Πέμπτη 7 Μαρτίου 2019

λες και δεν είχαν κόκαλα

Αποχαιρετώ αυτόν τον χειμώνα, αυτή την άνοιξη, τις γέφυρες που δεν μπορούσα να διασχίσω χωρίς ευτυχία, όταν ο ουρανός ήταν τόσο εύθραυστος πάνω από το Τυλιερί, που τα σύννεφα γίνονταν ακόμα πιο ελαφρά για να μπορούν ακόμα να αιωρούνται· αντίο, μαγαζιά, δέντρα, φώτα του γκαζιού, αντίο αστυφύλακα, που είσαι όχι μόνο αδιάβροχος αλλά και ερωτευμένος με το νερό του ουρανού, αφού παρ' όλο το χιόνι του Ιανουαρίου, τη βροχερή επίμονη του Φεβρουαρίου, το χαλάζι του Μαρτίου, τις μπόρες του Απριλίου, τις καταιγίδες του Μαΐου, σε έβρισκα πάντοτε στη θέση σου, χωρίς να είσαι ούτε τόσο δα υγρός. Μικρέ γενναίε λουστραρισμένε αστυνομικέ, ένα ολόκληρο ποτάμι κυλούσε στα πόδια σας, δεν ήσαστε πιο περήφανος γι' αυτό, αλλά αμετακίνητος, εμπνέατε περίεργους πειρασμούς σ' αυτόν το φίλο που ονειρευόταν να σας δει να κάνετε έρωτα με μια αδελφούλα των φτωχών, Δάφνις και Χλόη, με τις χοντρές κάπες και τα χοντρά σεντόνια, πετάτε πάνω από τα σπίτια, από τις εκκλησίες, από τους πύργους, άγγελοι της πόλης. Αλλά, όπως οι άλλοι άγγελοι, αυτοί της παιδικής μου ηλικίας που είχαν ένα σώμα τόσο απαλό, λες και δεν είχαν κόκαλα, όπως όλοι αυτοί οι άγγελοι, είσαστε ήδη παρελθόν. Το παρελθόν των γερασμένων ανθρώπων. Πρέπει να καταθέσουμε το εξής: πρέπει να είμαστε σοφοί, συνετοί.

René Crevel, "Το Σώμα μου κι Εγώ", Καστανιώτης 1996 (μετάφραση Γιώργος Μίχαλος)

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου