Τρίτη 26 Ιουνίου 2012

η αντικειμενική πραγματικότητα φαινόταν απροσμέτρητα μακρινή

Για μια ακόμη φορά ήταν έκδηλη εκείνη η σαγηνευτική και κινητήρια δύναμη της αδυσώπητης μοίρας, που φαινόταν να κατευθύνει ευθύς εξαρχής όλα τα βήματά μου. Σβήνοντας κατά διαστήματα το φακό μου για να κάνω οικονομία στην μπαταρία του, άρχισα μιαν εξωφρενική κατάβαση στο καταχθόνιο, κυκλώπειο πρανές που έχασκε κάτω από το άνοιγμα – μερικές φορές, όταν έβρισκα τα κατάλληλα στηρίγματα για τα χέρια και τα πόδια μου, έστρεφα το βλέμμα προς τα κάτω ενώ άλλες φορές, καθώς ήμουν προσκολλημένος και ψηλαφούσα γύρω μου με περισσότερη αβεβαιότητα, το έστρεφα στο σωρό των μεγαλίθων.
Δεξιά και αριστερά μου, μπροστά από την ευθύγραμμη φωτεινή δέσμη του φανού μου, διακρίνονταν αμυδρά και απόμακρα λαξευμένοι τοίχοι μιας καταρρέουσας λιθοδομής. Παρακάτω, όμως, υπήρχε μαύρο σκοτάδι.
Δεν είχα την αίσθηση του χρόνου κατά τη διάρκεια της κατάβασής μου. Ο νους μου έβριθε από εικόνες και αινιγματικές νύξεις σε τέτοιο σημείο, που η αντικειμενική πραγματικότητα φαινόταν απροσμέτρητα μακρινή. Οι αισθήσεις του κορμιού μου είχαν απονεκρωθεί, ενώ ακόμη και ο φόβος παρέμενε ένα φασματώδες, ανενεργό τέρας που με κοιτούσε ανίσχυρο.

Howard Phillips Lovecraft, «Η Σκιά πέρα από τον Χρόνο», Ερατώ 2005 (μετάφραση Γιώργος Κυριαζής)

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου