Τρίτη 30 Οκτωβρίου 2018

οι θύελλες του αιώνα

Όλες οι πόρτες ανοίγουν διάπλατα, τρέχει το πλήθος φορώντας αντιασφυξιογόνες μάσκες, αρχίζουν ν' ανοίγουν σχεδόν σπάζοντας τα πολυάριθμα παράθυρα στο στρογγυλό δωμάτιο του πιο ψηλού κτηρίου της χώρας, μαζί με το πρώτο φως της οργής ορμούν μέσα οι θύελλες του αιώνα και το πολικό ψύχος της στρατόσφαιρας, η Γκλίκα όμως δεν νιώθει τη θερμοκρασία: πετάει έξω και με αρμονικές, δίχως ιδιαίτερη προσπάθεια, κινήσεις των χεριών της αρχίζει να απομακρύνεται από τούτο το αριστούργημα της παγκόσμιας αρχιτεκτονικής. Πετώντας πολύ ή λίγο, μπροστά ή πίσω, πάνω ή κάτω, γυρίζει και βλέπει ότι το κτήριο έχει γίνει απέραντα γιγάντιο ή μικροσκοπικά λιλιπούτειο, εν πάση περιπτώσει διακριτό μέχρι το τελευταίο του τούβλο, μέχρι τα μόρια του γρανίτη, κάθε χαραματιά στα τζάμια των παραθύρων, συμπεριλαμβανομένης και εκείνης στους Ντοντερόν, των οποίων η χαραγμένη σε πέτρα ρήση "χτίστηκε από κρατούμενους" κάνει να κυλούν ποτάμι τα δάκρυα. Και η ίδια η φύση του κτηρίου γίνεται όλο και πιο ορατή, όλο και πιο σαφής, όσο μεγαλώνει η απόσταση από αυτό. Αναβλύζει από την πρόσοψή του με τα περιττά αρχιτεκτονικά ψιμύθια, χίμαιρες, γοργόνες, δράκους, πρόσωπα πρησμένα και θολά, κατά πάσα πιθανότητα δεσποτών, σαν συμβολικοί σκαντζόχοιροι, πότε με την ουρά χαμηλωμένη, πότε με το στόμα ανοιχτό. Και απότομα, από το πιο απειροελάχιστο οστάριο των θεμελίων του ως την παραμικρή σπίθα του οβελίσκου στην κορυφή του, το σπίτι αρχίζει να τρέμει, να πετάει από πάνω του όλα αυτά και να παραμένει γυμνό σαν ένα απλό κτήριο κατοικιών, κι έπειτα χάνεται από τα μάτια της Γκλίκα, αν μπορούμε φυσικά να το πούμε αυτό μετά από όλα όσα της επέτρεψε να δει τη στιγμή του αποχαιρετισμού.

Василий Аксенов, "Οι Ουρανοξύστες της Μόσχας", Καστανιώτης 2010

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου