Πέμπτη 23 Δεκεμβρίου 2021

ενώ το κοινό γελάει ολοένα περισσότερο

Όλοι μας έχουμε παίξει κάποτε με το διάβολο που βγαίνει απ' το κουτί του. Τον πατάμε, σηκώνεται πάλι όρθιος. Τον σπρώχνουμε πιο μέσα, αναπηδά πιο ψηλά. Τον πιέζουμε γερά κάτω απ' το καπάκι του και πολλές φορές τινάζει ψηλά τα πάντα. Δεν ξέρω αν αυτό το παιχνίδι είναι πολύ παλιό, αλλά το είδος της διασκέδασης που περικλείει είναι ασφαλώς πανάρχαιο. Είναι η σύγκρουση δυο πεισμάτων από τα οποία το ένα, καθαρά μηχανικό, καταλήγει συνήθως να υποταχθεί στο άλλο, το οποίο διασκεδάζει. Η γάτα που παίζει με το ποντίκι, που το αφήνει κάθε φορά να ξεφύγει σαν ελατήριο για να το σταματήσει έπειτα μ' ένα χτύπημα της πατούσας της, διασκεδάζει με τον ίδιο ακριβώς τρόπο. 
Ας περάσουμε τώρα στο θέατρο. Θα πρέπει ν' αρχίσουμε από το θέατρο Γκινιόλ, τις μαριονέτες. Όταν ο επιθεωρητής προχωρεί στη σκηνή, δέχεται αμέσως, όπως πρέπει, μια μπαστουνιά που τον ζαλίζει. Συνέρχεται, ένα δεύτερο χτύπημα τον σωριάζει κάτω. Καινούργιο ξαναζωντάνεμα, καινούργια τιμωρία. Με τον ομοιόμορφο ρυθμό του ελατηρίου, που συσπειρώνεται και εκτινάσσεται, ο επιθεωρητής πέφτει κάτω και σηκώνεται, ενώ το κοινό γελάει ολοένα περισσότερο. 
Ας φανταστούμε τώρα ένα μάλλον ηθικό ελατήριο, μια ιδέα που εκφράζεται, που καταστέλλεται και που πάλι εκφέρεται, ένα κύμα λέξεων που εξαπολύεται, που το σταματούν και πάντα ξαναεκφέρεται. Θα έχουμε πάλι την εικόνα μιας δύναμης που πεισμώνει και ενός άλλου πείσματος που την αντιμάχεται. Αυτή όμως η εικόνα θα έχει χάσει την υλικότητά της. Δεν θα είμαστε πια στις μαριονέτες· θα παρευρισκόμαστε σε μια αληθινή κωμωδία.

Henri Bergson, "Το Γέλιο", Εξάντας 1998 (μετάφραση Βασίλης Τομανάς) 

Δευτέρα 13 Δεκεμβρίου 2021

και δεν μπορεί να αλλάξει

Μήπως σκόπευε να τη δημοσιεύσει; Ήλπιζε σε μια αναψηλάφηση της υπόθεσης; Μια τέτοια εικασία μού φαίνεται μάλλον απίθανη. Ασφαλώς οι νοητικές του ικανότητες δεν ήταν όλες το ίδιο αναπτυγμένες, ωστόσο είναι βέβαιο ότι δεν του έλειπε η αίσθηση του εφικτού. Αν εντούτοις δεν σκόπευε να δημοσιεύσει τις σημειώσεις του, τότε γιατί αφιέρωσε τόσα χρόνια απ' τη ζωή του σ' ένα τόσο απαιτητικό έργο;   
Στο ερώτημα αυτό μπορούν πιθανότατα να απαντήσουν έμπειροι εγκληματολόγοι. Εστιάζουν στο "παιχνίδι των ενδείξεων", που δεν είναι άλλο από την αυτομαστίγωση που παρατηρείται συχνά σε πολλούς κατάδικους, οι οποίοι προσπαθούν να αποδείξουν στον εαυτό τους ότι, αν η μοίρα το ήθελε, θα ήταν αθώοι.
Πρόκειται για μια αντίδραση απέναντι σε κάτι που έχει συμβεί και δεν μπορεί να αλλάξει! Όμως, αν το δούμε από κάποια απόσταση, αυτό δεν ήταν ανέκαθεν η πηγή της Τέχνης: Και μήπως τελικά κάθε μεγάλη πράξη δεν προκύπτει από τη βαθιά ντροπή, την έσχατη ταπείνωση, τη συντριβή της υπερηφάνειας που βιώνει ο δημιουργός; Ας ζητωκραυγάζουν τα πλήθη των αδαών μπροστά σε ένα σπουδαίο έργο τέχνης - εμένα μου φανερώνει την κατεστραμμένη ψυχή του δημιουργού του. Πίσω από κάθε μεγαλειώδη σύνθεση της μουσικής, των χρωμάτων και του νου, εγώ διακρίνω τη λάμψη του θαυμαστού εκείνου κόκκινου χρώματος του αίματος, της αμαρτίας και της φωτιάς. Μια μακρινή αναλαμπή του μεγάλου οράματος, που για ένα μικρό χρονικό διάστημα έκανε τον δάσκαλο να υπερβεί τον τρόμο της ενοχής και το μαρτύριό του.

Leo Perutz, "Ο Μαιτρ της Δευτέρας Παρουσίας", Κίχλη 2011 (μετάφραση Ρόζα Ιωαννίδου)


Τετάρτη 1 Δεκεμβρίου 2021

το ανά χείρας γραπτό

Μ' ετούτα και μ' εκείνα, αγαπητέ αναγνώστη, πήγε τέσσερις και μισή το πρωί.

Η αυγή με περιγελά, προβάλλοντας το ξανθό της κεφάλι από το ανατολικό παράθυρο του ανακτόρου της νύχτας.

Η αντανάκλαση του λαμπερού πρωινού άστρου κάνει ακόμη πιο λευκό το χαρτί στο οποίο γράφω.

Το φως της λάμπας μου εξασθενεί σαν ετοιμοθάνατη παρθένος ή σαν κατεστραμμένος άσωτος.

Από το μπαλκόνι του γραφείου μου μπαίνει, ανεπαισθήτως, ένας αέρας ψυχρός σαν το φιλί του υποκριτή.

Τ' αστέρια χάνονται λίγο λίγο, σαν αυτά τα μυστηριώδη ιερογλυφικά που ο χρόνος σβήνει από τις αιγυπτιακές πυραμίδες.

Το φεγγάρι έχει μετοικήσει στην Αμερική: μόλις έδυσε εδώ κι ετοιμάζεται να εμφανιστεί εκεί, σαν μια ηθοποιός που, αφού τελειώσει η απογευματινή παράσταση, ντύνεται για τη βραδινή.

Είναι η ώρα που οι κοπέλες της Ανδαλουσίας, αφού πέρασαν τη νύχτα ερωτοτροπώντας, λένε στον καλό τους "Αντίο..." όσο πιο μελιστάλαχτα μπορούν και σφαλίζουν το παραθυρόφυλλο, προκειμένου να φύγει ο ένας και να έρθει ο επόμενος.

Είναι, επίσης, η ώρα που οι φοιτητές που έχουν περάσει τις διακοπές στο χωριό τους πηγαίνουν στο κρεβάτι της μητέρας τους και της λεν: Φεύγω... Κι απαντά η μητέρα, κρύβοντας το κεφάλι της μες στα σεντόνια: Αντίο, γιε της ψυχής μου!... Κι ύστερα ο φοιτητής καβαλά, με δάκρυα στα μάτια, ένα γαϊδούρι που τον πηγαίνει στο πανεπιστήμιο.

Είναι η ώρα που θα έρθουν από το τυπογραφείο για να ζητήσουν το ανά χείρας γραπτό... 

Είναι η ώρα που ο άρρωστος κοιμάται, ή πεθαίνει, και που ο νοσοκόμος, επίσης αποκοιμισμένος, καθυστερεί είκοσι λεπτά το πιο σημαντικό καταπότι.

Ακόμη κι ο σοφός που ξαγρυπνά πάνω από τα βιβλία γέρνει το κεφάλι του σαν έρθει αυτή η ώρα...

Αντίθετα, ο νυχτοφύλακας ξυπνά και πηγαίνει σπίτι του...

Στο μεταξύ, ο αγωγιάτης και ο χωρικός βρέχουν το λαρύγγι τους με οινόπνευμα...

Ο χαρτοπαίκτης κάνει το τελευταίο ταμείο...

Ο μοιχός κατεβαίνει απ' το μπαλκόνι...

Ο ακόλουθος του Άρη λαλεί τρεις φορές στο κοτέτσι, γιατί τρεις αρνήθηκε ο Απόστολος Πέτρος το Χριστό...

Καλημέρα, αναγνώστες· πάω να πλαγιάσω!

Pedro Antonio de Alarcón, "Η Ψηλή Γυναίκα", Μάγμα 2019 (μετάφραση Δήμητρα Παπαβασιλείου)

Σάββατο 20 Νοεμβρίου 2021

πρόχειρα καταλύματα

Τη ζωή του την κουβέντιασε ολομόναχος από νωρίς. Την κέρδισε όπως μπορούσε, τη στέριωσε σε πρόχειρα καταλύματα και, ανάλογα τις συνθήκες, καλά τα είχε πάει. Δεν είχε παράπονο, ώσπου οι χυμοί της νεότητας άρχισαν να κατεβαίνουν την πλαγιά, κι ανακάλυψε ότι το κράτος τού είχε φάει τα μαζεμένα με τους φόρους. Εθνική ανάγκη, του είπαν, όταν βρήκε άδειο τον λογαριασμό του στην τράπεζα. Αν είχε κλέψει εκείνος μία δεκάρα, τώρα, θα ήταν πίσω από τα σίδερα, δεν θα χρειαζόταν να ανησυχεί για το μέλλον του. Για να τα ξαναμαζέψει θα πήγαινε μέχρι και μετανάστης "γκαρσονιέρος", αρκεί πρώτα να έβρισκε τόπο για τον τάφο του. Ήταν η μόνη δικαιολογία της καθυστέρησης. Ήθελε να ταφεί σε γνώριμο χώμα, όταν θα τον καλούσε ο τάφος αφτιασίδωτο. Την ιδέα τού την έιχε δώσει ο λοστρόμος σ' ένα χειμωνιάτικο μπάρκο. 
"Να δεις ότι στο τέλος στα ξένα θ' αφήσουμε το τομάρι μας" τού είχε πει ένα βράδυ με φουρτούνα.
"Ήθελα μόνο να ξέρω: σε ποια ξένα;" σκέφτηκε φωναχτά και η βροχή το έστειλε απάντηση στον λοστρόμο. Το "Γιατί;" του λοστρόμου γύρισε πίσω με τον αέρα γρήγορα.
"Τι γιατί; Πώς θα γυρίσουμε πίσω για να μας θρέψουν στο δικό μας χώμα;"
"Τάφο έχεις;" ξαναρώτησε ο λοστρόμος, παλεύοντας να ισορροπήσει στο κατάστρωμα.
"Όχι."
"Άμα είχες, και το έγραφε το συμβόλαιό σου, θα σε στέλνανε πίσω."  

Κατερίνα Παναγιωτοπούλου, "Διάψαλμα", Εντευκτήριο 2021

Παρασκευή 29 Οκτωβρίου 2021

νεκροταφείο ελεφάντων

Οι μέρες ήταν χαμένες σαν θαμμένες μέσα στο χώμα, νωρίς ευτυχώς νοτίζονταν από μια βαριά βροχή, κόκκινη, που σου θύμιζε ότι ήσουν στην Αφρική. Όλοι εμείς οι χαμένοι καταλήγουμε σε ανεπιθύμητα μέρη για μας, κωμοπόλεις που είναι συνέχεια σε ένα κωματώδη λήθαργο πένθους της ζωής και μουρμούρισμα σαν ξεψύχισμα ημίθανου ελέφαντα, αυτομολημένου από το κοπάδι. Ξάπλα στο Νεκροταφείο Ελεφάντων. Βλέποντας την τελευταία τσόντα της ζωής του να περνά μπροστά του. Σκεφτόμενος το ασήκωτο πια κορμί του να τρέχει στα λιβάδια του Θεού.

Αντώνης Βάθης, "45 Ιστορίες απ' την Άκρη του Μυαλού μου", Φαρφουλάς 2019  

Δευτέρα 18 Οκτωβρίου 2021

ένα μέρος της νύχτας

Μεταφράζει, αδέξια, τον τίτλο, μόνο τον τίτλο: Να σηκώσουμε το μέρος της νύχτας που μας αναλογεί, να μάθουμε να φέρουμε το μερτικό μας απ' τη νύχτα, να φορτωθούμε το μέρος μας σε νύχτα, να σηκώσουμε το σκοτάδι. Η μύτη της πένας χαράζει το χαρτί, το μελάνι σκεπάζει τη σελίδα με μαύρο νερό. Και ο Χουλιάν προσθέτει φωνές στη μαύρη σελίδα. Αυτό είναι το πραγματικό του επάγγελμα: προσθέτει φωνές. Το πραγματικό του επάγγελμα είναι να μετράει τ' αυτοκίνητα που περνούν ή σταματάνε, ξαφνικά, στη μέση της λεωφόρου. Το πραγματικό του επάγγελμα είναι να ζωγραφίζει μοναχικές γυναίκες και κομμάτια σκούρο χιόνι. Το πραγματικό του επάγγελμα είναι να πλάθει λέξεις και να τις ξεχνάει μες στην οχλοβοή.
Και τώρα απαγγέλει, με δυνατή φωνή, σαν τρελός και για κανέναν: Ανέχομαι, φέρω, σηκώνω, φορτώνομαι, κουβαλάω, υποβαστώ· υποβαστώ τη νύχτα, αποδέχομαι το σκότος, μαθαίνω ποιο είναι το μερτικό μας απ' τη νύχτα, αποδέχομαι ένα μέρος της νύχτας, νικώ το σκοτάδι, εκπίπτω από το φως, εισχωρώ στη νύχτα, υποβαστώ το σκοτάδι, υποβαστώ τη νύχτα.
Η μύτη της πένας χαράζει το χαρτί, το μελάνι σκεπάζει τη σελίδα με μαύρο νερό.

Alejandro Zambra, "Η Ιδιωτική Ζωή των Δέντρων", Ίκαρος 2017 (μετάφραση Αχιλλέας Κυριακίδης)

Πέμπτη 7 Οκτωβρίου 2021

η πρόβα ή η παρενέργεια

Διαβάζοντας διαπίστωσα ότι ο Λόσον διατύπωνε τρεις υποθέσεις για την ύπαρξη του ανθρώπινου είδους. Η πρώτη ήταν ότι η ανθρωπότητα είναι το αποτέλεσμα μιας ξεχωριστής πράξης δημιουργίας, ενός πειράματος ή μιας δοκιμής που πραγματοποιήθηκε εν είδει πρόβας για το βασικό εγχείρημα. Η δεύτερη ήταν ότι η δημιουργία της ανθρωπότητας υπήρξε μια ακούσια παρενέργεια, ένα είδος "συμπαθητικής δόνησης", που συνέβη λόγω της ομοιότητας του δικού μας ηλιακού συστήματος με τον 58 του Ηριδανού. Η τρίτη ήταν ότι η ανθρωπότητα πάνω στη Γη ήταν όντως το βασικό εγχείρημα και η ζωή στον 58 του Ηριδανού η πρόβα ή η παρενέργεια. Αλλά αυτή την τελευταία την απέρριπτε ως απίθανη, διότι αν δεχτούμε ότι τα θαύματα είναι σημάδια του ενδιαφέροντός σου, Κύριε, τότε ένα διαρκές θαύμα όπως η κίνηση ενός άστρου γύρω από έναν πλανήτη θα πρέπει να αποτελεί σαφή δείκτη του τι θεωρείς πιο σημαντικό. 

Ted Chiang, "Εκπνοή", Ίκαρος 2021 (μετάφραση Μαργαρίτα Ζαχαριάδου)

Τετάρτη 15 Σεπτεμβρίου 2021

τα έμβια πάθη

Ας είναι καλά η φιλότιμη συνθήκη
της υποκρισίας που ξέρει πάντα να σκεπάζει τις ρωγμές.
"Πώς φτιάχτηκαν ετούτα τα σπίτια" με ρώτησες
"Σαν να συνδέονται νοητά του κόσμου τα έμβια πάθη
με ίδια απαράλλακτα μυστικά".

Αριστέα Ευαγγελούση, "Αριστερόχειρη Γραφή", Ρώμη 2021

Σάββατο 4 Σεπτεμβρίου 2021

και σε μας οι λέξεις

Ωστόσο η ψευδολογία θα μεταδώσει ανάμεσα στις γραμμές μια έκλαμψη από την αλήθεια. "Δεν εξεγείρονται οι χωρικοί αλλά ο Θεός!" - φέρεται να αναφώνησε ο Λούθηρος, αρχικά με έντρομο θαυμασμό. Αλλά δεν ήταν ο Θεός. Οι χωρικοί ήταν πράγματι οι εξεγειρόμενοι. Εκτός αν ονομάζουμε Θεό την πείνα, την αρρώστια, την ταπείνωση, το κουρέλι. Δεν εξεγείρεται ο Θεός αλλά η αγγαρεία, τα μισθώματα, οι δεκάτες, η απαγόρευση του διαθέτειν, το ενοίκιο, ο φόρος ακινήτων, η μετάληψη του ετοιμοθάνατου, η περισυλλογή του αχύρου, το δικαίωμα πρώτης νυκτός, οι κομμένες μύτες, τα βγαλμένα μάτια, τα καμμένα, χτυπημένα, μαχαιρωμένα σώματα. Οι περί του επέκεινα διαμάχες αφορούν στην πραγματικότητα τα εγκόσμια. Αυτό εξηγεί την επίδραση που συνεχίζουν να έχουν πάνω μας οι επιθετικές θεολογίες. Μόνο και μόνο γι' αυτό κατανοούμε τη γλώσσα τους. Η ορμητικότητά τους είναι μια βίαιη έκφραση της μαύρης φτώχειας. Η πλέμπα αφηνιάζει. Το άχυρο στους αγρότες! Το κάρβουνο στους εργάτες! Η σκόνη στους σκαφτιάδες! Η παράσταση στους πλανόδιους! Και σε μας οι λέξεις! Οι λέξεις, που είναι ένας άλλος σπασμός των πραγμάτων.

Éric Vuillard, "Ο Πόλεμος των Φτωχών", Πόλις 2021 (μετάφραση Γιώργος Φαρακλάς) 

Παρασκευή 13 Αυγούστου 2021

από το χαρτάκι που κρατά στο χέρι

Αποτελεί το φόβο και τον τρόμο κάθε βιβλιοπώλη. Ο αναγνώστης αυτός (αναγνώστης F) αναγνωρίζεται από τα πολύ χοντρά γυαλιά του, από το αποφασιστικό του βάδισμα και από το χαρτάκι που κρατά στο χέρι. Αυτός ο αναγνώστης ψάχνει για μήνες, για χρόνια, ίσως από τη στιγμή που γεννήθηκε, ένα βιβλίο ανεύρετο και στην προσπάθειά του αυτή έχει αναλώσει όλη του την ύπαρξη. Δεν τα παρατάει ωστόσο. Να που πλησιάζει τον ανύποπτο βιβλιοπώλη και του ζητά τις Σημειώσεις για τις γρηγοριανές συνθέσεις στις εκκλησίες του Σρέντο του αβά Βερμεντίν, εκδόσεις ο Λευκός Συφλοπόντικας, Καστέλ Λουβιζόνιο. Ο βιβλιοπώλης, αφού έχει συμβουλευτεί τη μνήμη και τον υπολογιστή του, του ανακοινώνει ότι δεν διαθέτει παρόμοιο τίτλο. Στις επιπλέον πιέσεις του αναγνώστη F ο βιβλιοπώλης ψάχνει κατ’ αρχήν το λήμμα Σημειώσεις, κατόπιν Γρηγοριανός, κατόπιν Εκκλησίες, στη συνέχεια Σρεντίνο, Βερμεντίν, Λευκός Συφλοπόντικας. Δεν κάνει την εμφάνισή του κανείς αβάς Βερμεντίν στην ιστορία της λογοτεχνίας. Οι εκδόσεις Λευκός Συφλοπόντικας φαίνεται να έχουν βγάλει ένα και μοναδικό βιβλίο για τα μανιτάρια το 1953 και στη συνέχεια χάθηκαν στην ανυπαρξία. Στους χάρτες δεν υπάρχει κανένα μέρος με την επωνυμία Καστέλ Λουβιζόνιο. Ο αναγνώστης F όμως δεν υποχωρεί. Στέκεται καρφωμένος μπροστά στο βιβλιοπώλη, με το χαρτάκι του, και τον ρωτά εάν μπορεί να κάνει κάτι, ίσως να συμβουλευτεί τα αρχεία της CIA. Μερικές φορές αρχίζει να κλαψουρίζει, στις πιο σοβαρές περιπτώσεις φτάνει στο σημείο μιας ελαφράς λιποθυμίας. Αφού έχει κινητοποιηθεί όλο το βιβλιοπωλείο, έχει ζητηθεί η βοήθεια δύο βιβλιοπωλείων από το Σρέντο, έχει κληθεί επί του θέματος ο ιερέας της κοντινής εκκλησίας, έχει μεσολαβήσει καυγάς με όλες τις τηλεφωνήτριες της Ιταλίας ζητώντας σύνδεση με το Καστέλ Λουβιζόνιο, ο διευθυντής του βιβλιοπωλείου παρουσιάζεται αυτοπροσώπως στον αναγνώστη F και του ανακοινώνει επίσημα: «Λυπάμαι κύριε, το βιβλίο σας δεν υπάρχει πουθενά», «Ευχαριστώ», απαντά ο αναγνώστης F, «θα ξαναέλθω αύριο».

Stefano Βenni, "Ψυχοπαθολογία του Καθημερινού Αναγνώστη", Openbooks 2021 (μετάφραση Χρίστος Αλεξανδρίδης)

Παρασκευή 30 Ιουλίου 2021

να ποντάρεις τα διπλά

Η δομή κάθε επιτυχίας είναι κατά βάση η δομή του τζόγου. Να ξεκόβεις απ' το ίδιο σου τ' όνομα, να ποιος ήταν ανέκαθεν ο ριζικότερος τρόπος απαλλαγής απ' όλους τους ενδοιασμούς και τα αισθήματα μειονεξίας. Και το παίγνιο είναι μια τέτοια κούρσα μετ' εμποδίων στο πεδίο του εγώ. Ο παίκτης είναι ανώνυμος, δεν έχει όνομα δικό του ούτε έχει ανάγκη από ξένο. Μόνο οι μάρκες τον εκπροσωπούν, στημένες εκεί μπροστά του πάνω στην τσόχα, που είναι πράσινη σαν το χρυσό δέντρο της ζωής και γκρίζα σαν άσφαλτος. Και σε τούτη την πόλη της ευκαιρίας, στο σταυροδρόμι αυτό της υπόσχεσης, τι μέθη που είναι να ποντάρεις τα διπλά, να δίνεις παντού το παρών και από δέκα γωνιές ταυτόχρονα να στήνεις καρτέρι στην Τύχη, που έρχεται όλο και πιο κοντά. 

Walter Benjamin, "No 13", Κίχλη 2020 (μετάφραση Κώστας Κουτσουρέλης)   

Τρίτη 13 Ιουλίου 2021

εφόσον είναι χρήσιμοι

Στη Σαϊγκόν μουσικές και πιτσιρίκια που παίζουν έξω τέτοια ώρα της νύχτας είναι σημάδι θανάτου - ή μάλλον μιας κοινότητας που παλεύει να θεραπευτεί.
Είναι μέσω αυτών των ντραγκ περφόρμερς, με τα εκρηκτικά κουστούμια και τις κινήσεις, με τις υπερβολικές εκφράσεις σε πρόσωπα και φωνή, με την παραβίαση των φυλετικών ταμπού, και μέσω ενός εκκεντρικού θεάματος, που η παρηγοριά εκδηλώνεται. Εφόσον είναι χρήσιμοι, αμειβόμενοι και εξουσιοδοτημένοι για τη ζωτική αυτή υπηρεσία εντός μιας κοινωνίας όπου το να είσαι ομοφυλόφιλος θεωρείται ακόμα αμάρτημα, οι ντραγκ κουίνς, για όσο χρόνο ο νεκρός κείται σε κοινή θέα, αποτελούν τους συντελεστές μιας παράστασης ετερότητας. Η υποτιθέμενη αξιόπιστη εξαπάτησή τους είναι το στοιχείο που καθιστά την παρουσία τους απαραίτητη για τους πενθούντες. Γιατί το πολύ βαθύ πένθος είναι εξωπραγματικό. Και άρα απαιτεί μια σουρεαλιστική ανταπόκριση. Με την έννοια αυτή, οι κουίνς είναι μονόκεροι.
Μονόκεροι που θορυβούν μέσα σ' ένα νεκροταφείο.

Ocean Vuong, "Στη Γη Είμαστε Πρόσκαιρα Υπέροχοι", Gutenberg 2021 (μετάφραση Έφη Φρυδά)


Δευτέρα 5 Ιουλίου 2021

χρόνος

Εδώ και πολλά χρόνια, λέει ο ποιητής, προσέχει ώστε καθημερινά να αποταμιεύει δέκα λεπτά της ώρας. "Καβάτζα για αργότερα, όταν ο χρόνος θα τελειώνει και επειδή όλοι θέλουμε να είμαστε παρόντες ως το τέλος".

Michael Augusstin, "Η Σύμπτωση", Μελάνι 2008 (μετάφραση Δημήτρης Νόλλας - Ηρώ Μακρή)

Τρίτη 15 Ιουνίου 2021

ενώ εσείς κάθεστε

Και μια λέξη μόνο για τον καθαρό αέρα και την άσκηση. Μη σας νοιάζει τίποτα από τα δύο. Γεμίστε το δωμάτιό σας με μια καλή ποσότητα αέρα, μετά κλείστε τα παράθυρα και κλειδώστε τον μέσα. Θα σας κρατήσει για χρόνια. Και, τέλος πάντων, μη χρησιμοποιείτε τα πνευμόνια σας όλη την ώρα. Ξεκουράστε τα και λίγο. Όσο για την άσκηση, αν πρέπει να την κάνετε, κάντε την ως το τέλος. Αν όμως έχετε τη δυνατότητα να πληρώνετε για να βλέπετε άλλα άτομα να παίζουν μπέιζμπολ, να τρέχουν κούρσες και να κάνουν διάφορα αθλήματα ενώ εσείς κάθεστε και καπνίζετε στη σκιά - μα το Θεό, τι άλλο να ζητήσει κανείς;

Stephen Leacock, "Λογοτεχνικά Ευτράπελα", Οξύ 2021 (μετάφραση Θάνος Καραγιαννόπουλος)

  

Τετάρτη 2 Ιουνίου 2021

ξύπνιος

Είστε ξύπνιος; Αν η απάντησή σας είναι ναι, λυπάμαι που σας το λέω αλλά δεν υπάρχει τίποτα για το οποίο να αξίζει τον κόπο να σηκωθείτε σήμερα από το κρεβάτι. Αλλά αν επιμένετε, πράγμα που είναι προς τιμήν σας, κάντε μου τη χάρη να τα κάνετε όλα όπως πρέπει, ώστε αύριο κάποιος άλλος να ξυπνήσει γνωρίζοντας ότι κάποιος έκανε ό, τι μπορούσε.

Cecilia Eudave, Μικροκαταρρεύσεις, Οκτάνα 2017 (συλλογική μετάφραση) 

Τρίτη 11 Μαΐου 2021

κυρίαρχα βασίλεια του πιθανού

Παρόλο που η Σημαντική των Πιθανών Κόσμων εμμένει στην αρχή της ότι οι μυθοπλαστικοί κόσμοι δεν είναι απομιμήσεις ή αναπαραστάσεις του πραγματικού (realia) αλλά κυρίαρχα βασίλεια του πιθανού (possibilia) και ως τέτοια εγκαθιδρύουν διαφοροποιημένες και διαφορετικού βαθμού απόστασης σχέσεις με τον πραγματικό κόσμο, δέχεται, όπως ήδη αναφέρθηκε, ότι πρόσωπα, τοποθεσίες, γεγονότα που αναφέρονται σε πραγματικά ή ιστορικά αντίστοιχά τους συνιστούν μια ιδιαίτερη σημασιακή τάξη υπό συγκεκριμένη έννοια: υπάρχει πράγματι κάποια σχέση μεταξύ ενός ιστορικού προσώπου, για παράδειγμα της βασίλισσας Ελισάβετ, με όλα τα μυθοπλαστικά (μυθιστορηματικά, δραματικά, σκηνικά) πρόσωπα της "Ελισάβετ", μια σχέση, ωστόσο, που υπερβαίνει τα όρια του πραγματικού μας κόσμου.
Μυθοπλαστικά πρόσωπα-ομοιώματα και ιστορικό πρωτότυπο βρίσκονται εξίσου δέσμια της διακοσμικής ταυτότητας (transworld identity - identité à travers les mondes): Πρόκειται για μια έννοια που συνιστά έναν από τους βασικούς τόπους με τον οποίον προσεγγίζει το αντικείμενό της η Σημειωτική Θεωρία των Πιθανών Κόσμων. Και τούτο διότι το συγκεκριμένο πεδίο είναι συνυφασμένο αφενός με την αποδοχή ότι οι Πιθανοί Κόσμοι δεν είναι άδειες θεωρητικές οντότητες και, αφετέρου, με το ότι τα άτομα που τους κατοικούν διαθέτουν μία ταυτότητα που τα συνδέει με τον συγκεκριμένο μυθοπλαστικό κόσμο όπου δρουν, αλλά ταυτόχρονα και με πιθανά πραγματικά ή μυθοπλαστικά (διακειμενικά) τους πρότυπα τα οποία κατοικούν σε εναλλακτικούς προς τον δικό τους Κόσμους. Υπό αυτή την οπτική, ακόμη και αν μυθοπλαστικά ή ιστορικά πρόσωπα διαφοροποιούνται ως προς κάποια, ακόμη και ουσιαστικά τους χαρακτηριστικά, αποτελούν όλα τους πιθανά ομοιώματα που κατοικούν σε εναλλακτικούς πιθανούς κόσμους.

Δημήτρης Τσατσούλης, "Η Θεωρία των Πιθανών Κόσμων και η Δραματουργία της Λούλας Αναγνωστάκη", Σοκόλης 2019  

Κυριακή 2 Μαΐου 2021

σε μια γιορτή μοναχική και απέραντη

Ένα νυχτερινό μπαρ είναι το αντηχείο της γειτονιάς σας, για την οποία αντιλαμβάνεστε σύντομα ότι είναι κατοικημένη από πλήθος πότες. Στο δρόμο δεν διασταυρώνεστε πια με τους ανθρώπους όπως πριν. Η νεαρή με το ταγέρ, που τραβάει χρήματα από το αυτόματο μηχάνημα, δεν είναι ό,τι ακριβώς δείχνει. Ο ηλικιωμένος, που περπατάει με μικρά λαίμαργα βήματα και με το διχτάκι του για τα ψώνια, οδεύει σε μια γιορτή μοναχική και απέραντη. Αν έχετε τη ματιά του πότη, θα διαβάσετε τη γειτονιά σας με μεγαλύτερη οξυδέρκεια, ιδιαίτερα τις Κυριακές. Τα κυριακάτικα απογεύματα θυμίζουν γενικώς την επαύριο μεγάλης καταστροφής. Δίπλα στις οικογένειες που βγήκαν να πάρουν αέρα στους ερημωμένους δρόμους, στα ίδια πεζοδρόμια αλλά σε μιαν άλλη διάσταση, σε άλλους διαδρόμους του χωροχρόνου, μέσα σε σάρκινα περιβλήματα αδιανόητα για τον κοινό θνητό, σε σάβανα οδύνης, διαβαίνουν μερικά φαντάσματα που τα γνωρίζετε καλά. Ορισμένοι κατόρθωσαν να πάνε για ύπνο, άλλοι όχι, κι ανηφορίζουν προς το βράδυ ανηφορίζοντας, λες, προς κάποια αφηρημένη αυγή. 

Pierre Mérot, "Θηλαστικά", Εστία 2005 (μετάφραση Εύα Καραταΐδη)

Πέμπτη 22 Απριλίου 2021

μικρή τραγωδία δικής τους επινόησης

Ήταν καλοκαίρι και δυο μικρά παιδιά έτρεχαν προς έναν άντρα που πλησίαζε από μακριά. Ο άντρας τούς κουνούσε το χέρι και τα παιδιά παράβγαιναν ποιο θα τον έφτανε πρώτο.
Ήταν ακόμα καλοκαίρι, και τα παιδιά ζύγωναν πιο κοντά. Ένα αγόρι κατηφόριζε στο πεζοδρόμιο σέρνοντας ξοπίσω του ένα καλάμι για ψάρεμα. Ένας άντρας έστεκε και περίμενε με τα χέρια στερεωμένα στη μέση. Καλοκαίρι, και τα παιδιά του έπαιζαν στην μπροστινή αυλή, μαζί με το φίλο τους, μια παράξενη μικρή τραγωδία δικής τους επινόησης.
Ήταν φθινόπωρο, και τα παιδιά του πιάνονταν στα χέρια στο πεζοδρόμιο μπροστά από το σπίτι της κυρίας Ντιμπόζ. Το αγόρι βοηθούσε την αδερφή του να σηκωθεί κι έφευγαν για το σπίτι τους. Φθινόπωρο, και τα παιδιά του έτρεχαν πάνω κάτω στο τετράγωνο, με τις χαρές και τις λύπες της μέρας γραμμένες στα πρόσωπά τους. Κοντοστέκονταν μπρος σε μια βελανιδιά, κατευχαριστημένα, έκπληκτα, ανήσυχα.
Χειμώνας, και τα παιδιά του ριγούσαν έξω από το φράχτη της αυλής, με φόντο ένα φλεγόμενο σπίτι. Χειμώνας, κι ένας άντρας έβγαινε στο δρόμο του· τα γυαλιά του του 'πεφταν και πυροβολούσε ένα σκυλί.
Καλοκαίρι, κι έβλεπε την καρδιά των παιδιών του να ραγίζει.

Harper Lee, "Όταν Σκοτώνουν τα Κοτσύφια", Bell 1984 (μετάφραση Βικτώρια Τράπαλη)

 

Κυριακή 11 Απριλίου 2021

και τέλος μια χυδαιότητα

Ο λόγιος Μουχτάρ ιμπν-Άχμαντ μού διηγήθηκε κάποτε γελώντας ότι στα αραβικά κάθε λέξη έχει τέσσερις διαφορετικές σημασίες: χαρακτηρίζει καταρχάς ένα πράγμα, κατόπιν το αντίθετό του, επιπροσθέτως κάτι που έχει να κάνει με τις καμήλες, και τέλος μια χυδαιότητα. Από την άποψη της τελευταίας, η γλώσσα αυτού του λαού πηγαίνει ακόμα μακρύτερα. Από τις εγκλίσεις του ρήματος γνωρίζει μόνον την υποτακτική που χαρακτηρίζει την επιθυμία: καμία πρόταση που να μην πιστοποιεί τον πόθο· ακόμη και οι ηλικιωμένοι περνούν τη μέρα τους με φιλήδονες συζητήσεις. Οι Γραμματολόγοι της χώρας καταγγέλλουν την ιταμότητα της γλώσσας τους· λέγεται ότι κάποιος που για χάρη της ευνουχίστηκε, ανακάλυψε πολύ αργά ότι και αυτός ακόμη δεν ήταν σε θέση, ούτε με τον τρόπο αυτό, να της ξεφύγει.

Jürgen Buchmann, "Γραμματική των Γλωσσών της Βαβέλ", Gutenberg 2019 (μετάφραση Συμεών Γρ. Σταμπουλού)

Παρασκευή 26 Μαρτίου 2021

καπέλα που λένε

Η αίσθηση που αφήνει ένα δολάριο στην καρδιά,    
χαρούμενο ζεστό κόκκινο φως,   
ρόδινες ανταύγειες απ’ το τζάκι στο λευκό   
τραπεζομάντηλο και ήρεμες βελούδινες σκιές   
που αργοσαλεύουν στην πόρτα κρεμασμένες.   

Η αίσθηση που αφήνει ένα εκατομμύριο δολάρια: 
κουρελόπανα φτιαγμένα από λακέδες  
με χαοτικά περσικά σχέδια, 
δίπλα στη δρυ, τους κρίνους και το ξίφος, 
ομορφιά εξευτελισμένη,   
εκπορνευμένη από προαγωγούς εμπόρους   
σε συναλλαγές μεταξύ κρασιού και ευθυμίας.   
Ανόητοι χωριάτες φτιάχνουν τα χαλιά του κόσμου,   
νεκροί που ονειρεύτηκαν άρωμα και φως   
στο υφαντό της ζωής τους.   
Το απομεινάρι μιας αθώας αρκούδας   
κάτω από τα πόδια ενός μυστικοπαθή σκλάβου   
που ασχολείται αιωνίως με μικροπράγματα,   
Ξεχνώντας κράτος, πλήθος, εργασία, κοινωνική γαλήνη,   
καπέλα που λένε, λένε, λένε,   
καπέλα που τσιρίζουν σαν ποντίκια,   
καπέλα.

Stephen Crane, «Άπαντα τα Ποιήματα», independent.academia (μετάφραση Γιώργος Μπλάνας)


Παρασκευή 12 Μαρτίου 2021

συνηθισμένα εκτελεστικά όργανα

Ας ανακαλέσουμε για μια στιγμή στην μνήμη μας τι νιώθαμε όταν ήμασταν παιδιά. Πόσο σαφής και έντονη ήταν η αίσθηση που είχαμε για τον κόσμο και τους εαυτούς μας! Τότε βρίσκαμε ενδιαφέρουσες ένα σωρό περιστάσεις της κοινωνικής ζωής, που σήμερα δεν τους δίνουμε καν σημασία. Δεν είναι όμως σ’ αυτή τη διαφορά που θέλω να επιμείνω. Λιγότερο συχνά διακρίνουμε όλα όσα βλέπουμε και αισθανόμαστε από τους εαυτούς μας. Μοιάζουν, ούτως ειπείν, να συνιστούν μια ομοιογενή μάζα. Από αυτήν την άποψη, υπάρχουν άτομα που μένουν πάντα παιδιά. Όσοι αποτελούν υποκείμενα της κατάστασης που ονομάζουμε ονειροπόληση, νιώθουν σαν να εισχωρεί και να σβήνει η ύπαρξή τους στον κόσμο που τους περιβάλλει, ή σαν να απορροφά η ύπαρξή τους αυτόν τον κόσμο. 

Δεν έχουν συνείδηση καμιάς διάκρισης. Τέτοιες είναι οι καταστάσεις που προηγούνται, ή συνοδεύουν, ή ακολουθούν μια συνήθως έντονη και ζωντανή εκτίμηση της ζωής. Καθώς οι άνθρωποι μεγαλώνουν, αυτή η δύναμη χάνεται μέσα τους, και μεταβάλλονται σε μηχανικά, συνηθισμένα εκτελεστικά όργανα. Έτσι, τα αισθήματα και οι συλλογισμοί είναι το σύνθετο αποτέλεσμα ενός πλήθους περίπλοκων σκέψεων, και μιας σειράς αυτού που ονομάζουμε εντυπώσεις, οι οποίες καλλιεργούνται με την επανάληψη.

Percy Bysshe Shelley, "Περί Ζωής", Openbook 2010 (μετάφραση Γιώργος Μπλάνας)


Τρίτη 2 Μαρτίου 2021

το έσω ταλάνισμα

Ο ένοχος παρεκκλίνων αναγνώστης πολλές φορές δεν καταλαβαίνει τι διαβάζει. Διαβάζει σπαράγματα φράσεων που δε συνδέονται με το συγκείμενο. Χάνεται σε ψυχεδελικές ομόκεντρες αναταράξεις της κάθε φράσης. Οι επόμενες γραμμές φορές-φορές τον κατατρέχουν, δεν καταφέρνει να μείνει στις παροντικές λέξεις, να μείνει δεκτικός, το έσω ταλάνισμα και οι φοβίες τον υπερβαίνουν. Καταφεύγει στα τυπωμένα, αόρατα μεσοδιαστήματα. Εκεί όπου δεν αισθάνεται σύγκρουση και εξάρτηση. Καταφεύγει στην ανάγλυφες στην αφή του, στις φιλήδονα προεξέχουσες τυπογραφημένες λέξεις. Καταφεύγει στην εθιστική μυρωδιά του τυπωμένου χαρτιού. Ανήκει επιτέλους σε μια οικογένεια, με τούτη τη χαρακτηριστική μυρωδιά.

Ολίβια-Λήδα Καλούδη, "Το Χάρτινο Μόμπιλε", ebooks4greeks.gr 2019 


Τρίτη 23 Φεβρουαρίου 2021

στον ουρανό τού τίποτα

Από την κλειδαρότρυπα κρυφοκοιτάω τη ζωή
την κατασκοπεύω μήπως καταλάβω
πώς κερδίζει πάντα αυτή
ενώ χάνουμε εμείς.
Πώς οι αξίες γεννιούνται
κι επιβάλλονται πάνω σ’ αυτό που πρώτο λιώνει:
το σώμα.
Πεθαίνω μες στο νου μου χωρίς ίχνος αρρώστιας
ζω χωρίς να χρειάζομαι ενθάρρυνση καμιά
ανασαίνω κι ας είμαι
σε κοντινή μακρινή απόσταση
απ’ ό,τι ζεστό αγγίζεται, φλογίζει…
Αναρωτιέμαι τι άλλους συνδυασμούς
θα εφεύρει η ζωή
ανάμεσα στο τραύμα της οριστικής εξαφάνισης
και το θαύμα της καθημερινής αθανασίας.
Χρωστάω τη σοφία μου στο φόβο∙
πέταλα, αναστεναγμούς, αποχρώσεις
τα πετάω.
Χώμα, αέρα, ρίζες κρατάω∙
να φεύγουν τα περιττά λέω
να μπω στον ουρανό τού τίποτα
με ελάχιστα.

Κατερίνα Αγγελάκη-Ρουκ, «Στον ουρανό του τίποτα με ελάχιστα», Καστανιώτης 2005

Κυριακή 31 Ιανουαρίου 2021

πάντα είναι απόγευμα

Άνθισαν οι γαριφαλιές κι επάνω...ένα φεγγάρι! Απόψε 
ακόμη και οι πόρνες το έριξαν στον ύπνο. 

∆εν πέθανα. Πάντα είναι απόγευμα, όταν τελειώνουν 
τα ταξίδια.

Στο βάθος της κοιλάδας, ο κορυδαλλός κελαηδάει τη 
διακήρυξη της ελευθερίας του. 

Το άλογό µου καλπάζει στα χωράφια. Είμαι κι εγώ µεσ’ 
στην εικόνα! Ακούτε;


松尾芭蕉Μόνο τα Όνειρά µου Συνεχίζουν., Ερατώ 2002 (μεταφραση Γιώργος Μπλάνας)

Δευτέρα 11 Ιανουαρίου 2021

σε μια θάλασσα λέξεων

 Μες στο σκοτάδι του σαλονιού της (που σύντομα δεν θα 'ταν πια δικό της), μια Κυριακή απόγευμα, η Ρόουζ έψαχνε σ' ένα γιγαντιαίο άτλαντα κάποιο νησί της Ινδονησίας με έξι γράμματα, γνωστό για τις δρακόμορφες σαύρες του - κενό-κενό-κενό-όμικρον-κενό-κενό. Μέχρι στιγμής είχε βρει το "Τιδόρε" και το "Μισούλ", που και τα δύο, ταιριάζοντάς τα στο σταυρόλεξο, της δημιουργούσαν περισσότερα προβλήματα απ' όσα της έλυναν. Μα υπήρχαν ένα σωρό νησάκια στα βόρεια της Ινδονησίας που δεν τα είχε ψάξει ακόμη. Συνέχισε την εξερεύνησή της. Φαντάστηκε τον εαυτό της καπετάνιο σε κινούμενα σχέδια να οδηγεί το καράβι-σταυρόλεξο σε μια θάλασσα λέξεων. Είχε τελειώσει με τα οριζόντια τετράγωνα κι άρχιζε τώρα τα κάθετα. Αναρωτήθηκε ξαφνικά αν όλοι οι επιμελητές εκδόσεων, οι διορθωτές, οι εγκυκλοπαιδιστές, οι χαρτογράφοι, οι συντάκτες σταυρόλεξων ήταν άνθρωποι που διάλεξαν αυτό το επάγγελμα και αφοσιώθηκαν σ' αυτό ολοκληρωτικά, γιατί χρειάζονταν απεγνωσμένα κάτι να απορροφά συνεχώς τη σκέψη τους. "Τα αρπακτικά του σκεπτόμενου κόσμου", τους είχε αποκαλέσει ο Όουεν, αυτοί που τρέφονταν με τα υπολείμματα της σκέψης, ό,τι είχε απομείνει απ' τη στιγμή που τα μεγάλα ντοκουμέντα της ιστορίας και της επιστήμης είχαν περικοπεί σ' ένα λογικό μέγεθος. Κι όπως η Ρόουζ άρχιζε να μαθαίνει, ο εθισμός αυτός ήταν καλύτερος απ' το αλκοόλ. Αυτή η υγιής και άχρηστη απασχόληση ξεκαθάριζε κυριολεκτικά το μυαλό. Έβαζε στο περιθώριο τη λύπη, το άγχος, τον πανικό. Μέσα στην έκρηξη της ενεργητικότητάς της, η Ρόουζ έφερνε αντιμέτωπους τον Τόμας Μαν και τον Τίμωνα τον Αθηναίο. Πετούσε τα συνώνυμα σαν σφαίρες. Μα στο τέλος ένοιωθε το κεφάλι της να πονά δαιμονισμένα, λες και το κρανίο της ήταν ένα κούφιο και άδειο πράγμα. Το σταυρόλεξο απορροφούσε όλη της την ενεργητικότητα· η ζωή της περέμενε απαράλλαχτη.

David Leavitt, "Η Χαμένη Γλώσσα των Γερανών", Aquarius 1988 (μετάφραση Γιάννης Τζώρτζης)