Πέμπτη 23 Ιουνίου 2016

κάποια ενθαρρυντικά σημάδια τιμιότητας

Ο ουρανός ήταν σκοτεινός όταν βγήκα έξω στο δρόμο. Φώτα έκαιγαν παντού. Κοιτούσα στα πρόσωπα των ανθρώπων που προσπερνούσα για κάποια ενθαρρυντικά σημάδια τιμιότητας σε έναν τόσο ανέντιμο κόσμο, και στην Τρίτη Λεωφόρο είδα έναν νεαρό άντρα με μια τσίγκινη κούπα που κρατούσε κλειστά τα μάτια του για να προσωποποιήσει την τύφλωσή του. Αλλά αυτή η σφραγίδα της τύφλωσης, η ξεχωριστή αθωότητα του άνω προσώπου, προδόθηκε από ένα συνοφρύωμα και τις ρυτίδες στην άκρη του ματιού ενός ανθρώπου που μπορούσε να διακρίνει τα ποτά του στο μπαρ. Υπήρχε κι ένας άλλος τυφλός ζητιάνος στην Τεσσαρακοστή Πρώτη Οδό, αλλά δεν εξέτασα τα μάτια του, συνειδητοποιώντας ότι δεν μπορούσα να ελέγχω τη νομιμοφροσύνη κάθε ζητιάνου στην πόλη.

John Cheever, "Ο Κολυμβητής", Καστανιώτης 2013 (μετάφραση Κωστής Καλογρούλης)

Σάββατο 18 Ιουνίου 2016

η μοναδική ασφάλεια που αγαπώ

Η μοναδική ασφάλεια που αγαπώ είναι το ξημέρωμα. Μικρή ξυπνούσα με το πρώτο φως του πρωινού, νιώθοντας τον καπνό απ' το τσιγάρο του πατέρα μου στα ρουθούνια. Από την εποχή του διαζυγίου και μετά, ξυπνούσε χαράματα και διάβαζε στο σαλόνι με τη λάμπα Murano αναμμένη. Την αφοσίωσή του η μητέρα την εξέλαβε για αδυναμία κι έφυγε. Το κάστρο του την έπνιγε. Είμαι ένα αντίγραφό της. Μάλλον περισσότερο απ' τους άλλους, φοβάμαι τον ίδιο μου τον εαυτό. Στα κάστρα ασφυκτιώ, όπως κι εκείνη, μας ελκύουν και τις δυο οι κήποι. Ο πατέρας έφαγε όσα κράνμπερι άντεξε κι έφυγε. Εκείνη μάλλον βαρέθηκε νωρίς τα πορτοκάλια. Εγώ αγαπώ το μεσογειακό φως, αλλά με γερνάει. Αποζητώ τη βοή των εντόμων, αλλά και με τρομάζουν. Είμαι το παιδί τους. Μια τάφρος γεμάτη τζούφια εσπεριδοειδή.

Ευρυδίκη Νικήτα, "Οδοντωτή Μνήμη", Ιωλκός 2016

Δευτέρα 13 Ιουνίου 2016

λέξεις από ένα ποίημα

Κατόπιν ήρθαν αναμνήσεις από το δάσος, μες στα χωράφια. Μετά, μια σιωπηλή εικόνα στο σπίτι τους, σ' ένα δωμάτιο την ώρα του δειλινού, που τον έκανε να θυμηθεί τον χαμένο φίλο· λέξεις από ένα ποίημα.
Καμιά φορά είναι αδύνατον να βρεθεί τρόπος σύγκρισης ανάμεσα στο βίωμα και στη διατύπωσή του.Αυτό που βιώνουμε κάποια στιγμή αμέριστο, χωρίς να γεννά απορίες, γίνεται περίπλοκο και ακατανόητο, όταν θελήσουμε να το αιχμαλωτίσουμε με τις αλυσίδες των σκέψεων, ώστε να το κάνουμε κτήμα μας. Και πράγματα που φαίνονται μεγάλα και απόμακρα, μόλις οι λέξεις μας τα φτάνουν από μακριά, γίνονται απλά, παύοντας να μας δημιουργούν ανησυχία, γιατί εντάσσονται στον κύκλο των γεγονότων της ζωής μας.

Robert Musil, "Οι Αναστατώσεις του Οικότροφου Ταίρλες", Πατάκης 1998 (μετάφραση Αλέξανδρος Ίσαρης)

Τετάρτη 8 Ιουνίου 2016

οραματικώς τουλάχιστον

Οι φιλόζωοι ταξιδεύετε. Οραματικώς τουλάχιστον άγετε ομού ζωάς πολλάς. Οι απόγονοί σας, όταν η κεφαλαιοκρατία καταργηθή, θα ταξειδεύουν δικαίως δωρεάν. Όπως περιπατούμεν τώρα δια των αμαξιτών οδών δωρεάν. Πρώτα, πρώτα τα μέσα της συγκοινωνίας θ' αποδοθούν εις το Έθνος αντί να τα νέμωνται οι κεφαλαιούχοι. 'Εως τότε ταξειδεύετε αντί πάσης θυσίας. Θεωρείτε το ταξειδεύειν ύψιστον αγαθόν. Και το ποιείν οικονομίας και αποταμιεύειν υψίστην βλακείαν.

Βλάσης Γαβριηλίδης, Ταξείδια, Εκδόσεις Ελευθερουδάκης, Αθήνα 1921

Παρασκευή 3 Ιουνίου 2016

-αλλά μόνον αναζητών εικόνας-


ένας πρίγκιπας που απολαμβάνει παντού το ινκόγκνιτό του

Το πλήθος είναι ο χώρος του, όπως ο αέρας είναι χώρος του πουλιού, όπως το νερό είναι ο χώρος του ψαριού. Το πάθος του και το επάγγελμα του είναι να παντρεύεται το πλήθος. Για τον τέλειο σουλατσαδόρο, για τον παθιασμένο παρατηρητή, είναι μία απέραντη απόλαυση που διαλέγει την κατοικία του μέσα στη μάζα, στο μεταβλητό, στην κίνηση, στο φευγαλέο και στο άπειρο. Το να είσαι έξω από το σπίτι σου, κι ωστόσο να αισθάνεσαι παντού στο σπίτι σου, το να βλέπεις τον κόσμο, να είσαι στο κέντρο του κόσμου και να μένεις κρυμμένος από τον κόσμο, αυτές είναι μερικές από τις μικρότερες ηδονές αυτών των ανεξάρτητων, παθιασμένων, αμερόληπτων πνευμάτων, που η γλώσσα μόνο αδέξια μπορεί να τα ορίσει. Ο παρατηρητής είναι ένας πρίγκιπας που απολαμβάνει παντού το ινκόγκνιτό του. Ο εραστής της ζωής κάνει τον κόσμο οικογένειά του, όπως ο εραστής του ωραίου φύλου συνθέτει την οικογένεια του μ' όλες τις ομορφιές που βρήκε, που θα μπορούσε να βρει και που δεν θα γινόταν να βρεθούν, όπως ο συλλέκτης πινάκων ζει σε μία μαγεμένη κοινωνία ονείρων ζωγραφισμένων στο πανί.

Charles Baudelaire, "Ο Ζωγράφος της Σύγχρονης Ζωής", Ερατώ 2000 (μετάφραση Στέργιος Βαρναρούσης)