Τετάρτη 27 Φεβρουαρίου 2019

ανύπαρκτη, επομένως αδιανόητη

Η ανάμνηση της ηδονής είναι η πιο αδύναμη, η πιο αχνή απ' όλες. Η ηδονή η ίδια δεν αποτελείται παρά μονάχα από σκέψεις· περνώντας λοιπόν στη δικαιοδοσία της μνήμης, μεταμορφώνεται στο ακριβώς αντίθετό της: γίνεται ανύπαρκτη, επομένως αδιανόητη. Ξέρω ότι εκείνο το βράδυ είδα ξάφνου τον εαυτό μου, έναν άντρα μόνο μέσα στον κύβο του, τριγυρισμένο από αόρατους άλλους, μέσα στους δικούς τους κύβους, τριγυρισμένο από δεκάδες χιλιάδες σελίδες τυπωμένου χαρτιού, στις οποίες περιγράφονταν τα ίδια αλλά διαφορετικά συναισθήματα αληθινών ή φανταστικών ανθρώπων. Είχα συγκινηθεί με τον ίδιο μου τον εαυτό. Δεν επρόκειτο να γράψω ποτέ μια τέτοια σελίδα, κανείς όμως δε θα μπορούσε να μου πάρει την αίσθηση αυτών των τελευταίων ωρών. Μου είχε αποκαλυφθεί ένα πεδίο που ως τότε μου έμενε κλειστό και κρυφό για μένα. Εξακολουθούσε να είναι κλειστό, ίσως να μην ξανάμπαινα ποτέ μου εκεί μέσα. Τουλάχιστον όμως το είχα δει. Ή, μάλλον, για να χρησιμοποιήσω μια πιο σωστή λέξη, το είχα ακούσει. Ο ήχος, η φωνή που ξέφυγε απ' τα χείλη της, δεν ήταν από αυτόν εδώ τον κόσμο. Ήταν κάτι που δεν είχα ξανακούσει ποτέ στη ζωή μου. Ήταν η φωνούλα ενός παιδιού και μαζί ένα παράπονο που δεν μπορούσε να εκφραστεί με λόγια. Όπου αντηχούσε αυτός ο βόγγος, η ζωή ήταν αδιανόητη.

Cees Nooteboom, "H Ακόλουθη Ιστορία", Καστανιώτης 1993 (μετάφραση Μαρία Αγγελίδου)

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου