγούδι του Σόλομον", Οδυσσέας 1983 (μετάφραση Αθηνά Δημητριάδου)

Παρασκευή 15 Ιουνίου 2018

βυζαντινή δημοκρατία

Ύστερα άρχισα τα τηλεφωνήματα. Επινόησα τα πιο απίθανα πράγματα για να σχηματίσω γνώμη για τους απέναντι. Τους τηλεφωνούσα λέγοντας πως είμαι μια τυφλή μαμή, ένα λαγουδάκι του Πλαίη Μπόυ, ο υπουργός Συντονισμού, ένας νεκρός ακαδημαϊκός που ήθελε να ταφεί, ένας αυτόματος τηλεφωνητής, ένας κοινωνιολόγος επικίνδυνα μαλάκας, ο ποιητής Γιάννης Ρίτσος, ασφαλιστής της Ιντεραμέρικαν, απ' την εκπομπή "Εσείς και το σώμα σας", απ' τη νεολαία της Βυζαντινής Δημοκρατίας, από τρομοκρατική αρμενική οργάνωση κι άλλα τέτοια. Ένας οχετός από ψευτιές τρύπωσε στα σύρματα του ΟΤΕ αλλά δεν τα βούλωσε. Αντίθετα, Μπλα μπλα στο μπλα μπλα άνοιξαν τα στόματα, ξεθαρρεύτηκαν οι γλώσσες και ξέρασαν τόση νεοελληνική απελπισία που παραλίγο να συγκινηθώ ο ηλίθιος.

Γιάννης Ξανθούλης, "Ο Μεγάλος Θανατικός", Αστέρι 1982

Παρασκευή 8 Ιουνίου 2018

καθόλου αστείο

Είμαστε ένας-ένας κλεισμένοι στα κελιά μας. Από μια άποψη τα πιο αδύναμα πλάσματα. Μπορούν να μας κάνουν ότι θέλουν. Εκεί που κάθεσαι έρχονται, σε παίρνουν και σε πάνε, χωρίς να ξέρεις πού, σε άλλη φυλακή, στην άλλη άκρη. Αν δεν μας φοβόντουσαν τόσο, θα 'λεγα ότι είμαστε γι’ αυτούς πράγματα. Ο φόβος, όμως, που μας έχουνε διατηρεί την ανθρώπινή μας υπόσταση και στα μάτια τους.
Αυτά, λοιπόν, τα πιο αδύναμα πλάσματα, άλλο δεν σκέπτονται παρά την μοίρα του κόσμου. Όταν μας βγάζουνε από τα κελιά και βλεπόμαστε, γι’ αυτήν μιλάμε. Αυτή η έγνοια μας. Ξέρουμε κι εμείς μαζί με τόσους τι είναι η λαχτάρα της λευτεριάς, που σπαρταράει στον κόσμο. Και βλέπουμε πια καθαρά τους εχθρούς της. Τρέμουμε για την τύχη της χώρας μας, που την λέμε Ευρώπη. Γιατί ξέρουμε πως σ’ αυτήν κρατιέται η ελπίδα και πως γι’ αυτόν το λόγο απειλείται.
Είναι πολύ επικίνδυνο να συντηρείς την ελπίδα του ανθρώπου. Της Ελλάδας η υποδούλωση τι άλλο νόημα έχει; Φτιάξανε προγεφύρωμα. Άλλο ένα δίπλα σ’ εκείνα της Ισπανίας και της Πορτογαλίας. Φοβούνται την Ευρώπη. Αυτήν την βασανισμένη νερομάνα ιδεών. Στα παμπάλαια χώματά της υπάρχουνε πάντα οι σπόροι τους. Οι απλοί της άνθρωποι τους συντηρούνε μέσα στον κόρφο τους, μ’ αυτήν την τόσο αυτονόητη εδώ ανησυχία του πνεύματος.
Σωστά την φοβούνται οι δήθεν πάμπλουτοι και πάνοπλοι. Εδώ, όταν λέμε για άνθρωπο, καταλαβαίνουμε νόημα. Αυτό που τον κάνει να είναι το μέτρο για όλα τα πράγματα. Αυτή, η πιο παλιά, η πιο σοφή και η πιο εκρηκτική μας σκέψη. Γι’ αυτήν τη σκέψη φοβούνται την Ευρώπη. Ξέρουνε πως κάποτε αναπόφευκτα θα παίξει το ρόλο της. Έτσι κι εμείς φοβόμαστε σήμερα γι’ αυτήν. Αυτήν έχουμε έγνοια. Εμείς, τα πιο αδύναμα πλάσματα. Κι όμως, αυτό δεν είναι καθόλου αστείο.

Γεώργιος Αλέξανδρος Μαγκάκης, "Γράμμα από τη Φυλακή για τους Ευρωπαίους", Ίκαρος 1974

Παρασκευή 25 Μαΐου 2018

σβησμένη η ιδέα

Σβησμένη η ιδέα· η λέξη λάμπει απ' όσους έχει πιθανά εγκαταλείψει. Είναι άδεια. Υπήρξε. Σήμερα - σ' αυτόν τον τόπο- άχρηστη για τη μελλοντική πράξη, νά την προσδιορισμένη, στείρα. Γυναίκες και κόρες βασιλιάδων, Φαίδρα, Αντιγόνη, ύστερα νεκρές, ύστερα θρυλικές, -κι εσύ- λαμπυρίζουσα εν τέλει συνάθροιση γραμμάτων, έχετε κερδίσει την απόλυτη μαγεία: το θάνατο. Κατάλληλες για έκφραση άδεια, ιδού εσείς μες στο άχρονο. Ήταν κέρδος αυτό; Σλιπ, ιδρώτας, παπούτσια, δάκρυα -ή και να ξεμυξιάζεσαι- δε θα εμποδίσουν το κενό να σ' απομονώνει. Η αναλογία ανάμεσα στη δική σου διήγηση και τις διηγήσεις των μύθων θα είχε απανθρωπίσει αυτόν το μελαγχολικό αλήτη, καθισμένο στις φτέρνες πάνω στο κρεβάτι του. Καθάρισε τα ρουθούνια σου, παρατήρησε μ' έκπληξη τη μύξα, πέτα την ή κατάπιε την. Η χειρονομία σου δε θα συνδεόταν με τις επόμενες. Μα ποιο είναι άραγε το προτέρημα αυτού του παιδιού που σκοτώνω, αυτής της θέλγουσας πόρνης που τα καθημερινά της συμβάντα έχουν τη δύναμη και τη βαρύτητα των παλιών μύθων;

Jean Genet, "Αποσπάσματα", Ύψιλον 1989 (μετάφραση Ελένη Μαχαίρα)

Παρασκευή 18 Μαΐου 2018

γι' αυτούς

Θα γδέρνουν, Πρίγκηπα. Αυτοί θα γδέρνουν πάντοτε τα μαλακά μωρά και τριαντάφυλλα στο γαλανό βυθό τους σε υγρούς στηθόδεσμους σαλεύοντας τα λάβρα χείλη μαζεύουνε την πεθαμένη γύρη και τους κάλυκες μιας όψιμης γιορτής. Όλα γι' αυτούς. Για μας το ατέλειωτο πνευματικό σκοτάδι

Νίκος-Αλέξης Ασλάνογλου, "Ωδές στον Πρίγκηπα", Ύψιλον 1981

Παρασκευή 11 Μαΐου 2018

μυθολογία

Μια σειρήνα μέσα απ' την οδύσσεια
με κόκκινο φόρεμα κι ένα χρυσοκέντητο σύμβολο
ρίχνει το τραγούδι της εκφραστικό, περιπαθές
και γεμάτο, σ' ένα λιμάνι - κόλαση απόλαυσης κι αποπλάνησης
μακριά απ' τον άνεμο.
Ένα καράβι στην ξέρα, μια νάρκη στην άμμο
και κόκαλα σκόρπια με δηλητήρια της μουσικής
που πετρώνει τη βούληση
και σκοτώνει και σκοτώνει και σκοτώνει

Λεφτέρης Πούλιος, "Το Αλληγορικό Σχολείο", Κέδρος 1978

Παρασκευή 27 Απριλίου 2018

κρυπτεία

Δεν υπάρχει μεγαλύτερος τραυματισμός από το βίαιο ξερίζωμά μας από την εφηβεία, που μας μεταβάλλει από ψυχικές οντότητες σε κοινωνικές μονάδες - σε άντρες και πολίτες συγχρόνως. Γιατί ο πολιτισμός μας δεν επιτρέπει στον άνθρωπο να είναι άντρας αν δεν είναι μαζί και πολίτης και το πέρασμά μας στον ανδρισμό γίνεται πάντοτε με μια κρυπτεία. Το περιεχόμενο της κρυπτείας αυτής είναι η απάρνηση, η θυσία, δηλ. ο φόνος των παιδικών φίλων και η μύηση στην θεσμοποιημένη ετερόφυλη ερωτική πράξη. Σε ανάλογη βάναυση διαδικασία υποβάλλει ο πολιτισμός και το θήλυ. Μπορούμε λοιπόν να πιστέψουμε και να καταλάβουμε και τον μπακάλη και τον χωροφύλακα (όπως ακόμα και τον ποιητή...) όταν μας βεβαιώνουν ότι "κι αυτοί στα δεκαοχτώ τους ήταν ποιητές". Πραγματικά, στα "δεκαοχτώ" τους ήταν.

Βύρων Λεοντάρης, "Δοκίμια για την Ποίηση", Έρασμος 1985

Παρασκευή 20 Απριλίου 2018

ο πλουσιότερος άνθρωπος του κόσμου

Η μεγάλη πόρνη που γέννησε στη θάλασσα είναι ο Χριστόφορος Κολόμβος όταν ανακάλυψε την Αμερική.
Οι άγγελοι και τ’ αστέρια του Αγίου Ιωάννη βρίσκονται πάνω στην αμερικανική σημαία, και με την Καλιφόρνια, ένα νέο άστρο, το άστρο της Αψίνθου, ήρθε να προστεθεί στην αστερόεσσα.
Ο Αντίχριστος είναι ο Χρυσός.
Είναι τα κτήνη και οι διάβολοι. Οι ανθρωποφάγοι Ινδιάνοι, οι ιθαγενείς της Καραϊβικής και οι Κανάκ. Υπάρχουν επίσης και οι Νέγροι, οι Κινέζοι, οι Μαύροι και οι Κίτρινοι.
Οι τρεις ιππότες είναι οι τρεις μεγάλες φυλές των Ερυθρόδερμων.
Ήδη, το ένα τρίτο των λαών της Ευρώπης έχει αποδεκατιστεί σ’ αυτή τη χώρα.
Είμαι ένας απ’ τους είκοσι τέσσερις Γέροντες και κατέβηκα ανάμεσά σας γιατί άκουσα τη Φωνή. Ήμουν ο πλουσιότερος άνθρωπος του κόσμου, ο χρυσός με κατέστρεψε…
Όση ώρα ο Σούτερ σχολιάζει τις ενοράσεις του Αγίου Ιωάννη και διηγείται τα επεισόδια της ζωής του, μια εκστατική Ρωσίδα είναι ξαπλωμένη στα πόδια του.

Blaise Cendrars, «Ο Χρυσός», Ερατώ 1990 (μετάφραση Γιώργος Βίλιος)

Σάββατο 14 Απριλίου 2018

οραματιζόμουν την καμπυλότητα

Μια χώρα από άμμο μια πόλη από άμμο γιγάντιες πύλες αγάλματα κανένας φρουρός. Ένας κόσμος πηλός διαλυόταν κι εξατμιζόταν. Δεν έμενε τίποτα. Μι' αγχέμαχη ευθύτητα. Οραματιζόμουν την καμπυλότητα κι εφορμούσα του κύκλου τον εισχωρούσα μαγμάτινος πυρήνας ο οφθαλμός στον πυρήνα του ήλιου. Ανασταινόταν το φως και βάδιζα στη σκιά μου. Βάφτιζα λόγχη τη γλώσσα μου κι όξος τα δάκρυά μου. Έφτυνα ένα ένα τ' αγκάθια μου φραγκόσυκο η καρδιά μου. Μιλούσα τα λόγια μου και κυλούσαν οι λίθοι. Κατέβαινε λευκός επενδυτής ο άγγελος και μοίραζε τα ιμάτιά μου έστρωνε γλώσσα κι έδιωχνε τα υπάρχοντά μου. Με τη γλώσσα τους οι άνεμοι σαρώνανε τους λώρους μου. Το πόδι σκόνταφτε σε κάτι αιχμηρό και αναλαμβανόμουν.

Ζ.Δ. Αϊναλής, "Τα Παραμύθια της Έρημος", Κέδρος 2017

Παρασκευή 6 Απριλίου 2018

στο μουσείο

Μη σκαρφαλώνετε στα βάθρα των αρχαίων αγαλμάτων αποσκοπώντας στη χρησιμοποίηση των αρσενικών τους οργάνων. Απαγορεύεται η ψαύσις των εκτιθέμενων ειδών και διά της χειρός και διά του κώλου.

Μη ζωγραφίζετε μαύρες μπούκλες στο εφήβαιο των γυμνών Αφροδιτών. Εάν διάλεξε ο καλλιτέχνης να αναπαραστήσει ως άτριχη τη θεά, είναι επειδή η Αφροδίτη αυτοκλαδευόταν.

Μη ρωτάτε τον φύλακα γιατί ο Ερμαφρόδιτος έχει και ρώγες και αρχίδια. Δεν είναι αρμόδιος για να σας απαντήσει.

Pierre Louÿs, "Εγχειρίδιο Καλής Συμπεριφοράς Κορασίδων για Οικοτροφεία", Άγρα 1998 (μετάφραση Σοφία Διονυσοπούλου)

Παρασκευή 23 Μαρτίου 2018

όπως το παιχνίδι ενός παιδιού

Σκέφτομαι πως κάθε ευτυχία στηρίζεται στη δύναμη να παίρνουμε το προσωπείο κάποιου άλλου εαυτού. Πως κάθε ευφρόσυνη ή δημιουργική ζωή είναι μια νέα γέννηση σαν κάτι όχι το ίδιο, κάτι που δεν έχει μνήμη και είναι φτιαγμένο μέσα σε μια στιγμή και ανανεώνεται ολοένα. Φορούμε ένα ζωγραφισμένο πρόσωπο, τερατώδες ή σοβαρό, για να μας κρύψει από τις φρίκες της Κρίσης, επινοούμε φανταστικά Σατουρνάλια όπου ξεχνιέται η πραγματικότητα, ένα παιχνίδι όπως το παιχνίδι ενός παιδιού όπου χάνεται η ατέλειωτη οδύνη της αυτοπραγμάτωσης. Ίσως όλα τα αμαρτήματα και όλη η ενέργεια του κόσμου να μην είναι τίποτε άλλο παρά η φυγή του από μια ατέρμονη εκτυφλωτική αχτίδα.

William Butler Yeats, "Ο Θάνατος του Συνγκ", Το Ροδακιό 1993 (μετάφραση Δημήτρης Χουλιαράκης)

μύθος

Με τη λέξη με αρχίζει λοιπόν το κείμενο \
Η πρώτη του γραμμή λέει την αλήθεια
Μα δεν είναι ανυπόφορη
Η συγκόλληση αυτή;
Φίλε αναγνώστη μπορείς να κρίνεις
Κιόλας από τις δυστυχίες μας...

(Ύστερα από εφτά χρόνια δυστυχίας
Έσπασε τον καθρέφτη της).

Francis Ponge, "Η Φωνή των Πραγμάτων", Πλέθρον 1978 (μετάφραση Χριστόφορος Λιοντάκης)

Παρασκευή 9 Μαρτίου 2018

αυτό και μια ελπίδα

Στο τραπέζι πέντε δεν πλησίασε κανείς από τους λιγοστούς παίκτες που μπήκανε μαζί με τον Νούση. Όλοι τους συγκεντρώθηκαν γύρω από τα δύο τραπέζια που άνοιγαν με το μικρότερο ποντάρισμα. Αυτό γινόταν συνήθως, ωστόσο το πέντε άνοιγε κάθε μέρα από την ώρα που άνοιγε το καζίνο μήπως και ερχόταν κανενού η ιδέα να ακουμπήσει όσο το ταχύτερο τις αποταμιεύσεις του και να φύγει. Οι τέσσερις γκρουπιέρηδες κάθονταν ολόγυρα μαυροφορεμένοι με όρθια τα ραβδιά τους, σαν νεκροπομποί που τιμούσαν έναν νεκρό άγνωστο και για αυτό αδιάφορο σε όλους τους άλλους.
Ο Νούσης ήταν ο μόνος που βάδισε προς το τραπέζι και οι τέσσερις σχολίασαν τον ερχομό του με χαμόγελα και υπονοούμενα.
-Τώρα μάλιστα!…
-Να παραγγείλουμε καινούριο ταμείο, σεφ;
Γελούσαν και ανακάθονταν στις καρέκλες τους. Ετοιμάζονταν για τον αγώνα και ένιωθαν δυνατοί, επειδή ήταν δυνατοί. Είχαν τα πάντα στα χέρια τους και πολύ περισσότερα από τα πάντα μέσα στα χρηματοκιβώτιά τους. Οι ίδιοι είχαν κάνει τους νόμους και τους κανόνες και έπαιζες σύμφωνα με το πώς τους βόλευε. Πάλευες μόνος εναντίον τεσσάρων κι όταν οι τέσσερις αυτοί κουράζονταν, αποσύρονταν για να έρθουν άλλοι τέσσερις ξεκούραστοι και φρέσκοι. Και εκτός από αυτά όλα, υπήρχε και μια μπίλια τρελή και παλαβή που έτρεχε πάνω από τριάντα έξι νούμερα κι ένα ζερό, μεταξύ των οποίων και το δικό σου νούμερο, κι αυτό ήταν όλο κι όλο που κατείχες εσύ. Αυτό και μια ελπίδα. Χάνοντας την ελπίδα, τα έχανες όλα. Η καταστροφή ξεκινούσε πάντα από το κεφάλι σου, όπου κάποια στιγμή γινόταν μια μεγάλη έκρηξη. Αμέσως μετά ένιωθες τα πόδια σου βαριά και ασήκωτα και σε λίγο το κορμί σου χοντρό και πλαδαρό σαν ξένο. Το στόμα σου στέγνωνε, οι οδοντοστοιχίες σου σφράγιζαν και τα χείλη σου αρνιούνταν να σχηματίσουν τις λίγες απαραίτητες λέξεις. Η διαρροή είχε ήδη αρχίσει, ο αφανισμός σε κατέβαλλε πατόκορφα και η χασούρα είχε εισχωρήσει βαθιά στις τσέπες σου και μέσα σου. Καταλάβαινες αμυδρά ότι εξαιτίας αυτών των καταραμένων κοκάλινων αντικειμένων βρέθηκες σε αυτή τη δεινή θέση και ευχόσουν να λυτρωθείς επιτέλους από αυτά και να πας σπίτι σου να ησυχάσεις.
Ο Νούσης είχε πείρα στην καταστροφή όση και όλοι εδώ μέσα, με μόνη διαφορά ότι εκείνος είχε ανακαλύψει την αρχή και το τέλος της. 

Αντώνης Σουρούνης, "Ο Χορός των Ρόδων" Καστανιώτης 1994

Παρασκευή 23 Φεβρουαρίου 2018

το παρελθόν αλλάζει συνέχεια

Κι όμως, το παρελθόν ανασκευάζεται διαρκώς προκειμένου να ταιριάξει στο κοσμοείδωλο του παρόντος. Κάποιες λεπτομέρειες ξεφεύγουν από τη διαδικασία του παγώματος, αλλά αυτές είναι απλά περιθωριακά Ο.Φ. - ανώμαλα παλαιοντολογικά, γεωλογικά και ιστορικά ευρήματα που δεν είναι αρκετά για να ανατρέψουν το παρόν. Το παρόν είναι το κλειδί του παρελθόντος. Το παρόν διαμορφώνει το παρελθόν. Κι ο νους μας διαμορφώνεται έτσι ώστε να αντιλαμβάνεται το παρελθόν με διαφορετικό τρόπο σε διαφορετική εποχή. Το παρελθόν αλλάζει συνέχεια. είναι κάτι που προκαλεί άφατο τρόμο - γιατί έτσι και παραδεχτούμε ότι οι αναμνήσεις που έχουμε στο κεφάλι μας δεν είναι δικές μας, τότε ποιοι είμαστε; Τι υπάρχει και τι δεν υπάρχει; Ο υπαρξιακός τρόμος που γεννιέται είναι αφόρητος.

Θανάσης Βέμπος, "Το Άγγιγμα του Μίδα", Αρχέτυπο 2005

Παρασκευή 16 Φεβρουαρίου 2018

ας μην ξαφνιάζεται

Τον συνέλαβαν αμέσως, το σπίτι του ερευνήθηκε και το ημερολόγιό του μελετήθηκε. Σύντομα όλος ο κόσμος έμαθε ότι έγραφε τα εξής: "Πόσο θέλω να σκοτώσω κάποιον - αλλά κάποιον σημαντικό για να το γράψουν οι εφημερίδες".
Θα μπορούσε να διάλεγε τον Φίλιππο, το δούκα της Ορλεάνης, που βρισκόταν κι αυτός για επίσκεψη στη Γενεύη, όμως εκεί βρισκόταν ήδη η όμορφη Σίσσυ - η αυτοκράτειρα Ελισάβετ. Ήξερα ότι η Σίσσυ μετρούσε περισσότερο. Όπως ακριβώς έσυρα από τη μύτη τον αφοριστικό ιερέα μέχρι την πύλη όπου κάπνιζε ο Άντι, έτσι ακριβώς οδήγησα και τον Λουτσένι στην αυτοκράτειρα Ελισάβετ.
Εάν ο αναγνώστης προβληματίζεται που, ενώ συνήθως εμφανίζομαι ως ήρεμος παρατηρητής, ικανός για μια ισορροπημένη αφήγηση, είμαι παράλληλα ικανός να υποκινώ τόσο ποταπές πράξεις δίχως καθόλου τύψεις, ας μην ξαφνιάζεται. Οι δαίμονες διαθέτουν δύο φύσεις. Εν μέρει είμαστε πολιτισμένοι. Εκείνο που κατά κανόνα γίνεται λιγότερο εμφανές είναι πως υπέρτατος στόχος μας παραμένει η καταστροφή της ανθρωπότητας ως πρώτο βήμα για την ανατροπή του Θεού και ένα τέτοιο εγχείρημα απαιτεί να είσαι έτοιμος για όλα - μια ωραία έκφραση που την άκουσα πολλά χρόνια αργότερα από έναν ασήμαντο πελάτη που εργαζόταν σε κάποιο κινηματογραφικό συνεργείο.
Πάντως το άμεσο αποτέλεσμα της συγκεκριμένης πράξης ήταν εξαιρετικό. Θα αφήσω όμως την περιγραφή στον Μαρκ Τουέιν.

Norman Mailer, "Το Κάστρο στο Δάσος", Καστανιώτης 2007 (μετάφραση Ιλάειρα Διονυσοπούλου)

Παρασκευή 2 Φεβρουαρίου 2018

ένας αγνώριστος

Ένας από τους Δόλους εκίνησε να πάει εις εν' άλλο χωριό. Εκεί στο δρόμο τον απανταίνει ένας αγνώριστος. "Γεια σου!" "Καλώς τον". Για πού;" "Για το τάδε μέρος". "Κι εγώ εκεί πάου. Πάμε μαζί". Τραβάν λοιπόν, πάνε, πάνε, ο άνθρωπος τον ακολουθούσε σα σαστισμένος, χωρίς να ξέρει και αυτός πού πήγαινε, αλλ' ούτε είχε το μυαλό του να μπορέσει να φύγει. Σάμπως να είχε μαγνήτη ο άλλος. Επέρασαν λόγγους, βουνά, εκεί περνούν και από 'να ερημοκλήσι. Κατά τη συνήθειά του έκαμε το σταυρό του και ήρθε κάπως στα σύγκαλά του. "Βρε πού πάου;" λέει. επήρε και μία πρέζα ταμπάκο, που είχε λησμονήσει να πάρει όλην την ώρα. Γυρίζει να ιδεί το σύντροφό του, πού να τον ιδεί; Άμα έκαμε το σταυρό του, τον έχασε από εμπρός του.

Νικόλας Γ. Πολίτης, "Οι Παραδόσεις του Ελληνικού Λαού", Το Βήμα 2015

Παρασκευή 19 Ιανουαρίου 2018

τέτοιες μαλακίες

Ο Λούκα έβγαλε έναν βαθύ αναστεναγμό και το καλοφτιαγμένο του προσωπάκι συσπάστηκε από έναν μορφασμό απελπισίας. Έτσι μεγαλώνει κανείς, έτσι γίνεται άντρας; Αν το να γίνεις άντρας σημαίνει να μεταμορφωθείς σε έναν κουρασμένο και απογοητευμένο άνθρωπο, καλύτερα να μείνεις για πάντα παιδί: ένας Πήτερ Παν που παίζει στους κήπους του Κένσινγκτον ψάχνοντας τη Never, Never Land, την Ανύπαρκτη Χώρα. Ας όψεται ο Χέμινγουεϊ, ο καταραμένος Χέμινγουεϊ με την κομπορρημοσύνη του περί ανδρισμού και θάρρους, ο παππούς που, επειδή είχε κάνει φίλος του, παράσερνε τον κόσμο να διαβάζει τα βιβλία του, να τον παίρνει δηλαδή στα σοβαρά. "Μάθε, μάθε." Τι να μάθεις, δηλαδή; Να στέκεσαι στο παρατηρητήριο της Εισοσιπέντε Άλφα και να κοιτάς μια σημαία που θέλεις να δεις, αλλά δεν τη βλέπεις κι ένα παράθυρο που δεν θέλεις να δεις, αλλά το βλέπεις;!; Τους συγγραφείς δεν θα 'πρεπε να τους παίρνουμε στα σοβαρά, ποτέ. Φλυαρούν για να φλυαρούν, για να συνθέτουν λέξεις, επωφελούνται από το τυπωμένο χαρτί ξέροντας ότι οποιαδήποτε αερολογία τυπωμένη πάνω στο χαρτί φαντάζει σαν ακλόνητη αλήθεια. Να γίνεις άντρας, να γνωρίσεις τον πόλεμο, να έρθεις αντιμέτωπος με τον φόβο και το θάνατο, τέτοιες μαλακίες.

Oriana Fallaci, "Ινχαλλάχ", Εξάντας 1992 (μετάφραση Κούλα Καφετζή)

Παρασκευή 12 Ιανουαρίου 2018

κάποια στιγμή

-Ζούμε ιστορικές στιγμές.
-Ναι. Κάποια στιγμή θα καταγράψουμε ό,τι καταλάβαμε.
-Πώς θα γίνει, αν απλά ξαπλώνουμε σ' αυτή τη ζεστή γωνιά;
-Είναι δική μας.
-Ζούμε ιστορικές στιγμές, έτσι δεν είναι;
-Θα περάσουμε δύσκολα και κάποια στιγμή θα καταγράψουμε.
-Μην το πεις ποτέ αυτό που σκέφτεσαι όσο και να μου άρεσε.
-Δεν θα το πω.
-Σήμερα σφάχτηκαν πάλι. Αίματα.
-Θες να χαμηλώσω τη φλόγα;
-Ο μικρός που σου έλεγα τις προάλλες κουτούλαγε στον τοίχο.
-Τι νιώθεις;
-Θέλω να φύγω. Να πάω κάπου που να μιλάνε τη γλώσσα μου.
-Θα επιστρέψεις;
-Θα έρθεις καμιά βόλτα από εκεί;
-Θυμάσαι εκείνο το πρωινό;
-Πες μου τι θέλεις τώρα.
-Κάποια στιγμή θα καταγράψουμε.
-Θα καταγραφούμε. Προς το παρόν πάρε με αγκαλιά.
-Γιατί φοράς τις πυτζάμες μου;
-Για να σε μυρίζω.

παναγιώτης κ., "Συναρμογές", αυτοέκδοση 2017